παλιρρύμη

From LSJ
Revision as of 07:35, 27 March 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "D.S." to "D.S.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἐάν γάρ ἀποδιδῷ τις τί ἐστιν αὐτῶν ἑκατέρῳ τό ζῴῳ εἶναι, ἴδιον ἑκατέρου λόγον ἀποδώσει (Aristotle, Categoriae 1a) → For if anyone gives an explanation of what it is for each of them to be an animal, he will give the same explanation of each

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰλιρρύμη Medium diacritics: παλιρρύμη Low diacritics: παλιρρύμη Capitals: ΠΑΛΙΡΡΥΜΗ
Transliteration A: palirrýmē Transliteration B: palirrymē Transliteration C: palirrymi Beta Code: palirru/mh

English (LSJ)

or παλινρύμη [ῡ], ἡ, rush backwards, back-flow, τοῦ σάλου Plu.Flam.10; παλιρρύμη τύχης a reverse of fortune, Plb. 15.7.1, D.S.3.51 (mostly and perhaps rightly written divisim in codd.).

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
mouvement en sens inverse, retour.
Étymologie: πάλιν, ῥέω.

German (Pape)

ἡ, Rückwärtsbewegung, Pol. 15.7.1, τῆς τύχης, wo Bekker πάλιν ῥύμην schreibt (wie Plut. Flam. 10) und παλιρρυμίαν vermutet.

Russian (Dvoretsky)

πᾰλιρρύμη: Polyb. πᾰλινρύμη (ῠ) ἡ
1 обратное движение, отлив (τοῦ σάλου Plut.);
2 превратность (τύχης Polyb.).

Greek (Liddell-Scott)

πᾰλιρρύμη: ἢ παλινρύμη [ῡ], ἡ, ἡ πρὸς τὰ ὀπίσω ὁρμὴ ἢ φορά, ἡ πρὸς τὰ ὀπίσω ὁρή, τοῦ σάλου Πλουτ. Φλαμιν. 10· τῆς τύχης … παλιρρύμην, καταδρομήν, καταφορὰν τῆς τύχης, Πολύβ. 15. 7, 1, Διόδ. 3. 51, ἔνθα τὰ Ἀντίγραφα πάλιν ῥύμη, ὡς παρὰ Πλουτ. ἔνθ’ ἀνωτ.

Greek Monolingual

παλιρρύμη και παλινρύμη, ἡ (Α)
1. η προς τα πίσω κίνηση
2. φρ. «παλιρρύμη τῆς τύχης» — η μεταστροφή της τύχης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + ῥύμη «ροπή, δύναμη, ορμή»].

Greek Monotonic

πᾰλιρρύμη: [ῡ], ἡ, ορμή προς τα πίσω, ροή προς τα πίσω, σε Πλούτ.

Middle Liddell

πᾰλιρ-ρύ¯μη, ἡ,
a rush backwards, back-flow, Plut.