δευτεραῖος
Ἡ γλῶσσα πολλοὺς εἰς ὄλεθρον ἤγαγεν → Multis hominibus lingua perniciem attulit → Die Zunge brachte viele ins Verderben schon
English (LSJ)
α, ον, on the second day, usually agreeing with the subject of the Verb, δ. ἐκ τοῦ Ἀθηναίων ἄστεος ἦν ἐν Σπάρτῃ Hdt.6.106, cf. X.Cyr.5.2.2, etc.; also τῇ δευτεραίῃ (sc. ἡμέρᾳ) Hdt.4.113.
Spanish (DGE)
-α, -ον
en el segundo día, al día siguiente gener. como pred. del suj. δ. ἐκ τοῦ Ἀθηναίων ἄστεος ἦν ἐν Σπάρτῃ Hdt.6.106, δευτεραῖοι ... γίγνονται πρὸς τῷ Γωβρύα χωρίῳ X.Cyr.5.2.2, αὗται γὰρ καὶ αὐθημερὸν ἀποπνίγουσι καὶ δευτεραῖαι éstas causan asfixia el mismo día o el segundo Hp.Prog.23, cf. SIG 982.6 (Pérgamo II a.C.), Vett.Val.27.10, 13, κατέλαβον ἐκεῖνον μὲν ἔνδον κείμενον δευτεραῖον Is.6.41, δευτεραῖοι παρεγένοντο PCair.Zen.736.39 (III a.C.), δ. ... εἰς Ἄργος ... ἦλθε dos días después llegó a Argos Plb.2.70.4, cf. Act.Ap.28.13, δ. εἰς Σίγειον κατέπλευσεν D.S.13.39, δ. θυσίαν ἐπετέλεσε D.S.19.24, cf. 16.68, δ. εἰς Σπάρτην ἐξ Ἀθηνῶν ... ἀφιγμένος habiendo llegado a Esparta al día siguiente de partir de Atenas Plu.2.862a
•como pred. del compl. dir. δευτεραίους συνήλασεν αὐτοὺς εἰς Ὠβά I.AI 1.178
•τῇ δευτεραίῃ (sc. ἡμέρᾳ) mismo sent., Hdt.4.113, Hp.Steril.230.
German (Pape)
[Seite 552] am zweiten Tage, ἦν ἐκ τοῦ ἄστεος ἐν Σπάρτῃ Her. 6, 106; δευτεραῖοι ἦλθον Xen. Cyr. 5, 2, 1; Pol. 2, 70 u. Sp. Auch τῇ δευτεραίᾳ ἦλθε, Her. 4, 113.
French (Bailly abrégé)
α, ον :
1 du second jour, qui se fait ou arrive le second jour : δευτεραῖοι ἦλθον XÉN ils arrivèrent le second jour;
2 en parl. du jour second par ordre de dates : τῇ δευτεραίῃ ion. s.e. ἡμέρῃ HDT le second jour.
Étymologie: δεύτερος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δευτεραῖος -α -ον [δεύτερος] Ion. f. δευτεραίη, op, van de tweede dag, de volgende dag: pred.:; δευτεραῖοι γίγνονται zij kwamen de volgende dag Xen. Cyr. 5.2.2; subst. f. (sc. ἡμέρα) de dag erna:. τῇ δευτεραίῃ op de volgende dag Hdt. 4.113.3.
Russian (Dvoretsky)
δευτεραῖος: приходящий, являющийся на другой день: δ. ἦλθον Xen., Polyb. он пришел на следующий день; δ. ἦν ἐν Σπάρτῃ Her. на другой день он был в Спарте.
English (Strong)
from δεύτερος; secondary, i.e. (specially) on the second day: next day.
English (Thayer)
δευτεραια, δευτεραιον (δεύτερος) (Herodotus, Xenophon, others), of or belonging to the second; of one who comes, or does a thing, on the second day (cf. τριταῖος, τεταρταῖος, etc.): δευτεραῖοι ἤλθομεν, Winer's Grammar, § 54,2; (Buttmann, § 123,9).
Greek Monolingual
δευτεραῖος, -α, -ον (Α)
1. αυτός που γίνεται ή πράττει κάτι τη δεύτερη μέρα
2. το θηλ. ως ουσ. φρ. «τῇ δευτεραίᾳ», «τῇ δευταραίη» — κατά τη δεύτερη μέρα, την επομένη.
Greek Monotonic
δευτεραῖος:, -α, -ον (δεύτερος), στη δεύτερη ημέρα, σε συμφωνία με το υποκ. του ρήματος, δευτεραῖος ἦν ἐν Σπάρτῃ, σε Ηρόδ.· αλλά, επίσης, τῇ δευτεραίῃ (ενν. ἡμέρᾳ), στον ίδ.
Greek (Liddell-Scott)
δευτεραῖος: -α, -ον, κατὰ τὴν δευτέραν ἡμέραν, δευτεραῖος ἦν ἐν Σπάρτῃ Ἡρόδ. 6. 106· οὕτω, Ξεν. Κύρ. 5. 2, 2, κτλ.· ἀλλ’ ὡσαύτως, τῇ δευτεραίῃ [ἐνν. ἡμέρᾳ], Ἡρόδ. 4. 113.
Middle Liddell
δεύτερος
on the second day, agreeing with the subject of the Verb, δευτεραῖος ἦν ἐν Σπάρτηι Hdt.; but also, τῆι δευτεραίηι [sc. ἡμέραι] Hdt.
Chinese
原文音譯:deutera‹oj 丟帖來哦士
詞類次數:形容詞(1)
原文字根:(更多)二
字義溯源:第二天;源自(δεύτερον / δεύτερος)=第二的);而 (δεύτερον / δεύτερος)出自(δύο / δισμυριάς)*=二)
出現次數:總共(1);徒(1)
譯字彙編:
1) 第二天(1) 徒28:13