ἀπομιμνῄσκομαι
δήλωσιν ποιούμενος ὅτι ὁ ἐντυγχάνων τοῖς τε λίθοις καὶ τοξεύμασι διεφθείρετο → intimating that it was a mere matter of chance who was hit and killed by stones and bow-shots
English (LSJ)
fut. -μνήσομαι, aor. -εμνησάμην:—remember, recognize: hence, repay, τῷ οἱ ἀπεμνήσαντο [χάριν] Il.24.428; ἀπεμνήσαντο χάριν εὐεργεσιάων for benefits, hes.Th.503; αὐτῷδὲ.. χάριν ἀπομνήσεσθαι ἀξίαν Th.1.137, cf. E.Alc.299.
Spanish (DGE)
recordar, reconocer χάριν pagar un favor Hes.Th.503, E.Alc.299, Th.1.137, CEG 177.9 (Janto V/IV a.C.), c. gen. ἑκάστου Polyaen.4.6.2
•tener reconocimiento, agradecimiento c. dat. οἱ ἀπομνήσαντο Il.24.428.
French (Bailly abrégé)
conserver le souvenir : τινι χάριν ἀπ. ou abs. ἀπ. τινι conserver de la reconnaissance à qqn.
Étymologie: ἀπό, μιμνῄσκομαι.
Greek Monotonic
ἀπομιμνῄσκομαι: μέλ. -μνήσομαι, αόρ. αʹ -εμνησάμην· αποθ.· θυμάμαι πλήρως· χάριν ἀναμιμνῄσκομαι, αναγνωρίζω την ευεργεσία που μου έχει γίνει, ανταποδίδω αυτή τη χάρη, αισθάνομαι ευγνώμων, σε Ομήρ. Ιλ., Θουκ.
Russian (Dvoretsky)
ἀπομιμνῄσκομαι: (aor. ἀπέμνησα)
1 хранить в памяти, помнить: ἀπομνήσεσθαι χάριν τινός Hes. отблагодарить за что-л., τινί Thuc. кого-л.;
2 быть благодарным, (aor.) отблагодарить (τινι Hom.).
German (Pape)
(μιμνῄσκω), dep. pass., p. auch aor. med., sich erinnern, τῷ οἱ ἀπεμνήσαντο, sie gedachten es ihm im Guten, Il. 24.428; τινὶ χάριν εὐεργεσιάων Hes. Th. 503; χάριν ἀξίαν ἀπομνήσεσθαι, τινί, Thuc. 1.137; im Bösen gedenken.