φυγοδέμνιος
κούφα σοι χθὼν ἐπάνωθε πέσοι → may earth lie lightly on thee, may the earth rest lightly on you, may the ground be light to you, may the earth be light to you
English (LSJ)
ον, shunning the marriage bed, of Pallas, AP6.10 (Antip.).
German (Pape)
[Seite 1312] das Bett, bes. das Ehebett, die Che fliehend, ehescheu; φ. κούρα heißt Pallas bei Antp. Sid. 12 (VI, 10).
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui fuit le mariage.
Étymologie: φεύγω, δέμνιον.
Russian (Dvoretsky)
φῠγοδέμνιος: бегущий от брачного ложа, убегающий от брачных уз (Διὸς κούρα, т. е. Παλλάς Anth.).
Greek (Liddell-Scott)
φυγοδέμνιος: -ον, ὁ ἀποφεύγων συζυγικὴν κλίνην, ἐπὶ τῆς Παλλάδος, Ἀνθ. Παλατ. 6. 10· ― ὡσαύτως φυγόδεμνος, ον, Νόνν. Διονυσ. 2. 98, κλπ.
Greek Monolingual
-ον, Α
(για την Παλλάδα) αυτός που αποφεύγει την συζυγική κλίνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φυγο- (< θ. φυγ- του αορ. β' ἔ-φυγ-ον του ρ. φεύγω) + -δέμνιος (< δέμνιον «στρώμα, κρεβάτι»), πρβλ. φιλο-δέμνιος].
Greek Monotonic
φῠγοδέμνιος: -ον, αυτός που αποφεύγει τη συζυγική κλίνη, σε Ανθ.
Middle Liddell
φῠγο-δέμνιος, ον,
shunning the marriage-bed, Anth.