εκτροπή

From LSJ

δι' ἐμοῦ βασιλεῖς βασιλεύουσιν, καὶ οἱ δυνάσται γράφουσιν δικαιοσύνην → through me kings rule, and princes dictate justice (Proverbs 8:15, LXX version)

Source

Greek Monolingual

η (AM ἐκτροπή)
απομάκρυνση από την αρχική κατεύθυνση, απόκλιση
νεοελλ.
(πυροβ.)
1. απόκλιση του βλήματος από το κατακόρυφο επίπεδο βολής
2. (κοσμογρ.) η απομάκρυνση κινούμενου σώματος από την κανονική του τροχιά
αρχ.
1. (ειδ.) παροχέτευση νερού ποταμού με διώρυγα
2. διώρυγα
3. αποφυγή, έκκλιση, αποστροφή
4. (για λόγο) παρέκβαση, το σημείο όπου γίνεται η παρέκβαση
5. διακλάδωση, διχασμός δρόμου, σταυροδρόμι
6. (για δρόμο) στροφή
7. πάροδος, παράμερος δρόμος, μονοπάτι
8. διακλάδωση διώρυγας
9. (για όνομα) παραλλαγή, άλλος τύπος
10. (για ποταμό) ξεχείλισμα
11. αλλαγή βίου, μεταβολή τρόπου ζωής
12. ωροσκόπος
13. διανοητική παράκρουση
14. αστρολ. η στιγμή του τοκετού
15. ιατρ. αναστροφή του βλεφάρου.