ἄρειος: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund

Menander, Monostichoi, 558
(6)
(1a)
 
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἄρειος]], -ον κ. -α, -ον κ. <b>ιων.</b> [[ἀρήϊος]], -η, -ον (Α) [[Άρης]]<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] αφιερωμένος στον Άρη, [[πολεμικός]], [[φιλοπόλεμος]]<br /><b>2.</b> <b>ως ουσ.</b> [[πολεμιστής]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ἀρήϊοι ἀγῶνες» — πολεμικοί αγώνες σε [[αντίθεση]] με τους «γυμνικούς», τα αθλητικά αγωνίσματα.
|mltxt=[[ἄρειος]], -ον κ. -α, -ον κ. <b>ιων.</b> [[ἀρήϊος]], -η, -ον (Α) [[Άρης]]<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] αφιερωμένος στον Άρη, [[πολεμικός]], [[φιλοπόλεμος]]<br /><b>2.</b> <b>ως ουσ.</b> [[πολεμιστής]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ἀρήϊοι ἀγῶνες» — πολεμικοί αγώνες σε [[αντίθεση]] με τους «γυμνικούς», τα αθλητικά αγωνίσματα.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Ἄρης]]<br /><b class="num">I.</b> [[devoted]] to [[Ares]], [[warlike]], [[martial]], Lat. [[Mavortius]], Il., Hdt.<br /><b class="num">II.</b> [[Ἄρειος]] [[πάγος]], ὁ, the [[hill]] of [[Ares]], [[Mars]]-[[hill]], [[over]] [[against]] the [[west]] [[side]] of the [[Acropolis]] at [[Athens]], [[Ἀρήϊος]] π Hdt.; also [[Ἄρεος]] [[πάγος]] ([[where]] [[Ἄρεος]] is gen. of [[Ἄρης]]), Soph., Eur. On it was held the [[highest]] [[judicial]] [[court]], [[which]] took [[cognisance]] of [[murder]] and [[other]] [[capital]] crimes, Dem.
}}
}}

Latest revision as of 16:40, 9 January 2019

German (Pape)

[Seite 348] ον, fem. ἀρεία Eur. Herc. far. 413; den Ares betreffend, ihm geweiht, kriegerisch; comp. ἀρειότερος bei Sp., wie Coluth. 66 Agath. 67 (XI, 376), = ἀρείων. Vgl. ἀρήιος.

English (Autenrieth)

(Ἄρης): martial, warlike; of men, Μενέλᾶος, Αἴᾶς, υἶες Ἀχαιῶν, etc.; also of weapons and armor (τεύχεα, ἔντεα); τεῖχος ἄρειον, ‘martialwall, Il. 4.407, Il. 15.736.
see ἀρήιος.

Greek Monolingual

ἄρειος, -ον κ. -α, -ον κ. ιων. ἀρήϊος, -η, -ον (Α) Άρης
1. αυτός που είναι αφιερωμένος στον Άρη, πολεμικός, φιλοπόλεμος
2. ως ουσ. πολεμιστής
3. φρ. «ἀρήϊοι ἀγῶνες» — πολεμικοί αγώνες σε αντίθεση με τους «γυμνικούς», τα αθλητικά αγωνίσματα.

Middle Liddell

Ἄρης
I. devoted to Ares, warlike, martial, Lat. Mavortius, Il., Hdt.
II. Ἄρειος πάγος, ὁ, the hill of Ares, Mars-hill, over against the west side of the Acropolis at Athens, Ἀρήϊος π Hdt.; also Ἄρεος πάγος (where Ἄρεος is gen. of Ἄρης), Soph., Eur. On it was held the highest judicial court, which took cognisance of murder and other capital crimes, Dem.