ἀξιόλογος: Difference between revisions
κρείσσων ἐναρχόμενος βοηθῶν καρδίᾳ τοῦ ἐπαγγελλομένου καὶ εἰς ἐλπίδα ἄγοντος· δένδρον γὰρ ζωῆς ἐπιθυμία ἀγαθή (Proverbs 13.12 LXX) → One who sincerely sets about helping is better than one who makes promises leading to hope; for a kindly urge is a tree of life.
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, ") |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aksiologos | |Transliteration C=aksiologos | ||
|Beta Code=a)cio/logos | |Beta Code=a)cio/logos | ||
|Definition=ον, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=ον, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[worthy of mention]], [[remarkable]], ὁ ἐν Ἐφέσῳ νηός <span class="bibl">Hdt.2.148</span>, etc.; πόλεμος -ώτατος <span class="bibl">Th.1.1</span>; τοῦτο -ώτερον <span class="bibl">X.<span class="title">Cyr.</span>8.2.13</span>; ἀλίθοι Suid. Adv. -γως <span class="bibl">X.<span class="title">Mem.</span>1.5.5</span>, Aristeas <span class="bibl">72</span>, Phld.<span class="title">Rh.</span>1.2 S., al., Plu.2.128e. </span><span class="sense"> <span class="bld">2</span> of persons, [[of note]], [[important]], τοὺς μάλιστα ἐν τέλει καὶ ἀξιολογωτάτους <span class="bibl">Th.2.10</span>, etc. </span><span class="sense"> <span class="bld">3</span> <b class="b3">ἀ. μιμήματα</b> imitations of [[worthy]] objects, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Lg.</span>669e</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 17:55, 1 July 2020
English (LSJ)
ον,
A worthy of mention, remarkable, ὁ ἐν Ἐφέσῳ νηός Hdt.2.148, etc.; πόλεμος -ώτατος Th.1.1; τοῦτο -ώτερον X.Cyr.8.2.13; ἀλίθοι Suid. Adv. -γως X.Mem.1.5.5, Aristeas 72, Phld.Rh.1.2 S., al., Plu.2.128e. 2 of persons, of note, important, τοὺς μάλιστα ἐν τέλει καὶ ἀξιολογωτάτους Th.2.10, etc. 3 ἀ. μιμήματα imitations of worthy objects, Pl.Lg.669e.
German (Pape)
[Seite 270] der Rede werth, ansehnlich, gut, Plat. öftek, z. B. παιδεία Legg. VII, 803 d; Thuc. 4, 23 u. sonst.
Greek (Liddell-Scott)
ἀξιόλογος: -ον, ὁ ἄξιος λόγου, ἀξιοσημείωτος, ὁ ἐν Ἐφέσῳ… νηὸς Ἡρόδ. 2. 148· οὕτω Πλάτ. κ. ἄλλοι· πόλεμον... ἀξιολογώτατον, σημαντικώτατον, σπουδαιότατον, Θουκ. 1. 1· τοῦτο ἀξιολογώτερον Ξεν. Κύρ. 8. 2, 13: - Ἐπίρρ. -γως ὁ αὐτ. Ἀπομν. 1. 1. 2) ἐπὶ προσώπων σπουδαῖος, ἐπίσημος, τοὺς μάλιστα ἐν τέλει καὶ ἀξιολογωτάτους Θουκ. 2. 10, κτλ.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
1 digne d’être rapporté, mémorable;
2 digne de considération, considérable, estimable.
Étymologie: ἄξιος, λόγος.
Spanish (DGE)
-ον
I 1digno de mención, notable, considerable de cosas y abstr. ὁ ἐν Ἐφέσῳ ... νηός Hdt.2.148, πόλεμος Th.1.1, πόλεις Th.5.74 μιμήματα imitaciones dignas de mención Pl.Lg.669e, ἀπόστημα Hp.Coac.146, ἕλκεα Hp.Dent.22, οὐθέν Arist.GA 746b5, τι Arist.Pol.1273b29, προκοπή Chrysipp.Stoic.3.51, πρᾶξις Plb.2.39.11, ὁλκάδες Str.3.2.3, de la amistad PLugd.Bat.17.14.8, λίθος Sud., cf. PPetr.2.16.7 (III a.C.)
•subst. τὸ μεγαλεῖον καὶ ἀξιόλογον νοήσει Plu.2.214e.
2 importante, de calidad de pers. τοὺς μάλιστα ἐν τέλει καὶ ἀξιολογωτάτους Th.2.10, ἀνήρ IG 42.81.1 (Epidauro I d.C.), μήτηρ JRCil.1.27, cf. TAM 3.1.73, PTeb.27.22 (II a.C.), POxy.2705.3, BGU 326.2.17 (II d.C.)
•subst. οἱ ἀξιολογώτατοι τῶν Ῥωμαίων Plb.39.1.3.
II adv. -ως
1 en forma digna de mención X.Mem.1.5.5, Aristeas 72, Phld.Rh.p.5Aur., Plu.2.128e.
2 razonablemente Clem.Al.Paed.3.6.34.
Greek Monolingual
-η, -ο (ΑΜ ἀξιόλογος, -ον)
1. άξιος μνείας, αξιοσημείωτος, αξιοπρόσεκτος
2. (για πρόσωπα) σπουδαίος, σημαντικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Συνθ. εκ συναρπαγής από τη φράση «άξιος λόγου»].
Greek Monotonic
ἀξιόλογος: -ον (λέγω),
1. άξιος προς αναφορά, αξιομνημόνευτος σε Ηρόδ., Πλάτ. κ.λπ.· πόλεμος ἀξιολογώτατος, σε Θουκ.· επίρρ. -γως, σε Ξεν.
2. λέγεται για πρόσωπα, διακεκριμένος, επιφανής, σημαντικός, σε Θουκ.
Russian (Dvoretsky)
ἀξιόλογος: заслуживающий упоминания или внимания, значительный, замечательный (ὁ ἐν Ἐφέσῳ νηός Her.; πόλεμος Thuc.; παιδεία Plat.; νῆσοι Arst.; πόλεις Plut.).
Middle Liddell
λέγω
1. worthy of mention, noteworthy, Hdt., Plat., etc.; πόλεμος ἀξιολογώτατος Thuc.:— adv. -γως, Xen.
2. of persons, of note, important, Thuc.