λιποτάξιον: Difference between revisions
ὡς οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ τοκήων γίνεται, εἴ περ καί τις ἀπόπροθι πίονα οἶκον γαίῃ ἐν ἀλλοδαπῇ ναίει ἀπάνευθε τοκήων → More than all pleasures that were ever made parents and fatherland our life still bless. Though we rich home in a strange land possess, still the old memories about us cling.
mNo edit summary |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=lipotaksion | |Transliteration C=lipotaksion | ||
|Beta Code=lipota/cion | |Beta Code=lipota/cion | ||
|Definition=τό, [[desertion]], λ. διαπεπραγμένοι Ph.2.132:—elsewhere in gen. [[λιποταξίου γραφή]], [[indictment for desertion]], Pl.''Lg.''943d, D.21.103; [[ἔνοχος]] λιποταξίου Lys.14.5; <b class="b3">τὰ δ' ἐγχέλεια γράψομαι λιποταξίου</b>, Com. phrase, Antiph.129.9, cf. Pl.Com.7, Ar.''Fr.''808, v. Poll.8.42. | |Definition=τό, [[desertion]], λ. διαπεπραγμένοι Ph.2.132:—elsewhere in gen. [[λιποταξίου γραφή]], [[indictment for desertion]], [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''943d, D.21.103; [[ἔνοχος]] λιποταξίου Lys.14.5; <b class="b3">τὰ δ' ἐγχέλεια γράψομαι λιποταξίου</b>, Com. phrase, Antiph.129.9, cf. Pl.Com.7, Ar.''Fr.''808, v. Poll.8.42. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 13:08, 23 March 2024
English (LSJ)
τό, desertion, λ. διαπεπραγμένοι Ph.2.132:—elsewhere in gen. λιποταξίου γραφή, indictment for desertion, Pl.Lg.943d, D.21.103; ἔνοχος λιποταξίου Lys.14.5; τὰ δ' ἐγχέλεια γράψομαι λιποταξίου, Com. phrase, Antiph.129.9, cf. Pl.Com.7, Ar.Fr.808, v. Poll.8.42.
Greek Monolingual
λιποτάξιον, τὸ (Α) λιποτάκτης
1. λιποταξία
2. φρ. «λιποταξίου ή (λιποστρατίου) γραφή» — καταγγελία εναντίον κάποιου που εγκατέλειψε τον στρατό.
Russian (Dvoretsky)
λῐποτάξιον: τό = λιποταξία: λιποταξίου γραφή Plat., Dem. обвинение в дезертирстве.
Middle Liddell
λῐπο-ταξίου, γραφή, ἡ,
λῐπο-ταξίου γραφή, ἡ, an indictment for desertion, Plat., Dem.