ἐναποσημαίνω: Difference between revisions

From LSJ

Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz

Menander, Monostichoi, 320
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=e)naposhmai/nw
|Beta Code=e)naposhmai/nw
|Definition=[[indicate]] or [[point out in]], ἱστορίᾳ <span class="bibl">Plu.<span class="title">Cim.</span>2</span>:—Med., [[impress]] or [[stamp on]] a thing, σεισμοὶ τὴν ἁρμονίαν τῶν ὀρῶν ἐναπεσημήναντο τοῖς τμήμασι <span class="bibl">Philostr. <span class="title">Im.</span>2.17</span>, cf. <span class="bibl">Ph.1.291</span>.
|Definition=[[indicate]] or [[point out in]], ἱστορίᾳ <span class="bibl">Plu.<span class="title">Cim.</span>2</span>:—Med., [[impress]] or [[stamp on]] a thing, σεισμοὶ τὴν ἁρμονίαν τῶν ὀρῶν ἐναπεσημήναντο τοῖς τμήμασι <span class="bibl">Philostr. <span class="title">Im.</span>2.17</span>, cf. <span class="bibl">Ph.1.291</span>.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">I</b> [[notificar]], [[dar parte de]] πονηρεύματα ... οὐ [[δεῖ]] ... ἐναποσημαίνειν τῇ ἱστορίᾳ Plu.<i>Cim</i>.2, en v. pas. τὰ ἐναποσημεν[όμεν] α ἁλιευτικὰ πλοῖα <i>Stud.Pal</i>.22.183.36 (II d.C.).<br /><b class="num">II</b> en v. med.<br /><b class="num">1</b> [[indicar]], [[marcar]] σεισμοὶ ... τὴν ἁρμονίαν τῶν ὀρῶν ἐναπεσημήναντο τοῖς τμήμασι Philostr.<i>Im</i>.2.17.4.<br /><b class="num">2</b> [[precisar]] ὥσπερ ἐναποσημαινόμενος de un texto bíblico, Ph.1.291.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 18: Line 21:
{{bailly
{{bailly
|btext=montrer dans, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[ἀποσημαίνω]].
|btext=montrer dans, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[ἀποσημαίνω]].
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">I</b> [[notificar]], [[dar parte de]] πονηρεύματα ... οὐ [[δεῖ]] ... ἐναποσημαίνειν τῇ ἱστορίᾳ Plu.<i>Cim</i>.2, en v. pas. τὰ ἐναποσημεν[όμεν] α ἁλιευτικὰ πλοῖα <i>Stud.Pal</i>.22.183.36 (II d.C.).<br /><b class="num">II</b> en v. med.<br /><b class="num">1</b> [[indicar]], [[marcar]] σεισμοὶ ... τὴν ἁρμονίαν τῶν ὀρῶν ἐναπεσημήναντο τοῖς τμήμασι Philostr.<i>Im</i>.2.17.4.<br /><b class="num">2</b> [[precisar]] ὥσπερ ἐναποσημαινόμενος de un texto bíblico, Ph.1.291.
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 15:50, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐναποσημαίνω Medium diacritics: ἐναποσημαίνω Low diacritics: εναποσημαίνω Capitals: ΕΝΑΠΟΣΗΜΑΙΝΩ
Transliteration A: enaposēmaínō Transliteration B: enaposēmainō Transliteration C: enaposimaino Beta Code: e)naposhmai/nw

English (LSJ)

indicate or point out in, ἱστορίᾳ Plu.Cim.2:—Med., impress or stamp on a thing, σεισμοὶ τὴν ἁρμονίαν τῶν ὀρῶν ἐναπεσημήναντο τοῖς τμήμασι Philostr. Im.2.17, cf. Ph.1.291.

Spanish (DGE)

I notificar, dar parte de πονηρεύματα ... οὐ δεῖ ... ἐναποσημαίνειν τῇ ἱστορίᾳ Plu.Cim.2, en v. pas. τὰ ἐναποσημεν[όμεν] α ἁλιευτικὰ πλοῖα Stud.Pal.22.183.36 (II d.C.).
II en v. med.
1 indicar, marcar σεισμοὶ ... τὴν ἁρμονίαν τῶν ὀρῶν ἐναπεσημήναντο τοῖς τμήμασι Philostr.Im.2.17.4.
2 precisar ὥσπερ ἐναποσημαινόμενος de un texto bíblico, Ph.1.291.

German (Pape)

[Seite 828] darin andeuten, τῇ ἱστορίᾳ Plut. Cim. 2. – Med., darin wie ein Siegel abdrücken, Clem. Al.

Greek (Liddell-Scott)

ἐναποσημαίνω: ἀποσημαίνω ἐν, δεικνύω ἔν τινι, ἐναποσημαίνειν τῇ ἱστορίᾳ Πλουτ. Κίμ. 2: ‒ Μέσ., καθάπερ ἡλιακῆς ἀλέας ἐναποσημαίνεταί τι Κλήμ. Ἀλ. 792, Φιλόστρ. 836.

French (Bailly abrégé)

montrer dans, τινι.
Étymologie: ἐν, ἀποσημαίνω.

Greek Monolingual

ἐναποσημαίνω (Α)
1. δείχνω με κάτι ή σε κάτι, σημειώνω, αναφέρω
2. μέσ. αποτυπώνω κάτι σαν με σφραγίδα, εντυπώνω, εγχαράσσω, εγγράφω, σταμπάρω
3. (με παθ. σημασία, αποτυπώνομαι, εγχαράσσομαι, εγγράφομαι.

Greek Monotonic

ἐναποσημαίνω: μέλ. -ᾰνῶ, υποδεικνύω, δείχνω, φανερώνω μέσα σε, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

ἐναποσημαίνω: (в чем-л. или чем-л.) отмечать, показывать воочию (τῇ ἱστορίᾳ Plut.).

Middle Liddell

fut. ᾰνῶ
to indicate or point out in, Plut.