μετοικοφύλαξ

From LSJ
Revision as of 17:55, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετοικοφύλαξ Medium diacritics: μετοικοφύλαξ Low diacritics: μετοικοφύλαξ Capitals: ΜΕΤΟΙΚΟΦΥΛΑΞ
Transliteration A: metoikophýlax Transliteration B: metoikophylax Transliteration C: metoikofylaks Beta Code: metoikofu/lac

English (LSJ)

[ῠ], ᾰκος, ὁ,

   A overseer and guardian of the μέτοικοι, X.Vect.2.7.

German (Pape)

[Seite 161] ακος, ὁ, Aufseher u. Beschützer der μέτοικοι, Xen. Vect. 2, 7; Suid. Vgl. προστάτης.

Greek (Liddell-Scott)

μετοικοφύλαξ: ὁ, ἡ, ἐπόπτης καὶ προστάτης τῶν μετοίκων, Ξεν. Πόροι 2, 7.

French (Bailly abrégé)

ακος (ὁ) :
à Athènes magistrat chargé du service concernant les métèques.
Étymologie: μέτοικος, φύλαξ.

Greek Monolingual

μετοικοφύλαξ, ὁ (Α)
φύλακας, επιστάτης ή προστάτης τών μετοίκων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέτοικος + φύλαξ.

Greek Monotonic

μετοικοφύλαξ: ὁ, ἡ, φύλακας των μετοίκων, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

μετοικοφύλαξ: ᾰκος (ῠ) ὁ уполномоченный по делам метэков Xen.

Middle Liddell

μετοικο-φύλαξ, ακος,
guardian of the μέτοικοι, Xen.