πάντοσε

From LSJ

Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund

Menander, Monostichoi, 558
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πάντοσε Medium diacritics: πάντοσε Low diacritics: πάντοσε Capitals: ΠΑΝΤΟΣΕ
Transliteration A: pántose Transliteration B: pantose Transliteration C: pantose Beta Code: pa/ntose

English (LSJ)

Adv. every way, in all directions, π. ἐποίχεσθαι Il.5.508; φοιτᾶν 12.266; παπταίνειν 13.649, etc.; cf. ἔϊσος: in Prose, X.An.7.2.23, HG7.4.4, Arist.de An.413a29: c. gen., π. θειλοπέδων AP9.668.10 (Marian.).

German (Pape)

[Seite 464] überall hin; ἐποιχόμενος, Il. 5, 108; παπταίνων, 13, 649 u. öfter; ἀσπίδα πάντοσ' ἐΐσην, nach allen Seiten gleich gerundet; auch in Prosa, Xen. An. 7, 2, 23 Hell. 7, 4, 4.

French (Bailly abrégé)

adv.
partout, de tous côtés avec mouv.
Étymologie: πᾶς, -σε.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πάντοσε [πᾶς] adv., in elke richting, alle kanten op.

Russian (Dvoretsky)

πάντοσε:
I adv. по всем направлениям, во все стороны, всюду (παπταίνειν, ἐποίχεσθαι Hom.): πρεσβεύειν τινὶ π. Xen. отправляться всюду в качестве посла от кого-л.; ἀσπὶς π. ἐΐση Hom. отовсюду закругленный, т. е. совершенно круглый щит.
II praep. cum gen. повсюду в (π. θειλοπέδων Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

πάντοσε: Ἐπίρρ., πρὸς πάντα τὰ μέρη, π. ἐποίχεσθαι Ἰλ. Ε. 508· φοιτᾶν Μ. 266· παπταίνειν Ν. 649, κτλ.· (ἴδε ἐν λ. ἔϊσος)· οὕτω παρὰ πεζογράφοις, Ξεν. Ἀν. 7. 2, 23, Ἑλλ. 7. 4, 4· - μετὰ γενικῆς, ἐρισταφύλων π. θειλοπέδων Ἀνθ. Π. 9. 668, 10.

English (Autenrieth)

on every side, in every direction; πάντοσ' ἐίσην, denoting a circular form.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. προς κάθε κατεύθυνση, προς όλα τα μέρη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πᾶς, παντός + επιρρμ. κατάλ. -σε (πρβλ. άλλοσε)].

Greek Monotonic

πάντοσε: επίρρ., με κάθε τρόπο, προς κάθε κατεύθυνση, σε Ομήρ. Ιλ., Ξεν.

Middle Liddell

every way, in all directions, Il., Xen.