Καλλικολώνη: Difference between revisions

From LSJ

συνετῶν μὲν ἀνδρῶν, πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὖ θέσθαι → it is the part of prudent men, before difficulties arise, to provide against their arising; and of courageous men to deal with them when they have arisen

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)«([\p{Cyrillic}\s]+)»" to "«$1»")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=*kallikolw/nh
|Beta Code=*kallikolw/nh
|Definition=ἡ, [[Fair-hill]], a hill near Troy, on the Simois, ''Il.'' 20.53, 151; — also [[Καλλικόλωνος]], ὁ, Demetr. Sceps. ap. ''Sch. Il.'' 20.53.
|Definition=ἡ, [[Fair-hill]], a hill near Troy, on the Simois, ''Il.'' 20.53, 151; — also [[Καλλικόλωνος]], ὁ, Demetr. Sceps. ap. ''Sch. Il.'' 20.53.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />Kallikolônè « la belle colline », <i>près de Troie</i>.<br />'''Étymologie:''' [[καλός]], [[κολώνη]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''Καλλικολώνη''': ἡ, ([[ὡραῖος]] [[λόφος]]), [[τόπος]] πλησίον τῆς Τροίας ἐπὶ τοῦ Σιμόεντος, Ἰλ. Υ. 53, 151· - ὡς ἐπίθ., καλλικόλωνος [[λόφος]] Δημήτρ. Σκήψιος παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Υ. 53.
|lstext='''Καλλικολώνη''': ἡ, ([[ὡραῖος]] [[λόφος]]), [[τόπος]] πλησίον τῆς Τροίας ἐπὶ τοῦ Σιμόεντος, Ἰλ. Υ. 53, 151· - ὡς ἐπίθ., καλλικόλωνος [[λόφος]] Δημήτρ. Σκήψιος παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Υ. 53.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />Kallikolônè « la belle colline », <i>près de Troie</i>.<br />'''Étymologie:''' [[καλός]], [[κολώνη]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth

Revision as of 19:25, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Καλλικολώνη Medium diacritics: Καλλικολώνη Low diacritics: Καλλικολώνη Capitals: ΚΑΛΛΙΚΟΛΩΝΗ
Transliteration A: Kallikolṓnē Transliteration B: Kallikolōnē Transliteration C: Kallikoloni Beta Code: *kallikolw/nh

English (LSJ)

ἡ, Fair-hill, a hill near Troy, on the Simois, Il. 20.53, 151; — also Καλλικόλωνος, ὁ, Demetr. Sceps. ap. Sch. Il. 20.53.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
Kallikolônè « la belle colline », près de Troie.
Étymologie: καλός, κολώνη.

Greek (Liddell-Scott)

Καλλικολώνη: ἡ, (ὡραῖος λόφος), τόπος πλησίον τῆς Τροίας ἐπὶ τοῦ Σιμόεντος, Ἰλ. Υ. 53, 151· - ὡς ἐπίθ., καλλικόλωνος λόφος Δημήτρ. Σκήψιος παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Ἰλ. Υ. 53.

English (Autenrieth)

Fair-mount, near Ilium, Il. 20.53, 151.

Russian (Dvoretsky)

Καλλικολώνη: ἡ Калликолона, «Красивый холм» (возвышенность близ Трои) Hom.

Middle Liddell

Καλλι-κολώνη, ἡ,
fair-hill, a place near Troy, Il.