δημοτελής

From LSJ
Revision as of 11:34, 16 November 2024 by Spiros (talk | contribs) (CSV import)

Ἆρ' ἐστὶ συγγενές τι λύπη καὶ βίος → Res sunt cognatae vita et anxietudines → Es sind ja Leid und Leben irgendwie verwandt

Menander, Monostichoi, 640
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δημοτελής Medium diacritics: δημοτελής Low diacritics: δημοτελής Capitals: ΔΗΜΟΤΕΛΗΣ
Transliteration A: dēmotelḗs Transliteration B: dēmotelēs Transliteration C: dimotelis Beta Code: dhmotelh/s

English (LSJ)

δημοτελές, (τέλος)
A at the public cost, θυσίη Hdt.6.57, cf. Pl.Lg.935b, Plb.6.53.6, CIG3493.7 (Thyatira); ἑορτή Th.2.15, cf. OGI56.41 (iii B. C.); πανάγυριν δαμοτέλην (sic) IG12(2).645.44 (Nesus); δ. ἱερὰ τελεῖν Orac. ap. D.21.53.
2 with public authority, sovereign, ἐκκλησία AJA18.324 (Sardis). Adv. δημοτελῶς Suid.
II epithet of Demeter, IG12(7).4.5 (Amorgos).

Spanish (DGE)

-ές
• Alolema(s): dór. y eol. δαμ- Sokolowski 3.56.15 (Cleonas VI a.C.), IAdramytteion 34A.44 (IV a.C.)
• Morfología: [ac. -τέλην IAdramytteion l.c.]
I 1público, oficial esp. de celebraciones relig. sufragadas por el estado hιαρόν Sokolowski l.c., cf. Tit.Cam.109.18 (IV a.C.), θυσίη Hdt.6.57, Pl.Lg.935b, Theopomp.Hist.104, Plb.6.53.6, IPrusa 1001.15 (II a.C.), IEphesos 987.19 (I a./d.C.), TAM 5.983.10 (Tiatira II d.C.), Ath.425a, Hld.5.13.1, ἑορτή Th.2.15, cf. OGI 56.41 (III a.C.), I.AI 2.45, Ph.1.28, Charito 1.1.4, D.C.47.7.4, Origenes Cels.8.23, Chrys.M.55.348, ἀγῶνες IG 12(8).2.13 (Lemnos V/IV a.C.), πανήγυρις IAdramytteion l.c., OGI 56.34 (Egipto III a.C.), πομπή Thphr.Fr.103, Luc.Am.39, σύνοδοι Robert, Noms Indigènes 458.26 (Capadocia II a.C.), εὐωχία LXX 3Ma.4.1, σπονδαί Ath.561e, ἑστιάσεις καὶ ἐπιδόσεις IManisa 52.12 (I/II d.C.), ἡμέραι δημοτελεῖς días de fiesta pública, PTor.Choachiti 12.8.16 (II a.C.), δ. ἐκκλησία asamblea pública, Sardis 8.34 (I a.C.)
de lugares de culto ἱερὰ δημοτελῆ templos para el culto oficial D.59.85, 86, Aeschin.1.21, 183, Hsch.
de cargos relig. ἱερεῖς δημοτελεῖς sacerdotes oficiales, SEG 36.752.43 (Mitilene IV a.C.), SEG 33.679.13 (Paros II a.C.), ICos ED 82.47 (II a.C.), IC 383.16 (heleníst.), μυστηρίων ἱερουργός Gal.14.212, ἱεροφάντης IEphesos 10.11 (III d.C.).
2 p. ext. de dioses que recibe culto oficial Διόνυσος Orác. en D.21.53 (cód.), IG 12(9).20 (Caristo II d.C.), Δημήτηρ IG 12(7).4.5 (Amorgos IV/III a.C.), Ἀπόλλωνι κα[ὶ] Ἀρτάμ[ιτι θεοῖς δα] μοτελέσιν SEG 9.4.35 (Cirene I a.C.).
II adv. δημοτελῶς = públicamente ἡμέρα ... ἣν ἄγουσιν Ἰουδαῖοι δ. Didym.in Zach.3.32, cf. Sud.

German (Pape)

[Seite 565] ές, auf Staatskosten, öffentlich; ἱερά, Hesych. εἰς ἃ θύματα δίδωσιν ἡ πολις; Dem. 59, 85, womit Aesch. 1, 21 εἰς τὰ δ. ἱερὰ εἰσιέναι zu vgl.; so θυσία Her. 6, 57; Plat. Legg. XI, 935 b; ἑορτή Thuc. 2, 15; πομπή Luc. Amor. 39; u. a. Sp.; vgl. δημοτικός.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
accompli ou célébré au nom ou aux frais de l'État.
Étymologie: δῆμος, τέλος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δημοτελής -ές [δῆμος, τέλος] op staatskosten.

Russian (Dvoretsky)

δημοτελής: совершаемый на общественные средства, общественный (θυσία Her., Plat., Plut.; ἑορτή Thuc.; ἱερά Aeschin., Dem.; πομπή Luc.; δεῖπνα Plut.).

Greek Monolingual

δημοτελής, -ές (Α)
αυτός που γίνεται με δαπάνες του δημοσίου ή με τη συμμετοχή του λαού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δήμος + -τελής < τέλος, τέλη (πρβλ. α-τελής)].

Greek Monotonic

δημοτελής: -ές (τέλος), αυτός που υλοποιείται με δημόσια δαπάνη, δημόσιος, κοινός, εθνικός, σε Ηρόδ., Θουκ.

Greek (Liddell-Scott)

δημοτελής: -ές, (τέλος) δι’ ἐξόδων τοῦ δημοσίου, δημόσιος, θυσία Ἡρόδ. 6. 57, Συλλ. Ἐπιγρ. 3493. 9· ἑορτή Θουκ. 2. 15· δημ. ἱερὰ τελεῖν Δημ. 531. 25· τὰ ἱερὰ τὰ δ., ἀντίθετον τὰ ἰδιωτικά, Συλλ. Ἐπιγρ. 2656. 9. ― Ἐπίρρ. δημοτελῶς Σουΐδ.

Middle Liddell

τέλος
at the public cost, public, national, Hdt., Thuc.

English (Woodhouse)

general, public, paid by the public treasury, paid by the public, paid by the state

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Lexicon Thucydideum

publicis sumptibus factus, constructed at public expense, 2.15.2.