ὁτιή: Difference between revisions
πρέπει γὰρ τοὺς παῖδας ὥσπερ τῆς οὐσίας οὕτω καὶ τῆς φιλίας τῆς πατρικῆς κληρονομεῖν → it is right that children inherit their fathers' friendships just as they would their possessions
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+)\.<br" to "$1 $2.<br") |
m (Text replacement - "τί" to "τί") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=<i>conj.</i><br /><b>1</b> puisque, parce que, <i>avec interr.</i> : ὁτιὴ | |btext=<i>conj.</i><br /><b>1</b> puisque, parce que, <i>avec interr.</i> : ὁτιὴ τί <i>ou</i> [[ὁτιητί]] ; parce que ? <i>càd</i> pourquoi ?;<br /><b>2</b> [[que]].<br />'''Étymologie:''' [[ὅτι]], ἤ. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |
Revision as of 20:10, 9 December 2022
English (LSJ)
(better ὅτι ἢ, v. infr.), Conj., colloquial form of ὅτι B, A because, E.Cyc.643, Eup.305, Ar.Eq.29, 34, 181, 236, etc.: followed by τί, ὁτιὴ τί ; 'cause why? Id.Nu.784; ὁτιὴ τί δή; ib.755. (The accentuation ὅτι ἢ is implied by A.D., who says πρὸς πάντων συμφώνως ἀνεγνώσθη ἐν ὀξείᾳ τάσει τὸ ο Conj.256.2, cf. Synt.307.22; only ὁτιὴ is found in codd., and Eust. has οἱ Ἀττικοὶ ὀξυτόνως λέγουσι τιὴ καὶ ὁτιή 118.36, cf. 45.4; cf. ἦ 1.2.) 2 more rarely, = ὅτι, that, Ar.Eq.360, Nu. 331, V.1395, Av.1010.
German (Pape)
[Seite 405] = ὅτι, weil, Ar. Equ. 29. 426 u. öfter; ὁτιητί, d. i. ὁτιὴ τί; warum? Nubb. 774; so auch ὅτι τί δή; Plut. 136.
French (Bailly abrégé)
conj.
1 puisque, parce que, avec interr. : ὁτιὴ τί ou ὁτιητί ; parce que ? càd pourquoi ?;
2 que.
Étymologie: ὅτι, ἤ.
Russian (Dvoretsky)
ὁτῐή: conj.
1 так как, потому что Arph.: ὁ. τί; Arph. и ὁ. τί δή; Arph., Plut. почему (же)?;
2 (= ὅτι II,
1 что (οἶδ᾽, ὁ. ταύτῃ διαλλαχθήσομαι Arph.).
Greek (Liddell-Scott)
ὁτιή: σύνδεσμ., κωμικ. τύπος τοῦ ὅτι Β, διότι, Εὔπολις ἐν Ἀδήλ. 8, Ἀριστοφ. Ἱππ. 29. 34, 181, 236, κτλ. 2) σπανιώτερον = ὅτι, (εἰδικὸν) αὐτόθι 360, Νεφ. 331, Σφ. 1395, Ὄρν. 1011. ΙΙ. = ὅ τι, ἐπὶ πλαγίων ἐρωτήσεων, διὰ ποῖον λόγον, ὁτιὴ τί; διὰ τί οὕτω; Ἀριστοφ. νεφ. 784· καὶ ὁτιὴ τί δή; αὐτόθι 756, Πλ. 136. - Πρβλ. τίη, ἐπειή.
Greek Monolingual
ὁτιή και ὅτι ἤ (Α) ότι
(σύνδ.)
1. (συν. στους κωμικούς αντί του αιτιολογικού ὅτι) διότι, επειδή
2. (σπαν. αντί του ειδικού ὅτι) ότι, πως
3. (σε ερωτήσεις με το τί) ὁτιὴ τί
γιατί έτσι;
Greek Monotonic
ὁτιή:I. 1. σύνδ., κωμ. τύπος του ὅτι, επειδή, σε Αριστοφ.
2. = ὅτι, ότι, στον ίδ.
II. = ὅ τι, γιατί, ὁτιὴ τί δή;; γιατί έτσι; πώς κι έτσι; στον ίδ.
Middle Liddell
[Comic form of ὅτι]
I. because, Ar.
2. = ὅτι, that, Ar.]
II. = ὅ τι, wherefore, ὁτιὴ τί; why so? wherefore so? Ar.