ἀνιστορέω: Difference between revisions
νεκρὸν ἐάν ποτ' ἴδηις καὶ μνήματα κωφὰ παράγηις κοινὸν ἔσοπτρον ὁρᾶις· ὁ θανὼν οὕτως προσεδόκα → whenever you see a body dead, or pass by silent tombs, you look into the mirror of all men's destiny: the dead man expected nothing else | if you ever see a corpse or walk by quiet graves, that's when you look into the mirror we all share: the dead expected this
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anistoreo | |Transliteration C=anistoreo | ||
|Beta Code=a)nistore/w | |Beta Code=a)nistore/w | ||
|Definition=[[make inquiry into]], [[ask about]], ἄρνησις οὐκ, ἔνεστιν ὧν ἀνιστορεῖς [[Sophocles|S.]]''[[Oedipus Tyrannus|OT]]''578: c. acc. pers. et rei, [[ask]] a person [[about]] a thing, <b class="b3">πεύσει γὰρ οὐδὲν ὧν ἐκείνων ἃ</b>) ἀνιστορεῖς ἐμέ A.''Pr.''963, cf. S.''OC'' 991, ''Ph.''253; σε.. ἀνιστορῶ E.''Supp.''110; ἀ. τινὰ περί τινος Id.''Hipp.'' 92; [[investigate]], τι [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[De Causis Plantarum|CP]]'' 1.5.5. | |Definition=[[make inquiry into]], [[ask about]], ἄρνησις οὐκ, ἔνεστιν ὧν ἀνιστορεῖς [[Sophocles|S.]]''[[Oedipus Tyrannus|OT]]''578: c. acc. pers. et rei, [[ask]] a person [[about]] a thing, <b class="b3">πεύσει γὰρ οὐδὲν ὧν ἐκείνων ἃ</b>) ἀνιστορεῖς ἐμέ [[Aeschylus|A.]]''[[Prometheus Vinctus|Pr.]]''963, cf. S.''OC'' 991, ''Ph.''253; σε.. ἀνιστορῶ E.''Supp.''110; ἀ. τινὰ περί τινος Id.''Hipp.'' 92; [[investigate]], τι [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[De Causis Plantarum|CP]]'' 1.5.5. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Revision as of 09:14, 7 February 2024
English (LSJ)
make inquiry into, ask about, ἄρνησις οὐκ, ἔνεστιν ὧν ἀνιστορεῖς S.OT578: c. acc. pers. et rei, ask a person about a thing, πεύσει γὰρ οὐδὲν ὧν ἐκείνων ἃ) ἀνιστορεῖς ἐμέ A.Pr.963, cf. S.OC 991, Ph.253; σε.. ἀνιστορῶ E.Supp.110; ἀ. τινὰ περί τινος Id.Hipp. 92; investigate, τι Thphr. CP 1.5.5.
Spanish (DGE)
1 preguntar c. ac. de cosa (pero puede haber atracción) ἄρνησις οὐκ ἔνεστι ὧν ἀνιστορεῖς S.OT 578
•c. ac. de cosa y pers. πάνθ' ... με E.IT 528, πεύσῃ γὰρ οὐδὲν ὧν ἀνιστορεῖς ἐμέ A.Pr.963, cf. S.OC 991, Ph.253
•c. ac. de pers. σὲ ... ἀνιστορῶ E.Supp.110, τοῦ δὲ καί μ' ἀνιστορεῖς πέρι; E.Hipp.92, cf. Io 362, c. interr. indir. προυξερευνητὰς ὁδοῦ ἀνιστόρησα ... τίς ὁ στρατηγός E.Rh.297.
2 investigar τὰς αὐτομάτους γενέσεις Thphr.CP 1.5.5.
3 referir, relatar τὸ αἴτιον τῆς ... αἱρέσεως Eus.HE 5.16.6, en v. pas. τὰ μὲν ... τῷ Ἰωσήπῳ ... ἀνιστόρηται Eus.PE 10.13.13.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
interroger : τινα qqn ; περί τινος sur qch.
Étymologie: ἀνά, ἱστορέω.
German (Pape)
aus-, befragen, τινά, Aesch. Prom. 965; Soph. O.C. 995; öfter τινὰ περί τινος, Eur. Hipp. 92.
Russian (Dvoretsky)
ἀνιστορέω: (рас)спрашивать (τινα Aesch., Soph. и τινα περί τινος Eur.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀνιστορέω: ἐρωτῶ νὰ μάθω, ἐρωτῶ, ἄρνησις οὐκ ἔνεστιν ὧν ἀνιστορεῖς Σοφ. Ο. Τ. 578· μετ’ αἰτ. προσ. καὶ πράγμ. ἐρωτῶ τινα περί τινος πράγματος, πεύσει γὰρ οὐδὲν ὧν ἀνιστορεῖς ἐμὲ Αἰσχύλ. Πρ. 963, πρβλ. Σοφ. Ο. Τ. 991, Φ. 253· οὕτω, σὲ… ἀνιστορῶ Εὐρ. Ἱκ. 110· ἀν. τινὰ περί τινος ὁ αὐτ. Ἱππ. 92: - ἐρευνῶ, ἐξετάζω τι, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 1. 5, 5.
Greek Monotonic
ἀνιστορέω: μέλ. -ήσω, ερωτώ να μάθω, ερευνώ για, σε Σοφ.· με αιτ. προσ. και πράγμ., ρωτώ κάποιον σχετικά με κάτι, σε Αισχύλ., Σοφ.· ομοίως, ἀν.τινὰ περί τινος, σε Ευρ.
Middle Liddell
to make inquiry into, ask about, Soph.: c. acc. pers. et rei, to ask a person about a thing, Aesch., Soph.; so, ἀν. τινὰ περί τινος Eur.