ὠκὺς: Difference between revisions

From LSJ

νὺξ μὲν ἐμὸν κατέχει ζωῆς φάος ὑπνοδοτείρη → sleep-giving night hath quenched my light of life | sleep-giving night covers my light of life | night, the giver of sleep, holds the light of my life

Source
(6_3)
 
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.")
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὠκὺς''': [ῠ], ὠκεῖα, ὠκύ, γενικ. έος, είας, έος· Ἐπικ. καὶ Ἰων. θηλ. ὠκέᾰ, ὡς ἀείποτε ἐν τῇ Ἰλ., πρβλ. Ἡσ. Θεογ. 780· ἐν τῇ Ὀδ. μόνον ἐν τῷ Μ. 374, ἐπὶ τῆς Λαμπετίης· θηλ. πληθυντ. ὠκεῖαι Ὀδ. Η. 36· Ἐπικ. γεν. ὠκειάων Ὀδ. Ι. 101, Ἰλ. Δ. 500, κλπ.· θηλ. [[ὠκὺς]] Ἰω. Γαζαῖος 1. 240. Ταχύς, [[ὁρμητικός]], [[ταχυκίνητος]], ἀντίθετον τῷ [[βραδύς]], Ὀδ. Θ. 329, 331· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ προσώπων, [[συχνάκις]] προσαπτομένης τῆς αἰτ. πόδας, οὕτω δὲ [[μάλιστα]] ἐπὶ τοῦ Ἀχιλλέως, Ἰλ. Α. 58, 84, κλπ.· ἀλλὰ καὶ μόνον [[ὠκὺς]] [[Ἀχιλλεύς]], [[ἄνευ]] τοῦ προσδιορισμοῦ πόδας, Φ. 211, Χ. 188· οὕτω, πόδας ὠκέα, ἐπὶ τῆς Ἴριδος, Β. 786, κ. ἀλλ.· ἢ μόνον ὠκέα, Ψ. 198· ἐπὶ ζῴων καὶ πτηνῶν, ἴρηξ Ο. 238, κ. ἀλλ.· ἵπποι Θ. 88, κλπ.· ἔλαφοι Ὀδ. Ζ. 104, κλπ.· [[συχνάκις]] καὶ ἐπὶ πραγμάτων, [[μάλιστα]] ἐπὶ πλοίων (πρβλ. [[ὠκύπορος]]), Θ. 197, Ὀδ. Η. 36· ἐπὶ βελῶν, Ἰλ. Ε. 106, 112, κλπ.· ― οὕτω παρ’ ἄλλοις ποιηταῖς, [[οἷον]] Πινδ. Π. 1. 11, Ν. 3. 140, Σοφ. Ἀντιγ. 1200, Εὐρ. Ἀνδρ. 106, Βάκχ. 452, κλπ.· ― [[ὡσαύτως]], ὠκὺ [[νόημα]] Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 43, πρβλ. Ὀδ. Η. 36· θνατῶν φρένες ὠκύτεραι Πινδ. Π. 4. 247· [[πρᾶξις]], [[γάμος]] [[αὐτόθι]] 9. 119, 200· ὠκεῖαι χάριτες γλυκερώτεραι Ἀνθ. Π. 10. 30· ― τὸ ὠκύ, ταχύτης, [[ὀξύτης]], Εὐρ. Ἀποσπ. 1019. 2) = [[ὀξύς]], [[ἠέλιος]] Μίμνερμ. 11, Ἀνθ. Π. 7. 466· ἀοιδαὶ Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 42· [[ὤκιστος]] τῇ ἀκοῇ Αἰλ. περὶ Ζ. 6. 63. ΙΙ. Ἐπίρρ. -έως, Πινδ. Π. 3. 105, Ν. 10. 120, Λουκ. περὶ Ὀρχ. 19· ἀλλ’ ἐν τῷ τύπῳ ὦκα, σχηματισθέντι κατὰ τὸ [[τάχα]], [[λίαν]] [[συχν]]. παρ’ Ὁμ. ΙΙΙ. Βαθμοὶ συγκρίσεως, ὁμαλοί: ὠκύτερος, ὠκύτατος Ὀδ. Θ. 331· ἀνώμαλ. ὑπερθετ., [[ὤκιστος]] πετεηνῶν Ἰλ. Ο. 238, Φ. 253· [[ὤκιστος]] [[ὄλεθρος]] Χ. 325· καιρὸς Αἰσχύλ. Θήβ. 65. ― Ἐπίρρ. ὤκιστα Ὀδ. Χ. 77, 133. ― Ἡ [[λέξις]] [[εἶναι]] κατὰ τὸ πλεῖστον Ἐπικ., ἐν χρήσει μόνον [[ἅπαξ]] παρ’ Αἰσχύλῳ καὶ [[ἅπαξ]] παρὰ Σοφοκλ., ἀλλὰ συνηθέστερον παρ’ Εὐριπ.· [[ὡσαύτως]] παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, [[οἷον]] Ἀρετ. περὶ Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 2. 3, Αἰλ. ἔνθ’ ἀνωτ., Λουκ. Ἑρμότ. 77. (Ἴδε ὀξὺς ἐν τέλει).
|lstext='''ὠκὺς''': [ῠ], ὠκεῖα, ὠκύ, γενικ. έος, είας, έος· Ἐπικ. καὶ Ἰων. θηλ. ὠκέᾰ, ὡς ἀείποτε ἐν τῇ Ἰλ., πρβλ. Ἡσ. Θεογ. 780· ἐν τῇ Ὀδ. μόνον ἐν τῷ Μ. 374, ἐπὶ τῆς Λαμπετίης· θηλ. πληθυντ. ὠκεῖαι Ὀδ. Η. 36· Ἐπικ. γεν. ὠκειάων Ὀδ. Ι. 101, Ἰλ. Δ. 500, κλπ.· θηλ. [[ὠκὺς]] Ἰω. Γαζαῖος 1. 240. Ταχύς, [[ὁρμητικός]], [[ταχυκίνητος]], ἀντίθετον τῷ [[βραδύς]], Ὀδ. Θ. 329, 331· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ προσώπων, [[συχνάκις]] προσαπτομένης τῆς αἰτ. πόδας, οὕτω δὲ [[μάλιστα]] ἐπὶ τοῦ Ἀχιλλέως, Ἰλ. Α. 58, 84, κλπ.· ἀλλὰ καὶ μόνον [[ὠκὺς]] [[Ἀχιλλεύς]], [[ἄνευ]] τοῦ προσδιορισμοῦ πόδας, Φ. 211, Χ. 188· οὕτω, πόδας ὠκέα, ἐπὶ τῆς Ἴριδος, Β. 786, κ. ἀλλ.· ἢ μόνον ὠκέα, Ψ. 198· ἐπὶ ζῴων καὶ πτηνῶν, ἴρηξ Ο. 238, κ. ἀλλ.· ἵπποι Θ. 88, κλπ.· ἔλαφοι Ὀδ. Ζ. 104, κλπ.· [[συχνάκις]] καὶ ἐπὶ πραγμάτων, [[μάλιστα]] ἐπὶ πλοίων (πρβλ. [[ὠκύπορος]]), Θ. 197, Ὀδ. Η. 36· ἐπὶ βελῶν, Ἰλ. Ε. 106, 112, κλπ.· ― οὕτω παρ’ ἄλλοις ποιηταῖς, [[οἷον]] Πινδ. Π. 1. 11, Ν. 3. 140, Σοφ. Ἀντιγ. 1200, Εὐρ. Ἀνδρ. 106, Βάκχ. 452, κλπ.· ― [[ὡσαύτως]], ὠκὺ [[νόημα]] Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 43, πρβλ. Ὀδ. Η. 36· θνατῶν φρένες ὠκύτεραι Πινδ. Π. 4. 247· [[πρᾶξις]], [[γάμος]] [[αὐτόθι]] 9. 119, 200· ὠκεῖαι χάριτες γλυκερώτεραι Ἀνθ. Π. 10. 30· ― τὸ ὠκύ, ταχύτης, [[ὀξύτης]], Εὐρ. Ἀποσπ. 1019. 2) = [[ὀξύς]], [[ἠέλιος]] Μίμνερμ. 11, Ἀνθ. Π. 7. 466· ἀοιδαὶ Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 42· [[ὤκιστος]] τῇ ἀκοῇ Αἰλ. περὶ Ζ. 6. 63. ΙΙ. Ἐπίρρ. -έως, Πινδ. Π. 3. 105, Ν. 10. 120, Λουκ. περὶ Ὀρχ. 19· ἀλλ’ ἐν τῷ τύπῳ ὦκα, σχηματισθέντι κατὰ τὸ [[τάχα]], [[λίαν]] συχν. παρ’ Ὁμ. ΙΙΙ. Βαθμοὶ συγκρίσεως, ὁμαλοί: ὠκύτερος, ὠκύτατος Ὀδ. Θ. 331· ἀνώμαλ. ὑπερθετ., [[ὤκιστος]] πετεηνῶν Ἰλ. Ο. 238, Φ. 253· [[ὤκιστος]] [[ὄλεθρος]] Χ. 325· καιρὸς Αἰσχύλ. Θήβ. 65. ― Ἐπίρρ. ὤκιστα Ὀδ. Χ. 77, 133. ― Ἡ [[λέξις]] [[εἶναι]] κατὰ τὸ πλεῖστον Ἐπικ., ἐν χρήσει μόνον [[ἅπαξ]] παρ’ Αἰσχύλῳ καὶ [[ἅπαξ]] παρὰ Σοφοκλ., ἀλλὰ συνηθέστερον παρ’ Εὐριπ.· [[ὡσαύτως]] παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, [[οἷον]] Ἀρετ. περὶ Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 2. 3, Αἰλ. ἔνθ’ ἀνωτ., Λουκ. Ἑρμότ. 77. (Ἴδε ὀξὺς ἐν τέλει).
}}
}}

Latest revision as of 15:00, 31 January 2022

Greek (Liddell-Scott)

ὠκὺς: [ῠ], ὠκεῖα, ὠκύ, γενικ. έος, είας, έος· Ἐπικ. καὶ Ἰων. θηλ. ὠκέᾰ, ὡς ἀείποτε ἐν τῇ Ἰλ., πρβλ. Ἡσ. Θεογ. 780· ἐν τῇ Ὀδ. μόνον ἐν τῷ Μ. 374, ἐπὶ τῆς Λαμπετίης· θηλ. πληθυντ. ὠκεῖαι Ὀδ. Η. 36· Ἐπικ. γεν. ὠκειάων Ὀδ. Ι. 101, Ἰλ. Δ. 500, κλπ.· θηλ. ὠκὺς Ἰω. Γαζαῖος 1. 240. Ταχύς, ὁρμητικός, ταχυκίνητος, ἀντίθετον τῷ βραδύς, Ὀδ. Θ. 329, 331· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ προσώπων, συχνάκις προσαπτομένης τῆς αἰτ. πόδας, οὕτω δὲ μάλιστα ἐπὶ τοῦ Ἀχιλλέως, Ἰλ. Α. 58, 84, κλπ.· ἀλλὰ καὶ μόνον ὠκὺς Ἀχιλλεύς, ἄνευ τοῦ προσδιορισμοῦ πόδας, Φ. 211, Χ. 188· οὕτω, πόδας ὠκέα, ἐπὶ τῆς Ἴριδος, Β. 786, κ. ἀλλ.· ἢ μόνον ὠκέα, Ψ. 198· ἐπὶ ζῴων καὶ πτηνῶν, ἴρηξ Ο. 238, κ. ἀλλ.· ἵπποι Θ. 88, κλπ.· ἔλαφοι Ὀδ. Ζ. 104, κλπ.· συχνάκις καὶ ἐπὶ πραγμάτων, μάλιστα ἐπὶ πλοίων (πρβλ. ὠκύπορος), Θ. 197, Ὀδ. Η. 36· ἐπὶ βελῶν, Ἰλ. Ε. 106, 112, κλπ.· ― οὕτω παρ’ ἄλλοις ποιηταῖς, οἷον Πινδ. Π. 1. 11, Ν. 3. 140, Σοφ. Ἀντιγ. 1200, Εὐρ. Ἀνδρ. 106, Βάκχ. 452, κλπ.· ― ὡσαύτως, ὠκὺ νόημα Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 43, πρβλ. Ὀδ. Η. 36· θνατῶν φρένες ὠκύτεραι Πινδ. Π. 4. 247· πρᾶξις, γάμος αὐτόθι 9. 119, 200· ὠκεῖαι χάριτες γλυκερώτεραι Ἀνθ. Π. 10. 30· ― τὸ ὠκύ, ταχύτης, ὀξύτης, Εὐρ. Ἀποσπ. 1019. 2) = ὀξύς, ἠέλιος Μίμνερμ. 11, Ἀνθ. Π. 7. 466· ἀοιδαὶ Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 42· ὤκιστος τῇ ἀκοῇ Αἰλ. περὶ Ζ. 6. 63. ΙΙ. Ἐπίρρ. -έως, Πινδ. Π. 3. 105, Ν. 10. 120, Λουκ. περὶ Ὀρχ. 19· ἀλλ’ ἐν τῷ τύπῳ ὦκα, σχηματισθέντι κατὰ τὸ τάχα, λίαν συχν. παρ’ Ὁμ. ΙΙΙ. Βαθμοὶ συγκρίσεως, ὁμαλοί: ὠκύτερος, ὠκύτατος Ὀδ. Θ. 331· ἀνώμαλ. ὑπερθετ., ὤκιστος πετεηνῶν Ἰλ. Ο. 238, Φ. 253· ὤκιστος ὄλεθρος Χ. 325· καιρὸς Αἰσχύλ. Θήβ. 65. ― Ἐπίρρ. ὤκιστα Ὀδ. Χ. 77, 133. ― Ἡ λέξις εἶναι κατὰ τὸ πλεῖστον Ἐπικ., ἐν χρήσει μόνον ἅπαξ παρ’ Αἰσχύλῳ καὶ ἅπαξ παρὰ Σοφοκλ., ἀλλὰ συνηθέστερον παρ’ Εὐριπ.· ὡσαύτως παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, οἷον Ἀρετ. περὶ Αἰτ. Ὀξ. Παθ. 2. 3, Αἰλ. ἔνθ’ ἀνωτ., Λουκ. Ἑρμότ. 77. (Ἴδε ὀξὺς ἐν τέλει).