ἱεροφάντης: Difference between revisions

From LSJ

ἐπ' αὐτὸν ἐπενθρῴσκει πυρὶ καὶ στεροπαῖς ὁ Διὸς γενέτας, δειναὶ δ' ἅμ᾽ ἕπονται κῆρες ἀναπλάκητοι → the son of Zeus is springing upon him with fiery lightning, and with him come the dread unerring Fates

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ierofantis
|Transliteration C=ierofantis
|Beta Code=i(erofa/nths
|Beta Code=i(erofa/nths
|Definition=Ion. ἱρ-, ου, ὁ, (φαίνω) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">hierophant, one who teaches rites of sacrifice and worship</b>, ἱ. τῶν χθονίων θεῶν <span class="bibl">Hdt.7.153</span>; of <b class="b2">the initiating priest</b> at Eleusis, <span class="title">IG</span>12.76.24, al., <span class="bibl">Lys.6.1</span>, <span class="bibl">Is.7.9</span>, <span class="bibl">Plu.<span class="title">Alc.</span>33</span>; at Rome,= [[pontifex]], <span class="bibl">D.H.2.73</span>, <span class="bibl">3.36</span>; of the [[pontifex maximus]], <span class="bibl">Plu.<span class="title">Num.</span>9</span>; of the Jewish High Priest, <span class="bibl">Ph.2.322</span>; of Moses, <span class="bibl">Id.1.117</span>; later, [[mystical expounder]], ἱ. τῆς τετρακτύος <span class="bibl">Hierocl.<span class="title">in CA</span>20p.466M.</span></span>
|Definition=Ion. ἱρ-, ου, ὁ, (φαίνω) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">hierophant, one who teaches rites of sacrifice and worship</b>, ἱ. τῶν χθονίων θεῶν <span class="bibl">Hdt.7.153</span>; of [[the initiating priest]] at Eleusis, <span class="title">IG</span>12.76.24, al., <span class="bibl">Lys.6.1</span>, <span class="bibl">Is.7.9</span>, <span class="bibl">Plu.<span class="title">Alc.</span>33</span>; at Rome,= [[pontifex]], <span class="bibl">D.H.2.73</span>, <span class="bibl">3.36</span>; of the [[pontifex maximus]], <span class="bibl">Plu.<span class="title">Num.</span>9</span>; of the Jewish High Priest, <span class="bibl">Ph.2.322</span>; of Moses, <span class="bibl">Id.1.117</span>; later, [[mystical expounder]], ἱ. τῆς τετρακτύος <span class="bibl">Hierocl.<span class="title">in CA</span>20p.466M.</span></span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 15:41, 1 July 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱεροφάντης Medium diacritics: ἱεροφάντης Low diacritics: ιεροφάντης Capitals: ΙΕΡΟΦΑΝΤΗΣ
Transliteration A: hierophántēs Transliteration B: hierophantēs Transliteration C: ierofantis Beta Code: i(erofa/nths

English (LSJ)

Ion. ἱρ-, ου, ὁ, (φαίνω)

   A hierophant, one who teaches rites of sacrifice and worship, ἱ. τῶν χθονίων θεῶν Hdt.7.153; of the initiating priest at Eleusis, IG12.76.24, al., Lys.6.1, Is.7.9, Plu.Alc.33; at Rome,= pontifex, D.H.2.73, 3.36; of the pontifex maximus, Plu.Num.9; of the Jewish High Priest, Ph.2.322; of Moses, Id.1.117; later, mystical expounder, ἱ. τῆς τετρακτύος Hierocl.in CA20p.466M.

German (Pape)

[Seite 1243] ὁ, den heiligen Opfer- u. Gottesdienst zeigend, lehrend; der in Mysterien einführt, bes. der Vorsteher der eleusinischen Geheimnisse; in ion. Form ἱροφάντης Her. 7, 153; Is. 7, 9; Paus. 4, 26, 2; Plut. Num. 9 nennt so den pontifex maximus der Römer; vgl. D. Hal. 2, 73.

Greek (Liddell-Scott)

ἱεροφάντης: Ἰων. ἱροφάντης ου, ὁ, (φαίνω) ὁ διδάσκων τὴν τάξιν τῶν θυσιῶν καὶ τῆς λατρείας, ὡς τὸ ἱερομνήμων, ἱρ. τῶν χθονίων θεῶν Ἡρόδ. 7. 153· ὁ τὰ Ἐλευσίνια μυστήρια μνῶ ἱερεύς, Συλλ. Ἐπιγρ. 123. 48, Λυσ. 103. 21, Ἰσαῖ. 64. 18, Πλουτ. Ἀλκιβ. 33· ἐν Ἀθήναις, θρησκευτικός τις ἄρχων, Συλλ. Ἐπιγρ. 188, 190-4, 197, κ. ἀλλ.· ἐν Ρώμῃ, ὁ Pontifex Maximus, Διον. Ἁλ. 2. 73., 3. 36· ὁ δὲ μέγιστος τῶν Ποντιφίκων, οἷον ἐξηγητοῦ καὶ προφήτου, μᾶλλον δὲ ἱεροφάντου τάξιν ἐπέχει Πλουτ. Νουμ. 9· κατὰ τοὺς χριστιανικοὺς χρόνους, ἱερεύς, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 1068. 13. - Καθ’ Ἡσύχ.: «ἱεροφάντης· μυσταγωγός, ἱερεὺς ὁ τὰ μυστήρια δεικνύων», πρβλ. Πολυδ. Α΄, 35.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
hiérophante, prêtre qui explique les mystères sacrés ; initiateur aux mystères ; à Rome le grand pontife.
Étymologie: ἱερός, φαίνω.

Greek Monolingual

ὁ (Α ἱεροφάντης και ιων. τ. ἱροφάντης, θηλ. ἱεροφάντις και ἱεροφάντρια)
νεοελλ.
μτφ. βαθύς μύστης κάποιας επιστήμης ή τέχνης, την οποία ασκεί ευσυνείδητα σαν ιεροτελεστία (α. «ιεροφάντης της ιατρικής» β. «ιεροφάντης της τέχνης»)
αρχ.
1. αυτός που διδάσκει την τάξη τών θυσιών και της λατρείας (α. «ἱεροφάντης
μυσταγωγός, ὁ ἱερεύς ὁ τὰ μυστήρια δεικνύων», Ησύχ.
β. «ἱεροφάνται τῶν χθονίων θεῶν», Ηρόδ.)
2. ανώτατος ιερατικός άρχοντας της λατρείας της Δήμητρας και της Κόρης στην Ελευσίνα
3. επιγρ. ένας θρησκευτικός άρχοντας στην Αθήνα
4. (στη Ρώμη) α) ο αρχιερέας (pontifex)
β) ο μέγας αρχιερέας (pontifex maximus)
5. ο αρχιερέας τών Εβραίων
6. (για τους χριστιανούς) ο ιερέας
7. μυστικός εξηγητής, ερμηνευτής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο) + -φαντης (< φαίνω)
πρβλ. συκο-φάντης, υδρο-φάντης.

Greek Monotonic

ἱεροφάντης: Ιων. ἱρ-, -ου, ὁ (φαίνω), ιεροφάντης, αυτός που διδάσκει την τάξη των τελετών της θυσίας και της λατρείας, σε Ηρόδ., Πλούτ.· στη Ρώμη, ο Μέγιστος των Ποντιφίκων (Pontifex Maximus), σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

ἱεροφάντης: ион. ἱροφάντης, ου ὁ
1) иерофант, верховный жрец (τῶν χθονίων θεῶν Her.; θεῶν Plut.);
2) (у римлян pontifex maximus) верховный жрец Plut.

Middle Liddell

φαίνω
a hierophant, one who teaches the rites of sacrifice and worship, Hdt., Plut.:—at Rome, the Pontifex Maximus, Plut.