ἀποσημαίνω
Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'
English (LSJ)
A announce by signs or signals, give notice, περί τινος Hdt.5.20: abs., give a sign or signal, Pl.Euthd.276b; νοσήματα ἀ. show themselves, Arist.Pr.954b30.
2 c. acc., indicate by signs or symptoms, οὐδὲν ἀ. Hp.Epid.1.9; = δηλῶδαι, S.Fr. 676; denote, represent, J.AJ3.7.7, Plu.Sull.7, etc.; indicate, J.AJ1.3.8, al.; declare, ib.1.8.1,al.:—Med., show by signs or proofs, Hdt.9.71; guess by signs, Ael.NA6.58.
II ἀ. εἴς τινα allude to him, Th.4.27, cf. Plu.2.177b; πρός τινα Philostr.V A6.10.
III give adverse signs, be unpropitious, τινί ib.2.33.
IV in Med., seal up as confiscated, sequestrate, Ar.Fr.432, X.HG2.3.21; of persons, proscribe, ib.2.4.13 (also Act., ἀποσημανῶ· ἀποδιώξω, Hsch.).
2 generally, seal up, γράμματα Hdn.4.12.6.
Spanish (DGE)
A intr.
I de signos no verbales
1 medic. mostrarse al exterior, hacerse evidente, manifestarse de indicios y síntomas ὁκόσοισι διάπυόν τι ἐν τῷ σώματι ἐὸν μὴ ἀποσημαίνει a quienes no se les manifiesta al exterior la materia purulenta que tienen en el cuerpo Hp.Aph.6.41, ὅπῃ ἄν σοι δοκέῃ ἀποσημαίνειν μάλιστα donde te parezca que (el pus) más se manifiesta al exterior Hp.Int.3, cf. Morb.1.17, esp. al auscultar ἢν δὲ μὴ πτύηται, ἀποσημήνῃ δ' ἐς τὰς πλευρὰς ... αὐτὸς δὲ σεῖε, τὸ οὖς παραβαλὼν πρὸς τὰς πλευράς, ἵνα εἰδῇς, ὀκοτέρωθεν ἀποσημαίνει Hp.Morb.3.16, 20
•c. pred. τοῖς μὲν (νοσήματα) ἐπιληπτικὰ ἀποσημαίνει, τοῖς δὲ ἀποπληπτικά en unos se manifiestan síntomas epilépticos, en otros apopléjicos Arist.Pr.954b30.
2 hacer, dar la señal ὥσπερ ὑπὸ διδασκάλου χορὸς ἀποσημήναντος como el coro a la señal del director Pl.Euthd.276b, c. dat. οὐ μέντοι καὶ αὐτὸς τοῖς ἡνιόχοις ἀπεσήμηνεν para la carrera, D.C.59.7.4.
II de signos verbales indicar, manifestar, declarar, decir τούτου μὲν πέρι αὐτοὶ ἀποσημανέετε sobre esta cuestión vosotros mismos lo indicaréis Hdt.5.20, cf. S.Fr.676, I.AI 1.164, c. εἰς, πρός y pers. εἰς ἐκεῖνον Plu.2.177b, πρὸς τοὺς Ἰνδούς Philostr.VA 6.10.
III ser de signo negativo o desfavorable c. dat. de pers. τὰ ἱερὰ ἀπεσήμηνεν αὐτῷ los auspicios se le mostraron desfavorables Philostr.VA 2.33.
B tr.
I en v. act.
1 de signos no verbales significar, indicar, mostrar, revelar ἐξανθήματα ... οὐδὲν ἀποσημαίνοντα Hp.Epid.1.9, μετακόσμησιν ἀποσημαίνειν τὸ τέρας Plu.Sull.7, τὸ μὲν οὖν λιμὸν ἐδόκει μέγαν ἢ δημόσιον ἀποσημαίνειν Plu.2.694a, ὄνειρος ... ἀποσημαίνει τελευτὴν τῶν ἐσομένων I.AI 2.84, ὅσα τε τὴν ἰσχὺν ἀποσημαίνειν δύναται τοῦ θεοῦ I.AI 4.213, cf. 18.285.
2 de palabras significar τὸ παιδίον Σαμψῶνα καλοῦσιν, ἰσχυρὸν δ' ἀποσημαίνει τὸ ὄνομα I.AI 5.285, cf. 1.304.
3 c. suj. de pers. aludir, referirse a τὴν ἶριν ἀποσημαίνων I.AI 1.103
•decir aludiendo ἐς Νικίαν ... ἀπεσήμαινεν ... ῥᾴδιον εἶναι ... λαβεῖν τοὺς ἐν τῇ νήσῳ Th.4.27.
II en v. med.
1 sellar γράμματα Hdn.4.12.6, fig. τὴν τῆς Θέμιδος γλῶτταν ἀποσημαίνονται Eun.VS 489
•esp. precintar como cosa confiscada τὰς ... οἰκίας Ar.Fr.447, τὰ χρήματα X.HG 2.3.21
•a pers. proscribir X.HG 2.4.13, (cf. act. ἀποσημανῶ· ἀποδιώξω Hsch.).
2 conjeturar τὸν καιρόν Ael.NA 6.58
•c. dat. de cosa ἄλλῳ μὲν οὐδενὶ ἔχω ἀποσημήνασθαι por ningún otro indicio puedo conjeturarlo Hdt.9.71.
German (Pape)
[Seite 324] anzeigen, durch Zeichen andeuten, Her. 5, 20; εἴς τινα, auf Einen hindeuten, Thuc. 4, 27; διδασκάλου ἀποσημήναντος Plat. Euthyd. 276 b. – Med., aus einem Zeichen abnehmen, Her. 9, 71; errathen, Ael. H. A. 6, 58; versiegeln, ἐπιστολήν Hdn. 4, 12, 10; confisciren, χρήματα Xen. Hell. 2, 3, 21. 4, 10; τὰς τῶν πονηρῶν οἰκίας Ar. bei Hdn. Piers. Moer. p. 462.
French (Bailly abrégé)
ao. ἀπεσήμηνα;
donner un avis par un signe ou par un signal : περί τινος au sujet de qch ; τι annoncer qch par des signes ou des symptômes, signifier qch ; ἀπ. εἴς τινα faire comprendre qch à l'adresse de qqn, faire allusion à qqn;
Moy. ἀποσημαίνομαι;
1 faire comprendre à l'aide de preuves, donner une preuve;
2 apposer un sceau, cacheter ; χρήματα XÉN mettre des biens sous scellés, les confisquer.
Étymologie: ἀπό, σημαίνω.
Russian (Dvoretsky)
ἀποσημαίνω:
1 оповещать знаками, сигнализировать (περί τινος Her. и τι Plut.);
2 указывать, намекать (εἴς τινα Thuc.): διδασκάλου ἀποσημήναντος Plat. по знаку учителя;
3 проявляться, обнаруживаться (νοσήματα ἀποσημαίνει Arst.);
4 знаменовать, предвещать (τὸ μέλλον Plut.);
5 med. (умо)заключать (τινι Her.);
6 med. опечатывать, т. е. отбирать в казну (τὰ χρήματά τινος Arph., Xen.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀποσημαίνω: ἀπαγγέλλω, διὰ σημείων ἢ συνθημάτων, ἀποφαίνομαι, δηλῶ, τούτου μὲν πέρι αὐτοὶ ἀποσημανέετε Ἡρόδ. 5. 20· ἀπολ., κάμνω σημεῖον, Πλάτ. Εὐθύδ. 276B, Φιλόστρ. 86· νοσήματα ἀπ., ἐμφανίζονται, ἀναφαίνονται, Ἀριστ. Προβλ. 30. 1, 25. 2) μετ’ αἰτ., δηλῶ διὰ σημείων ἢ συμπτωμάτων, Ἱππ. Ἐπιδημ. τὸ Α΄, 946· φανερώνω, σημαίνω, Πλουτ. Σύλλ. 7, κτλ.: ― Μέσ. δεικνύω διὰ σημείων ἢ ἀποδείξεων, Ἡρόδ. 9. 71· εἰκάζω διὰ σημείων, Αἰλ. περὶ Ζ. 6. 58. ΙΙ. ἀποσημαίνειν εἴς τινα, αἰνίττεσθαι, ὑποσημαίνειν, καὶ ἐς Νικίαν τὸν Νικηράτου... ἀπεσήμαινεν Θουκ. 4. 27, πρβλ. Πλούτ. 2. 177Β. ΙΙΙ. δίδω σημεῖα ἐναντία, εἶμαι δυσοίωνος, κακὰ προμηνύω, τινὶ Φιλόστρ. 86. ΙV. ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, σφραγίζω τι ὡς δεδημευμένον, δημεύω, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 378, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 21· ὡσαύτως ἐπὶ προσώπων, προγράφω, ἀποκηρύσσω, ἐπικηρύσσω ἀργύριον ἐπί τινι, καὶ τοὺς φιλτάτους τῶν ἡμετέρων ἀπεσημαίνοντο αὐτόθι 9. 4, 13. 2) παρὰ μεταγεν. καθόλου, σφραγίζω, οἶον ἐπιστολήν, Ἡρωδιαν. 4. 12.
Greek Monolingual
(AM ἀποσημαίνω)
νεοελλ.
(για καμπάνα) παύω να σημαίνω
αρχ.-μσν.
αναγγέλλω κάτι με σημεία ή συνθήματα
αρχ.
Ι. 1. κάνω σήμα
2. εμφανίζομαι, αναφαίνομαι
3. φανερώνω κάτι με συμπτώματα
4. υπαινίσσομαι
II. (-ομαι)
1. σφραγίζω κάτι σαν να έχει δημευθεί, δημεύω
2. (για πρόσωπα) προγράφω, επικηρύσσω.
Greek Monotonic
ἀποσημαίνω: μέλ. -ᾰνῶ·
I. 1. αναγγέλλω με σημάδια ή με συνθηματικούς κώδικες, ειδοποιώ, δηλώνω, αγγέλλω, περί τινος, σε Ηρόδ.· απόλ., κάνω σινιάλο, σε Πλάτ.
2. με αιτ., δηλώνω κάτι με χαρακτηριστικά σημεία, εικάζω, προλέγω, σε Πλούτ. — Μέσ., δείχνω με χαρακτηριστικά σημεία ή αποδείξεις, σε Ηρόδ.
II. ἀποσημαίνω εἴς τινα, υπαινίσσομαι κάτι σε αυτόν, σε Θουκ.
III. Μέσ., σφραγίζω κάτι ως δημευμένο, δημεύω, σε Ξεν.· λέγεται για πρόσωπα, προγράφω, επικηρύσσω αποκηρύσσω, στον ίδ.
Middle Liddell
I. to give notice by signs, give notice, περί τινος Hdt.: absol. to give a sign, Plat.
2. c. acc. to indicate by signs, betoken, Plut.:—Mid. to show by signs or proofs, Hdt.
II. ἀπ. εἴς τινα to allude to him, Thuc.
III. Mid. to seal up as confiscated, to confiscate, Xen.: of persons, to proscribe, Xen.