προσαποφαίνω
ὅτι μέντοι καὶ ἡ χρῆσις τῶν τρόπων, ὥσπερ τἆλλα πάντα καλὰ ἐν λόγοις, προαγωγὸν ἀεὶ πρὸς τὸ ἄμετρον, δῆλον ἤδη, κἂν ἐγὼ μὴ λέγω → however, it is also obvious, even without my saying so, that the use of figures of speech, like other literary adornments, is something that has always tempted toward excess
English (LSJ)
show or prove besides, Pl.Plt.287a:—Med., Arist.Metaph.1089b16, Plu.2.152b.
German (Pape)
[Seite 751] noch dazu zeigen. darthun, Plat. Polit. 287 a u. Plut., auch med.
French (Bailly abrégé)
déclarer ou exposer en outre;
Moy. προσαποφαίνομαι m. sign.
Étymologie: πρός, ἀποφαίνω.
Russian (Dvoretsky)
προσαποφαίνω: тж. med. сверх того показывать Plat., Arst., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
προσαποφαίνω: ἀποφαίνω, ἀποδεικνύω προσέτι, Πλάτ. Πολιτ. 287Α. ― Μέσ., Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 13. 2, 15, Πλούτ. 2. 152Β.
Greek Monolingual
Α
(το ενεργ. και μέσ.) αποδεικνύω κάτι ακόμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + ἀποφαίνω / -ομαι «αποκαλύπτω, επιδεικνύω»].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προσ-αποφαίνω ook nog aantonen.