χρυσόθρονος

From LSJ

ὦ Θάνατε Θάνατε, νῦν μ' ἐπίσκεψαι μολών → o Death, Death, come now and lay your eyes on me | o death death, come now and look upon me

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρῡσόθρονος Medium diacritics: χρυσόθρονος Low diacritics: χρυσόθρονος Capitals: ΧΡΥΣΟΘΡΟΝΟΣ
Transliteration A: chrysóthronos Transliteration B: chrysothronos Transliteration C: chrysothronos Beta Code: xruso/qronos

English (LSJ)

χρυσόθρονον, with throne of gold, golden-throned, epithet of Hera, Artemis and Eos, Il.1.611, al.; of Cyrene, Pi.P.4.260; of Isis, Hymn.Is. 7:—poet. word (v. Ar.Av.950 (lyr.)), used by Jul.Caes.307d.

German (Pape)

[Seite 1380] golden thronend, auf goldenem Sitze, Throne, bei Hom. Beiwort der Hera, der Artemis u. der Eos, bei Pind. Κυράνα, Ἥρα, P. 4, 260 N. 1, 37; Ar. Av. 950.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
au siège ou au trône d'or.
Étymologie: χρυσός, θρόνος.

Russian (Dvoretsky)

χρῡσόθρονος: восседающий на золотом троне, златопрестольный (Ἣρη Hom., Pind.; sc. Ἀπόλλων Arph.).

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσόθρονος: -ον, ὁ ἔχων θρόνον ἐκ χρυσοῦ, καθήμενος ἐπὶ χρυσοῦ θρόνου, ἐπίθετον τῆς Ἥρας, τῆς Ἀρτέμιδος καὶ τῆς Ἠοῦς, Ἰλ. Α. 611, κ. ἀλλ.· τῆς Κυρήνης, Πινδ. Π. 4. 464· - ποιητ. λέξις (ἴδε Ἀριστοφ. Ὄρν. 950), ἐν χρήσει παρ’ Ἰουλιανῷ 307D.

English (Slater)

χρῡσόθρονος, -ον throned in gold χρυσοθρόνου Κυράνας (P. 4.260) χρυσόθρονον Ἥραν (N. 1.37) ματρί τε χρυσοθρόνῳ (Demeter) ?fr. 346c. 2.

Greek Monolingual

-η, -ο / χρυσόθρονος, -ον, ΝΜΑ
αυτός που κάθεται σε χρυσό θρόνο («χρυσόθρονος Ἄρτεμις», Ομ. Οδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + -θρονος, β' συνθετικό που ανάγεται είτε στη λ. θρόνος είτε στη λ. θρόνον «στολίδι» (πρβλ. ποικιλόθρονος)].