δείκτης: Difference between revisions

From LSJ

ὅταν δὲ τἄμ' ἀθυμήσαντ' ἴδῃς, σύ μου τὸ δεινὸν καὶ διαφθαρὲν φρενῶν ἴσχναινε παραμυθοῦ θ' → whenever you see me despondent over my situation, do what you can to lessen and relieve what is wild and senseless in my thinking | whenever you see me despondent, you must cure the grim derangement of my mind and encourage me

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=deiktis
|Transliteration C=deiktis
|Beta Code=dei/kths
|Beta Code=dei/kths
|Definition=ου, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[exhibitor]], <span class="bibl">Orph.<span class="title">H.</span>8.16</span>; <b class="b3">τῶν ἱερῶν ἀγώνων</b> prob. in <span class="title">CIG</span>2932 (Tralles); <b class="b3">ὁ λόγος δ. ἐστὶ πάντων τῶν ἀγαθῶν</b> Zos.Alch.p.191B.</span>
|Definition=ου, ὁ, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[exhibitor]], <span class="bibl">Orph.<span class="title">H.</span>8.16</span>; <b class="b3">τῶν ἱερῶν ἀγώνων</b> prob. in <span class="title">CIG</span>2932 (Tralles); <b class="b3">ὁ λόγος δ. ἐστὶ πάντων τῶν ἀγαθῶν</b> Zos.Alch.p.191B.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 17:50, 10 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δείκτης Medium diacritics: δείκτης Low diacritics: δείκτης Capitals: ΔΕΙΚΤΗΣ
Transliteration A: deíktēs Transliteration B: deiktēs Transliteration C: deiktis Beta Code: dei/kths

English (LSJ)

ου, ὁ,    A exhibitor, Orph.H.8.16; τῶν ἱερῶν ἀγώνων prob. in CIG2932 (Tralles); ὁ λόγος δ. ἐστὶ πάντων τῶν ἀγαθῶν Zos.Alch.p.191B.

German (Pape)

[Seite 536] ὁ, Zeiger, δικαιοσύνης Orph. H. 7, 16.

Greek (Liddell-Scott)

δείκτης: οι, ὁ, ὁ ἐπιδεικνύς, ὁ δεικνύων, Ὀρφ. Ὕμν. 7. 16, Συλλ. Ἐπιγρ. 2932.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ que muestra, que pone en evidencia c. gen. (Ζεῦ) δεῖκτα δικαιοσύνης Orph.H.8.16, ὁ οὖν λόγος δ. ἐστὶν πάντων τῶν ἀγαθῶν Zos.Alch.191.3
que muestra o exhibe θηρῶν δ. Gr.Naz.Mul.Orn.305.

Greek Monolingual

και δείχτης, ο (θηλ. δείκτρια, η) (AM δείκτης) δείκνυμι
αυτός που δείχνει κάτι
νεοελλ.
Ι. 1. το δεύτερο δάχτυλο του χεριού μετά τον αντίχειρα
2. μακριά ξύλινη βέργα που χρησιμοποιεί κανείς για να δείχνει σημεία σε χάρτη, παράσταση κ.λπ.
3. μεταλλική, συνήθως, βελόνα που δείχνει τη μέτρηση ποσότητας, χρόνου, έντασης ηλεκτρικών μεγεθών κ.λπ. στις υποδιαιρέσεις πλάκας κάποιου οργάνου («οι δείχτες του ρολογιού»)
4. μαθ. αριθμός τοποθετημένος πάνω στο ριζικό μιας ρίζας για να καθορίσει την τάξη της υπόρριζης ποσότητας
5. χημ. αριθμός κάτω δεξιά στο σύμβολο ενός στοιχείου ο οποίος δείχνει τα άτομα που περιέχονται σε κάθε μόριο
6. χημ. χημική ουσία που προστίθεται σε εξεταζόμενο υγρό και αλλάζοντας χρωματισμό δείχνει ότι τέλειωσε η αντίδραση
7. (ορυκτ.) αριθμός που χρησιμοποιείται για την παράσταση τών κρυστάλλων
8. στρ. ο στρατιώτης που χρησιμεύει για τη χάραξη δρομολογίου ή για να καθορίσει το σημείο στο οποίο θα εκτελεστούν ορισμένες διαταγές
9. ναυτ. η δεικνύουσα (γραμμή)
10. ανθρωπολ. αριθμός που εξάγεται από τη σύγκριση δύο ομοειδών μετρήσεων του σώματος για τη σύγκριση τών διαστάσεων δύο ή περισσότερων ατόμων («δείκτης θωρακικός»)
11. βραχυγραφία ή συμβολική παράσταση λέξεων ή φράσεων για εξοικονόμηση χώρου
12. φρ. α) «οδικός δείκτης» — πινακίδα σε διασταύρωση όπου αναγράφονται οι τόποι και οι χιλιομετρικές αποστάσεις στους οποίους οδηγούν οι δρόμοι και δηλώνονται με βέλη οι κατευθύνσεις
β) ναυτ. «δείκτης στροφής» — το μεταλλικό βέλος που δείχνει τον αριθμό των μοιρών της γωνίας στην οποία έχει τεθεί το πηδάλιο
II. μαθ. θηλ. δείκτρια, η
καμπύλη η οποία χαρακτηρίζει ιδιότητα άλλης καμπύλης ή επιφάνειας.