πενταπλάσιος

From LSJ
Revision as of 05:30, 10 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1ba)

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πενταπλᾰσιος Medium diacritics: πενταπλάσιος Low diacritics: πενταπλάσιος Capitals: ΠΕΝΤΑΠΛΑΣΙΟΣ
Transliteration A: pentaplásios Transliteration B: pentaplasios Transliteration C: pentaplasios Beta Code: pentapla/sios

English (LSJ)

α, ον, Ion. πεντα-πλήσιος, η, ον,

   A five-fold, Hdt.6.13, Arist. Pol.1265b22 ; π. τινός five times as large as... ib.1266b6 ; five times as much, Orib.Fr.99. Adv. -ως LXX Ge.43.34.

German (Pape)

[Seite 557] ion. -πλήσιος, Her. 6, 13, fünffach, Arist. pol. 2, 6 u. Folgde.

Greek (Liddell-Scott)

πενταπλάσιος: -α, -ον, Ἰων. -πλήσιος, η, ον, ὡς καὶ νῦν, πεντάκις μεγαλείτερος, Ἡρόδ. 6. 12, Ἀριστ. Πολιτ. 2. 6, 15· π. τινος, πεντάκις μεγαλείτερός τινος, αὐτόθι 2. 7, 4· Ἐπίρρ. -ως, Ἑβδ. (Γένεσ. ΜΓ΄, 34).

French (Bailly abrégé)

α, ον :
cinq fois aussi grand, quintuple.
Étymologie: πέντε, -πλασιος.

Greek Monolingual

-α, -ο / πενταπλάσιος, -ία, -ον και ιων. τ. πενταπλήσιος, -ίη, -ον, ΝΑ
αυτός που είναι πέντε φορές περισσότερος ή μεγαλύτερος από κάτι άλλο που λαμβάνεται ως μονάδα
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το πενταπλάσιο
ποσότητα πέντε φορές μεγαλύτερη από μια άλλη.
επίρρ...
πενταπλασίως ΝΑ
σε πενταπλάσια ποσότητα, ή ένταση ή σε πενταπλάσιο μέγεθος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -πλάσιος].

Greek Monotonic

πενταπλάσιος: -α, -ον, Ιων. -πλήσιος, -η, -ον, πέντε φορές μεγαλύτερος, σε Ηρόδ.· πενταπλάσιός τινος, πέντε φορές πιο μεγάλος όσο..., σε Αριστ.

Russian (Dvoretsky)

πενταπλάσιος: ион. πενταπλήσιος 3 впятеро больший Her., Arst.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πενταπλάσιος -ον, Ion. πενταπλήσιος [πέντα, ~ διπλάσιος] vijfvoudig; met gen. vijfmaal:. πενταπλασίαν... τῆς ἐλαχίστης ( κτήσεως ) vijfmaal het kleinste (grondbezit) Aristot. Pol. 1266b6.

Middle Liddell

πεντα-πλάσιος, η, ον
five-fold, Hdt.; π. τινος five times as large as . . , Arist.