ἐφέτης

From LSJ

οὗτος μὲν ὁ πιθανώτερος τῶν λόγων εἴρηται, δεῖ δὲ καὶ τὸν ἧσσον πιθανόν, ἐπεί γε δὴ λέγεται, ῥηθῆναι → this is the most credible of the stories told; but I must relate the less credible tale also, since they tell it

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐφέτης Medium diacritics: ἐφέτης Low diacritics: εφέτης Capitals: ΕΦΕΤΗΣ
Transliteration A: ephétēs Transliteration B: ephetēs Transliteration C: efetis Beta Code: e)fe/ths

English (LSJ)

ἐφέτου, ὁ,
A commander, in plural, A.Pers.79 (lyr.).
II ἐφέται, οἱ, at Athens, the Ephetae, a court which tried cases of homicide under the ἄρχων βασιλεύς, IG12.115, Decr. ap. And.1.78, prob. in Arist.Ath.57.4, Lexap.D.23.37, Harp.
III judge of appeals, Just.Nou.49 Pr. 2.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
1 éphète, juge au criminel et sans appel, à Athènes;
2 p. ext. juge suprême ; chef suprême, chef.
Étymologie: ἐφίημι.

Russian (Dvoretsky)

ἐφέτης: ου ὁ
1 эфет (член судейской коллегии эвпатридов в Афинах, окончательной инстанции по уголовным делам и апелляционной - по гражданским, ἐφέται заседали по четырем судебным установлениям: ἐπὶ Παλλαδίῳ - о неумышленных убийствах, ἐπὶ Δελφινίῳ - об убийствах в условиях самозащиты, ἐπὶ Πρυτανείῳ - о вещах и животных, послуживших причиной чьей-л. насильственной смерти, ἐν Φρεαττοῖ - об убийстве, совершенном теми, кто уже подвергся изгнанию за неумышленное убийство; заседания происходили под председательством ἄρχων βασιλεύς; дела об умышленных убийствах разбирались Ареопагом; коллегия эфетов состояла из 51 человека) Dem., Arst., Plut.,;
2 начальник, предводитель, вождь, Aesch.

Greek (Liddell-Scott)

ἐφέτης: -ου, (ἐφίημι) «ἡγεμών» Ἡσύχ., Αἰσχύλ. Πέρσ. 80. ΙΙ. ἐφέται, οἱ, «δικαστῶν εἶδος Ἀθήνησι τῶν ἐφ’ αἵματι δικαζόντων» καὶ «κυρίως δὲ οἱ τὰς φονικὰς δίκας Ἀθήνησι δικάζοντες» Ἡσύχ.· - «ἐφέται τὸν μὲν ἀριθμὸν εἷς καὶ πεντήκοντα, Δράκων δὲ αὐτοὺς κατέστησεν ἀριστίνδην αἱρεθέντας· ἐδίκαζον δὲ καὶ τοῖς ἐφ’ αἵματι διωκομένοις ἐν τοῖς πέντε δικαστηρίοις» Πολυδ. Η΄, 125, Ἀνδοκ. 10. 43. πρβλ. Πλουτ. Σόλωνα 19· μετὰ δὲ τὴν ἵδρυσιν τῆς ἐξ Ἁρείου Πάγου βουλῆς, ἥτις ἀνέλαβε πάσας τὰς ἐκ προνοίας (προμελέτης) φονικὰς δίκας, οἱ ἐφέται ἐδίκαζον μόνον τὰς ἐλαφροτέραν ποινὴν συνεπαγομένας ἀνθρωποκτονίας εἰς τὰ τέσσαρα δικαστήρια: ἐν Δελφινίῳ, ἐν Παλλαδίῳ, ἐν Πρυτανείῳ καὶ ἐν Φρεαττοῖ, Δημ. 643-646, Ἀριστ. Ἀποσπ. 417-19, κλ.

Greek Monolingual

ο (ΑΜ ἐφέτης)
ανώτερος δικαστής που δικάζει τις εφέσεις
νεοελλ.
δικαστικός λειτουργός που αποτελεί μέλος του εφετείου
μσν.-αρχ.
1. ηγεμόνας, άρχοντας (α. «στυμφελοῖς ἐφέταις», Αισχύλ.
β. μτφ. «ἐκκλησίας δομῆτορ... τῶν ἐφετών ἡ ἀκρότης, τῶν πιστῶν τὸ στήριγμα, μόνε φιλάνθρωπε», Μηναί.)
2. δικαστής υποθέσεων φόνου
αρχ.
πληθ. oἱ ἐφέται
(στην Αθήνα) αιρετή αρχή δικαστών οι οποίοι αποφάσιζαν σε περί φόνων δίκες («ἐάν δὲ τις ἀνδροφόνον κτείνῃ ἤ αἴτιος ᾖ φόνου... ἐν τοῖς αὐτοῖς ἐνέχεσθαι, διαγιγνώσκειν δὲ τοὺς ἐφέτας», Δημοσθ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Υπάρχουν δύο ομότυπα σύνθετα με διαφορετική σημασία
το ένα είναι παράγωγο του ρ. ἐφίημι (< επί + ἵημι «ρίπτω»), ενώ το άλλο του ρ. ἐφίεμαι «επιθυμώ». Από το τελευταίο αυτό παράγεται το μοναδικό παράγωγο εφετμή].

Greek Monotonic

ἐφέτης: -ου, ὁ (ἐφίημι),·
I. ηγεμόνας, άρχοντας, σε Αισχύλ.
II. ἐφέται, οἱ, στην Αθήνα, το Εφετείο, δικαστήριο των Ευπατρίδων, που δημιουργήθηκε από τον Δράκοντα για να εκδικάζει υποθέσεις ανθρωποκτονιών, σε Πλούτ.

Middle Liddell

ἐφέτης, ου, ἐφίημι
I. a commander, Aesch.
II. ἐφέται, οἱ, at Athens, the Ephetae, a court of Eupatridae, created by Draco to try cases of homicide, Plut.