ἀπομιμνῄσκομαι: Difference between revisions

From LSJ

Κρόνου καὶ Ἰαπετοῦ ἀρχαιότερος → more ancient than Cronos and Iapetus, ante-preadamite, antediluvian

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (pape replacement)
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπομιμνῄσκομαι:''' μέλ. -[[μνήσομαι]], αόρ. αʹ <i>-εμνησάμην</i>· αποθ.· [[θυμάμαι]] πλήρως· [[χάριν]] ἀναμιμνῄσκομαι, [[αναγνωρίζω]] την [[ευεργεσία]] που μου έχει γίνει, [[ανταποδίδω]] αυτή τη [[χάρη]], [[αισθάνομαι]] [[ευγνώμων]], σε Ομήρ. Ιλ., Θουκ.
|lsmtext='''ἀπομιμνῄσκομαι:''' μέλ. -[[μνήσομαι]], αόρ. αʹ <i>-εμνησάμην</i>· αποθ.· [[θυμάμαι]] πλήρως· [[χάριν]] ἀναμιμνῄσκομαι, [[αναγνωρίζω]] την [[ευεργεσία]] που μου έχει γίνει, [[ανταποδίδω]] αυτή τη [[χάρη]], [[αισθάνομαι]] [[ευγνώμων]], σε Ομήρ. Ιλ., Θουκ.
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἀπομιμνῄσκομαι:''' (aor. ἀπέμνησα)<br /><b class="num">1)</b> [[хранить в памяти]], [[помнить]]: ἀπομνήσεσθαι [[χάριν]] τινός Hes. отблагодарить за что-л., τινί Thuc. кого-л.;<br /><b class="num">2)</b> быть благодарным, (aor.) отблагодарить (τινι Hom.).
|elrutext='''ἀπομιμνῄσκομαι:''' (aor. ἀπέμνησα)<br /><b class="num">1)</b> [[хранить в памяти]], [[помнить]]: ἀπομνήσεσθαι [[χάριν]] τινός Hes. отблагодарить за что-л., τινί Thuc. кого-л.;<br /><b class="num">2)</b> быть благодарным, (aor.) отблагодарить (τινι Hom.).
}}
{{pape
|ptext=([[μιμνῄσκω]]), dep. pass., p. auch aor. med., <i>sich [[erinnern]]</i>, τῷ οἱ ἀπεμνήσαντο, sie gedachten es ihm im Guten, <i>Il</i>. 24.428; τινὶ χάριν εὐεργεσιάων Hes. <i>Th</i>. 503; χάριν ἀξίαν ἀπομνήσεσθαι, τινί, Thuc. 1.137; <i>im Bösen [[gedenken]]</i>.
}}
}}

Revision as of 17:12, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπομιμνῄσκομαι Medium diacritics: ἀπομιμνῄσκομαι Low diacritics: απομιμνήσκομαι Capitals: ΑΠΟΜΙΜΝΗΣΚΟΜΑΙ
Transliteration A: apomimnḗiskomai Transliteration B: apomimnēskomai Transliteration C: apomimniskomai Beta Code: a)pomimnh/|skomai

English (LSJ)

fut. -μνήσομαι, aor. -εμνησάμην:—remember, recognize: hence, repay, τῷ οἱ ἀπεμνήσαντο [χάριν] Il.24.428; ἀπεμνήσαντο χάριν εὐεργεσιάων for benefits, hes.Th.503; αὐτῷδὲ . . χάριν ἀπομνήσεσθαι ἀξίαν Th.1.137, cf. E.Alc.299.

Spanish (DGE)

recordar, reconocer χάριν pagar un favor Hes.Th.503, E.Alc.299, Th.1.137, CEG 177.9 (Janto V/IV a.C.), c. gen. ἑκάστου Polyaen.4.6.2
tener reconocimiento, agradecimiento c. dat. οἱ ἀπομνήσαντο Il.24.428.

French (Bailly abrégé)

conserver le souvenir : τινι χάριν ἀπ. ou abs. ἀπ. τινι conserver de la reconnaissance à qqn.
Étymologie: ἀπό, μιμνῄσκομαι.

Greek Monotonic

ἀπομιμνῄσκομαι: μέλ. -μνήσομαι, αόρ. αʹ -εμνησάμην· αποθ.· θυμάμαι πλήρως· χάριν ἀναμιμνῄσκομαι, αναγνωρίζω την ευεργεσία που μου έχει γίνει, ανταποδίδω αυτή τη χάρη, αισθάνομαι ευγνώμων, σε Ομήρ. Ιλ., Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

ἀπομιμνῄσκομαι: (aor. ἀπέμνησα)
1) хранить в памяти, помнить: ἀπομνήσεσθαι χάριν τινός Hes. отблагодарить за что-л., τινί Thuc. кого-л.;
2) быть благодарным, (aor.) отблагодарить (τινι Hom.).

German (Pape)

(μιμνῄσκω), dep. pass., p. auch aor. med., sich erinnern, τῷ οἱ ἀπεμνήσαντο, sie gedachten es ihm im Guten, Il. 24.428; τινὶ χάριν εὐεργεσιάων Hes. Th. 503; χάριν ἀξίαν ἀπομνήσεσθαι, τινί, Thuc. 1.137; im Bösen gedenken.