сочетание: Difference between revisions
From LSJ
αἰτῶ δ' ὑγίειαν πρῶτον, εἶτ' εὐπραξίαν, τρίτον δὲ χαίρειν, εἶτ' ὀφείλειν μηδενί → first health, good fortune next, and third rejoicing; last, to owe nought to any man
(7) |
(No difference)
|
Revision as of 21:10, 13 October 2019
Russian > Greek
συνοικείωσις, σύμπηξις, σύμμιξις, κρᾶσις, συναθροισμός, ὁμοδρομία, σύνθεσις, σύνδεσις, συνέλευσις, σύνερξις, συναγωγή, σύναψις, παράζευξις, σύζευξις, σύστασις, σύστημα, συνθήκη, συναρμογή, κατάζευξις, συμπλοκή, σύμπλεξις, σύνταξις, σύναμμα