Πύλος
τί δ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ, ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι; → What if he should have a radish shoved up his ass because he trusted you and then have hot ashes rip off his hair? What argument will he be able to offer to prevent himself from having a gaping-anus | but suppose he trusts in your advice and gets a radish rammed right up his arse, and his pubic hairs are burned with red-hot cinders. Will he have some reasoned argument to demonstrate he's not a loose-arsed bugger
English (LSJ)
[ῠ], ὁ and ἡ Pylos, A ἐν Π. ἠγαθέῃ Il.1.252; Πύλου ἱερῆς Od. 21.108, cf. Pi.P.5.70, Ar.Eq.1058, Th.4.39, etc.; but Π. ἠμαθόεντος Il.2.77, al., Hes.Sc.360; λέγεται καὶ θηλυκῶς καὶ ἀρσενικῶς St.Byz.: masc. in Str., 8.3.26 (sg. and pl.), al.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ, ἡ)
Pylos :
1 ville d’Élide;
2 ville de Messénie, patrie de Nestor.
Étymologie: DELG πύλη.
English (Autenrieth)
Pylos.—(1) a city in Messenian Elis, on the coast opposite the southern extremity of the island of Sphacteria; the home of Neleus and Nestor. Under the epithet ‘sandy’ Pylos the entire region is designated, Il. 2.77, Od. 3.4.—(2) a city in Triphylia of Elis, south of the Alphēus, Il. 11.671 ff. —(3) see πύλος.
English (Slater)
Πῠλος city of Messenia ( (P. 6.35) ) founded by Neleus. ἐπεὶ ἀντίον τῶς ἂν τριόδοντος Ἡρακλέης σκύταλον τίναξε χερσίν, ἁνίκ' ἀμφὶ Πύλον σταθεὶς ἤρειδε Ποσειδάν; (O. 9.31) δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες, Ἐννοσίδα γένος, αἰδεσθέντες ἀλκάν, ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ ἄκρας Ταινάρου (sc. ἦλθον: i. e. Periklymenos and Euphamos: Νηλέως γὰρ ὁ Περικλύμενος, ὁ δὲ Νηλεὺς Ποσειδῶνος υἱός Σ.) (P. 4.174) μαντήιον· τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε (sc. Ἀπόλλων: ἀπὸ τῆς Πύλου τὴν Μεσσήνην σημαίνει. τριμερὴς δὲ ἡ τῶν Ἡρακλειδῶν διαίρεσις· οἱ μὲν γὰρ Ἀριστοδήμου παῖδες ἔσχον τὴν Λακωνικήν, ὁ δὲ Τήμενος τὸ Ἄργος, ὁ δὲ Κρεσφόντης τὴν Μεσσήνην Σ.) (P. 5.70)
Greek Monotonic
Πύλος: [ῠ], ὁ και ἡ, Πύλος, η πόλη και ο τόπος στην Τριφυλία της Πελοποννήσου, όπου βασίλευε ο Νέστορας, σε Όμηρ.· δύο πόλεις με το ίδιο όνομα υπήρχαν στην Ήλιδα και τη Μεσσηνία, και συχνά συγχέονται με την Πύλο της Τριφυλίας.
Russian (Dvoretsky)
Πύλος: ἡ, эп. тж. ὁ (ῠ) Пилос
1) город в Трифилии - Элида Xen.;
2) город в сев. Элиде, на реке Пеней Xen.;
3) город на зап. побережье Мессении, владение Нестора Hom. etc.
Middle Liddell
Πῠ́λος, ὁ, ἡ,
Pylos, a town and district of Triphylia in Peloponnesus, where Nestor ruled, Hom. Two towns of the same name, in Elis and Messenia, are often confounded with Triphylian Pylos.