θερισμός: Difference between revisions
Οὐκ ἔστιν αἰσχρὸν ἀγνοοῦντα μανθάνειν → Non est inhonestum ea, quae nescis, discere → nicht schändlich ist's, dass einer lernt, was er nicht weiß
(1ab) |
(c1) |
||
Line 36: | Line 36: | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[θερισμός]], ὁ, [[θερίζω]]<br /><b class="num">1.</b> [[reaping]]-[[time]], [[harvest]], NTest.<br /><b class="num">2.</b> the [[harvest]], [[crop]], NTest. | |mdlsjtxt=[[θερισμός]], ὁ, [[θερίζω]]<br /><b class="num">1.</b> [[reaping]]-[[time]], [[harvest]], NTest.<br /><b class="num">2.</b> the [[harvest]], [[crop]], NTest. | ||
}} | |||
{{Chinese | |||
|sngr='''原文音譯''':qerismÒj 帖里士摩士<p>'''詞類次數''':名詞(13)<p>'''原文字根''':溫暖(禮) 相當於: ([[קָצִיר]]‎)<p>'''字義溯源''':收穫,收割,莊稼,收成;源自([[θερίζω]])=收割);而 ([[θερίζω]])出自([[θέρος]])=熱,夏), ([[θέρος]])又出自([[θέρος]])X*=加熱)。參讀 ([[θερίζω]])同源字<p/>'''出現次數''':總共(13);太(6);可(1);路(3);約(2);啓(1)<p/>'''譯字彙編''':<p>1) 莊稼(6) 太9:38; 太9:38; 路10:2; 路10:2; 路10:2; 啓14:15;<p>2) 收割(3) 太13:30; 太13:39; 約4:35;<p>3) 收割了(1) 約4:35;<p>4) 收成(1) 可4:29;<p>5) 收割的(1) 太13:30;<p>6) 收的莊稼(1) 太9:37 | |||
}} | }} |
Revision as of 20:35, 2 October 2019
English (LSJ)
ὁ,
A mowing, reaping, X.Oec.18.3, PHib.1.90.5 (iii B.C.), PFlor.101.4 (i A.D.). II reaping-time, harvest, Eup.202, Plb.5.95.5, Ev.Matt.13.30, al. 2 harvest, crop, LXXLe.19.9, Ev.Matt. 9.37.
German (Pape)
[Seite 1201] ὁ, dasselbe, B. A. 99; Pol. 5, 95, 5 u. Sp. Attisch ist ἀμητός.
Greek (Liddell-Scott)
θερισμός: ὁ, = θέρισις, Εὔπολις ἐν «Μαρικᾷ» 11, Πολύβ. 5. 95, 5. ΙΙ. ὁ καιρὸς καθ’ ὃν θερίζουσι, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ιγ΄, 30, κ. ἀλλ. 2) ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ σῖτος ὃν μέλλει νὰ θερίσῃ τις, ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι αὐτόθι Θ΄ 37.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
1 moisson;
2 temps de la moisson;
3 champ de blé.
Étymologie: θερίζω.
English (Strong)
from θερίζω; reaping, i.e. the crop: harvest.
English (Thayer)
θερισμοῦ, ὁ (θερίζω), harvest: equivalent to the act of reaping, ἐξηράνθη ὁ θερισμός, the crops are ripe for the harvest, i. e. the time is come to destroy the wicked, Sept. for קָצִיר rare in Greek writings, as Xenophon, oec. 18,3; Polybius 5,95, 5.)
Greek Monolingual
ο (ΑΜ θερισμός) θερίζω
1. η κοπή τών σιτηρών ή άλλων γεωργικών φυτών με δρεπάνι ή με θεριστικές μηχανές («θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσί πρὸς θερισμόν», ΚΔ.)
2. ο καιρός, η εποχή κατά την οποία θερίζουν
μσν.-αρχ.
συγκομιδή, σοδειά
αρχ.
το σιτάρι στον αγρό το οποίο πρόκειται κάποιος να θερίσει.
Greek Monotonic
θερισμός: ὁ (θερίζω),
1. η εποχή του θερισμού, θερισμός, δρεπάνισμα, σε Καινή Διαθήκη
2. σοδειά, στο ίδ.
Russian (Dvoretsky)
θερισμός: ὁ
1) уборка, жатва Polyb., NT;
2) время жатвы NT.
Middle Liddell
θερισμός, ὁ, θερίζω
1. reaping-time, harvest, NTest.
2. the harvest, crop, NTest.
Chinese
原文音譯:qerismÒj 帖里士摩士詞類次數:名詞(13)
原文字根:溫暖(禮) 相當於: (קָצִיר)
字義溯源:收穫,收割,莊稼,收成;源自(θερίζω)=收割);而 (θερίζω)出自(θέρος)=熱,夏), (θέρος)又出自(θέρος)X*=加熱)。參讀 (θερίζω)同源字
出現次數:總共(13);太(6);可(1);路(3);約(2);啓(1)
譯字彙編:
1) 莊稼(6) 太9:38; 太9:38; 路10:2; 路10:2; 路10:2; 啓14:15;
2) 收割(3) 太13:30; 太13:39; 約4:35;
3) 收割了(1) 約4:35;
4) 收成(1) 可4:29;
5) 收割的(1) 太13:30;
6) 收的莊稼(1) 太9:37