Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σφένδαμνος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιονὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking

Plutarch, Advice about Keeping Well, section 24
(40)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΑ, και [[σφένδαμνος]] και σφένδαμος, ο, Ν<br /><b>βοτ.</b> ελληνική [[ονομασία]] ειδών του γένους άκερ και, κατ' [[επέκταση]], ολόκληρου του γένους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Όνομα φυτού, αβέβαιης ετυμολ., με [[επίθημα]] -<i>αμνον</i> πιθ. αιγαιακής προελεύσεως (<b>πρβλ.</b> <i>δίκτ</i>-<i>αμνον</i>, [[ῥάδαμνος]]). Η λ. [[ωστόσο]] έχει συνδεθεί με το θ. του <i>σφενδ</i>-<i>όνη</i>, λόγω της ελαφράς κίνησης του πλούσιου φυλλώματος του φυτού. Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], ο βυζ. τ. <i>άσφένδαμνος</i> θα μπορούσε να οδηγήσει στην [[υπόθεση]] ότι το όνομα του φυτού σχηματίστηκε από το [[τοπωνύμιο]] <i>Ἄσπενδος</i> (<b>πρβλ.</b> και τον τ. του Ησυχίου [[σπένδαμνον]]), όπως και το [[δίκταμνον]] σχηματίστηκε πιθ. από το όνομα του όρους <i>Δίκτη</i>].
|mltxt=η, ΝΑ, και [[σφένδαμνος]] και σφένδαμος, ο, Ν<br /><b>βοτ.</b> ελληνική [[ονομασία]] ειδών του γένους άκερ και, κατ' [[επέκταση]], ολόκληρου του γένους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Όνομα φυτού, αβέβαιης ετυμολ., με [[επίθημα]] -<i>αμνον</i> πιθ. αιγαιακής προελεύσεως (<b>πρβλ.</b> <i>δίκτ</i>-<i>αμνον</i>, [[ῥάδαμνος]]). Η λ. [[ωστόσο]] έχει συνδεθεί με το θ. του <i>σφενδ</i>-<i>όνη</i>, λόγω της ελαφράς κίνησης του πλούσιου φυλλώματος του φυτού. Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], ο βυζ. τ. <i>άσφένδαμνος</i> θα μπορούσε να οδηγήσει στην [[υπόθεση]] ότι το όνομα του φυτού σχηματίστηκε από το [[τοπωνύμιο]] <i>Ἄσπενδος</i> (<b>πρβλ.</b> και τον τ. του Ησυχίου [[σπένδαμνον]]), όπως και το [[δίκταμνον]] σχηματίστηκε πιθ. από το όνομα του όρους <i>Δίκτη</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σφένδαμνος:''' ὁ, όνομα δένδρου, σφεντάμνι ή [[σφένδαμνος]], Λατ. [[acer]], σε Θεόφρ.
}}
}}

Revision as of 02:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφένδαμνος Medium diacritics: σφένδαμνος Low diacritics: σφένδαμνος Capitals: ΣΦΕΝΔΑΜΝΟΣ
Transliteration A: sphéndamnos Transliteration B: sphendamnos Transliteration C: sfendamnos Beta Code: sfe/ndamnos

English (LSJ)

ἡ,

   A Olympian maple, Acer monspessulan im, Thphr. HP3.3.1 (cj.), 3.11.1, Dicaearch.2.2.

Greek (Liddell-Scott)

σφένδαμνος: ἡ, ὄνομα δένδρου, κοινῶς «σφεδάμνι», Λατιν. aecr, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 3. 3, 1, κλπ.

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
érable, arbre.
Étymologie: DELG pê apparenté à σφενδόνη.

Greek Monolingual

η, ΝΑ, και σφένδαμνος και σφένδαμος, ο, Ν
βοτ. ελληνική ονομασία ειδών του γένους άκερ και, κατ' επέκταση, ολόκληρου του γένους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Όνομα φυτού, αβέβαιης ετυμολ., με επίθημα -αμνον πιθ. αιγαιακής προελεύσεως (πρβλ. δίκτ-αμνον, ῥάδαμνος). Η λ. ωστόσο έχει συνδεθεί με το θ. του σφενδ-όνη, λόγω της ελαφράς κίνησης του πλούσιου φυλλώματος του φυτού. Κατ' άλλη άποψη, ο βυζ. τ. άσφένδαμνος θα μπορούσε να οδηγήσει στην υπόθεση ότι το όνομα του φυτού σχηματίστηκε από το τοπωνύμιο Ἄσπενδος (πρβλ. και τον τ. του Ησυχίου σπένδαμνον), όπως και το δίκταμνον σχηματίστηκε πιθ. από το όνομα του όρους Δίκτη].

Greek Monotonic

σφένδαμνος: ὁ, όνομα δένδρου, σφεντάμνι ή σφένδαμνος, Λατ. acer, σε Θεόφρ.