ἰσαχῶς
οὐκ ἐπιλογιζόμενος ὅτι ἅμα μὲν ὀδύρῃ τὴν ἀναισθησίαν, ἅμα δὲ ἀλγεῖς ἐπὶ σήψεσι καὶ στερήσει τῶν ἡδέων, ὥσπερ εἰς ἕτερον ζῆν ἀποθανούμενος, ἀλλ᾿ οὐκ εἰς παντελῆ μεταβαλῶν ἀναισθησίαν καὶ τὴν αὐτὴν τῇ πρὸ τῆς γενέσεως → you do not consider that you are at one and the same time lamenting your want of sensation, and pained at the idea of your rotting away, and of being deprived of what is pleasant, as if you are to die and live in another state, and not to pass into insensibility complete, and the same as that before you were born
English (LSJ)
[ῐ], Adv., (ἴσος) A in the same number of ways, Arist.Metaph. 1013a16, al.; παρακολουθεῖν ἰ. τινί ib.1054a14; τἀγαθὸν ἰ. λέγεται τῷ ὄντι in as many ways as, Id.EN1096a23.
German (Pape)
[Seite 1263] auf gleich viele Arten, Arist. Nic. Eth. 1, 6, 3.
Greek (Liddell-Scott)
ἰσᾰχῶς: ῑ, Ἐπίρρ., (ἴσος) κατ’ ἴσον ἀριθμὸν τρόπων, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 4. 1, 2. κ. ἀλλ.· ἰσ. τινὶ αὐτόθι 9. 2, 9, Ἠθ. Νικ. 1. 6, 3, κ. ἀλλ.
Greek Monolingual
ἰσαχῶς (Α)
επίρρ. ίσα, σε ίσα μέρη, εξίσου, με ίσο αριθμό τρόπων («τἀγαθὸν ἰσαχῶς λέγεται τῷ ὄντι», Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴσος + -αχῶς (πρβλ. απειρ-αχώς, πολλ-αχώς, τετρ-αχώς)].
Russian (Dvoretsky)
ἰσᾰχῶς: столькими же способами (παρακολουθεῖν τινι ἰ. Arst.): ἰ. καὶ τὰ αἴτια λέγεται, πάντα γὰρ τὰ αἴτια ἀρχαί Arst. (о началах) говорится в стольких же смыслах, что и о причинах, ибо все причины являются началами.