ἀποσυνάγωγος

From LSJ

οὐ δικαίως θάνατον ἔχθουσιν βροτοί, ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν → unjustly men hate death, which is the greatest defence against their many ills | men are not right in hating death, which is the greatest succour from our many ills

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποσυνάγωγος Medium diacritics: ἀποσυνάγωγος Low diacritics: αποσυνάγωγος Capitals: ΑΠΟΣΥΝΑΓΩΓΟΣ
Transliteration A: aposynágōgos Transliteration B: aposynagōgos Transliteration C: aposynagogos Beta Code: a)posuna/gwgos

English (LSJ)

[ᾰγ], ον, expelled from the synagogue, Ev.Jo.9.22, etc.

Spanish (DGE)

-ον
1 excluido de la sinagoga, expulsado de la sinagoga συνετέθειντο ... ἵνα ἐάν τις ... ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀ. γένηται Eu.Io.9.22, cf. Epiph.Const.Haer.69.81.
2 expulsado de la Iglesia, excomulgado αὐτὸν ... ὡς φονέα ἀδελφοῦ Const.App.2.43.1, cf. 4.8.3.

German (Pape)

[Seite 328] aus der Synagoge gestoßen, N.T.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
exclu de la synagogue.
Étymologie: ἀπό, συναγωγή.

Russian (Dvoretsky)

ἀποσυνάγωγος: отлученный от синагоги NT.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποσυνάγωγος: -ον, ὁ ἀποβληθεὶς τῆς συναγωγῆς, Εὐαγγ. κ. Ἰω. θ΄, 22, κτλ.

English (Strong)

from ἀπό and συναγωγή; excommunicated: (put) out of the synagogue(-s).

English (Thayer)

ἀποσυναγωγον (συναγωγή, which see), excluded from the sacred assemblies of the Israelites; excommunicated, (A. V. put out of the synagogue): Winer s (or Riehm) RWB under the word Bann; Wieseler on Romans, pp. 304-306; cf. B. D. under the word Smith's Bible Dictionary, Excommunication). (Not found in secular authors.)

Greek Monolingual

(AM ἀποσυνάγωγος, -ον) συναγωγή
1. αυτός που έχει εκδιωχθεί από τη Συναγωγή
2. ο απόβλητος, ο αποκηρυγμένος.

Greek Monotonic

ἀποσυνάγωγος: -ον (συναγωγή), αυτός που έχει εκδιωχθεί από την εβραϊκή συναγωγή, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

συναγωγή
put out of the synagogue, NTest.

Chinese

原文音譯:¢posun£gwgoj 阿普-尋-阿哥哥士
詞類次數:形容詞(3)
原文字根:從-共同-帶領
字義溯源:被革除,趕出會堂;由(ἀπό / ἀπαρτί / ἀποπέμπω)*=出)與(συναγωγή)=會堂)組成;其中 (συναγωγή)出自(συνάγω)=聚集),而 (συνάγω)又由(σύν / συνεπίσκοπος)*=同)與(ἄγω)*=帶領)組成。在新約時期有些猶太人的會堂,他們革除會員有三種方式:
1)申誡(rebuke);期限是七至卅天
2)隔離(thrusting out,趕出去);期限是卅天。普通是經由十人會議通過,用吹角號來宣佈。在這個期限中,被處分的人不准參加聚會,特別是公共的禱告聚會,會員與他最少要保持四肘(約合2公尺)的距離
3)革除(real excommunication)。如果其他各種方法都達不到果效時,就會宣布這個革除;期限是不定期。受處分的人被看作像死亡(不存在,麻木不仁)一樣。此外,因怕受同樣處分,所以其他會員都不敢去接觸那受處分的人。至於約翰九章那個被治愈的瞎子被趕出去( 約9:34),究竟要列入那一方式?文生(Vincent)說,該屬第(2)方式。史拉格(Schrage)卻認為這是獨立的單一事件:凡是認耶穌是基督的,就要把他趕出會堂( 約9:22)。(摘自聖經文庫)
出現次數:總共(3);約(3)
譯字彙編
1) 趕出會堂(3) 約9:22; 約12:42; 約16:2