ἡμίθεος
ἀποθανέτω ψυχή μου μετὰ τῶν ἀλλοφύλων → I will be ruined together with the enemy, let me die with the Philistines
English (LSJ)
Aeol. αἰμίθεος Alc.Supp.8.13, Dor. ἁμίθεος Theoc.18.18 codd., ἡμίσῐος Alcm. 23.7: ὁ:—
A demigod, ἀνδρῶν ἡρώων θεῖον γένος, οἳ καλέονται ἡμίθεοι Hes.Op.160, cf. h.Hom.31.19, 32.19, Pi.P.4.184, Pl.Ap.28c, Isoc.9.70, etc.; once in Hom. (if genuine), ἡμιθέων γένος ἀνδρῶν Il.12.23.
II Pythagorean name for five, Theol.Ar.32.
German (Pape)
[Seite 1168] ὁ, Halbgott; ἄνδρες Il. 12, 23; das sind ἄνδρες ἥρωες, Hes. O. 158. So heißen die Argonauten Pind. P. 4, 12. 211; Ἀχαιοί, Eur. I. A. 173; Ar. Ran. 1060 u. sp. D., wie Ap. Rh. 4, 1642. Auch in Prosa, Isocr. 4, 84 Xen. conv. 8, 31 u. Sp.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
demi-dieu.
Étymologie: ἡμι-, θεός.
Russian (Dvoretsky)
ἡμίθεος: дор. ἀμίθεος и ἁμίθεος (ᾱ, ῐ) ὁ полубог (ἡμιθέων γένος ἀνδρῶν Hom.; ἀνδρῶν ἡρώων θεῖον γένος, οἱ καλέονται ἡμίθεοι Hes.; θεοὶ καὶ ἡμίθεοι Isocr.).
Greek (Liddell-Scott)
ἡμίθεος: Δωρ. ἁμίθεος, Θεόκρ., ὁ, κατὰ τὸ ἥμισυ θεός, ὡς τὸ Ὁμηρικὸν ἥρως· ― ἀνδρῶν ἡρώων θεῖον γένος, οἳ καλέονται ἡμίθεοι Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 159, πρβλ. Ὕμν. Ὁμ. 31. 18., 32. 19· ἀκολούθως συχν. παρὰ Πινδ., κτλ.· ― τὸ μόνον χωρίον ἔνθα ἀπαντᾷ ἡ λέξις παρ᾿ Ὁμ. εἶναι ὕποπτον, ἡμιθέων γένος ἀνδρῶν Ἰλ. Μ. 23.
English (Autenrieth)
demi-god, pl., Il. 12.23†.
English (Slater)
ἡμῐθεος demigod, hero, of the Argonauts. ἡμιθέοισιν Ἰάσονος αἰχματᾶο ναύταις (P. 4.12) ἡμιθέοισιν πόθον ἔνῃαιεν Ἤρα (P. 4.184) κεῖνος ἡμιθέων πλόος (P. 4.211)
Greek Monolingual
ο (Α ἡμίθεος και αιολ. τ. αἰμίθεος και δωρ. ἁμίθεος)
νεοελλ.
μτφ. ανδρείος, ένδοξος, διάσημος άνδρας κατά τον νου ή τα έργα
αρχ.
1. ήρωας του οποίου ο ένας από τους δύο γονείς ήταν θεός
2. πυθαγόρεια ονομασία του αριθμού πέντε.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + θεός.
Greek Monotonic
ἡμίθεος: Δωρ. ἁμίθεος, ὁ, ο ημίθεος, ο κατά το ήμισυ θεός, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.
Middle Liddell
a half-god, demigod, Il., Hes.
Lexicon Thucydideum
Translations
demigod
Arabic: نِصْف إِلٰه; Armenian: կիսաստված, դյուցազն; Belarusian: паўбог; Bulgarian: полубог; Catalan: semidéu, semideessa; Chinese Mandarin: 半神半人, 半神; Czech: polobůh; Danish: halvgud, halvgud; Dutch: halfgod; Estonian: pooljumal; Finnish: puolijumala; French: demi-dieu; German: Halbgott; Greek: ημίθεος, ήρωας; Ancient Greek: ἀγχίθεος, αἰμίθεος, ἁμίθεος, βροτοδαίμων, ἡμίθεος; Hungarian: félisten; Ido: mideo; Indonesian: setengah dewa; Italian: semidio; Japanese: 半神; Kazakh: жартылай құдай; Korean: 반신반인, 반신; Latin: semideus; Macedonian: полубог; Norwegian Bokmål: halvgud; Nynorsk: halvgud; Persian: نیمایزد, نیمخدا; Polish: półbóg; Portuguese: semideus; Romanian: semizeu; Russian: полубог; Serbo-Croatian Cyrillic: по̏лубо̄г; Roman: pȍlubōg,; Slovak: poloboh; Slovene: polbog; Spanish: semidiós; Swahili: nusumungu; Swedish: halvgud; Turkish: yarıtanrı; Ukrainian: напівбог; Vietnamese: á thần; Volapük: lafagod