σωρείτης: Difference between revisions
πολλὰ μεταξὺ πέλει κύλικος καὶ χείλεος ἄκρου → there is many a slip twixt cup and lip, there's many a slip twixt cup and lip, there's many a slip 'twixt cup and lip, there's many a slip twixt the cup and the lip, there's many a slip 'twixt the cup and the lip
(13_2) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
(24 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=soreitis | |Transliteration C=soreitis | ||
|Beta Code=swrei/ths | |Beta Code=swrei/ths | ||
|Definition= | |Definition=[[σωρειτικός]], v. [[σωρίτης]] = [[sorites]] (the [[fallacy]] of the [[heap]]), [[σωριτικός]]. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1060.png Seite 1060]] ὁ, gehäuft, haufenweise; bes. hieß ein Trugschluß in der Dialektik συλλογισμὸς [[σωρείτης]], der Häufelschluß, sorites, Luc. Conv. 23. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1060.png Seite 1060]] ὁ, gehäuft, haufenweise; bes. hieß ein Trugschluß in der Dialektik συλλογισμὸς [[σωρείτης]], der Häufelschluß, sorites, Luc. Conv. 23. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | |||
|btext=ου;<br /><i>adj.</i><br />mis en monceau, formé par accumulation : [[σωρείτης]] [[συλλογισμός]] sorite, <i>genre de raisonnement fondé sur une accumulation de prémisses</i>.<br />'''Étymologie:''' [[σωρεύω]]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σωρείτης -ου, [σωρός] ὁ σωρείτης λόγος de redenering over de hoop (tot hoever kun je zandkorrels wegnemen van een hoop zand voordat het geen hoop meer is?). Luc. 17.23. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σωρείτης:''' ου adj. m нагроможденный: σ. (''[[sc.]]'' [[συλλογισμός]] или [[λόγος]]) лог. сорит<br /><b class="num">1</b> софизм о «[[куче]]», основанный на неопределимости того количества, которое необходимо для образования «[[кучи]]» Sext.;<br /><b class="num">2</b> [[слитный или цепной силлогизм]] Diog. L. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, ΝΑ, και [[σωρίτης]] Α<br /><b>(λογ.)</b><br /><b>1.</b> [[είδος]] σύνθετου συλλογισμού ο [[οποίος]] μπορεί να αναλυθεί σε τόσους [[απλούς]] συλλογισμούς όσες [[είναι]] και οι προτάσεις, [[εκτός]] από την πρώτη και την τελευταία<br /><b>2.</b> το [[επιχείρημα]] του σωρού, [[κατά]] το οποίο εξακολουθούμε να αποκαλούμε σωρό ένα σημαντικό αριθμό σπόρων, όταν αφαιρούμε διαδοχικά σπόρους απ' αυτόν, [[αλλά]] [[είναι]] αδύνατο να πούμε [[πότε]] παύει να [[είναι]] [[σωρός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(μετεωρ.)</b> [[κύριος]] [[τύπος]] νεφών, ο [[οποίος]] αναπτύσσεται, γενικά, [[κατά]] την κατακόρυφη [[διεύθυνση]] έχοντας τη [[μορφή]] θόλων πλαισιωμένων με στρογγυλές προεξοχές σε [[σχήμα]] πύργων ή λόφων, ενώ η ανώτερη επιφάνειά του θυμίζει [[κουνουπίδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σωρός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] ([[πρβλ]]. [[στνλίτης]]). Ο τ. <i>σωρ</i>-<i>είτης κατ</i>' [[επίδραση]] τών [[σωρεία]], [[σωρεύω]]]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''σωρείτης:''' -ου, ὁ ([[σωρός]]), αρσ. επίθ., αυτός που έχει επισωρευθεί, συσσωρευμένος, συναγμένος· ὁ [[σωρείτης]] ([[συλλογισμός]]), Λατ. [[sorites]], [[σωρός]] συλλογισμών, όπου το [[συμπέρασμα]] του προηγούμενου, αποτελεί την [[υπόθεση]], δηλ. την ηγουμένη ή μείζονα [[πρόταση]] του επομένου, σε Λουκ. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''σωρείτης''': -ου, ὁ ἐπισωρευθείς· ἐν τῇ Λογικῇ, ὁ [[σωρείτης]] ([[συλλογισμός]]), sorites, σωρὸς συλλογισμῶν καθ’ ὃν τὸ [[συμπέρασμα]] τοῦ ἡγουμένου συλλογισμοῦ λαμβάνεται ὡς μείζων τοῦ ἑπομένου, Κικ. Acad. 5. 16, Λουκ. Συμπ. 23, κλπ.· ἐκαλεῖτο δὲ ἐν τῇ δημώδει Λατ. acervus, Ὁρατ. Ἐπ. 2. 1, 47, πρβλ. Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 9. 182. - Ὁ [[τύπος]] [[σωρίτης]] [[εἶναι]] κοινὸς ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις· ἀλλὰ παρ’ ἅπασι τοῖς δοκιμωτέροις συγγραφεῦσι διορθωτέον τὸν ὀρθὸν τύπον [[σωρείτης]], ὡς καὶ τὰ [[σωρειτικός]], [[σωρεῖτις]]. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[σωρείτης]], ου, ὁ, [[σωρός]]<br />masc. adj. heaped up: ὁ [[σωρείτης]] [[συλλογισμός]] a [[sorites]] or [[heap]] of syllogisms, the [[conclusion]] of one forming the [[premiss]] of the [[next]], Luc. | |||
}} | |||
{{wkpen | |||
|wketx=The sorites paradox (/soʊˈraɪtiːz/; sometimes known as the paradox of the heap) is a paradox that arises from vague predicates. A typical formulation involves a heap of sand, from which grains are individually removed. Under the assumption that removing a single grain does not turn a heap into a non-heap, the paradox is to consider what happens when the process is repeated enough times: is a single remaining grain still a heap? If not, when did it change from a heap to a non-heap? | |||
}} | |||
{{wkpel | |||
|wkeltx=Το Σόφισμα του σωρείτη, ή σόφισμα του σωρού ή σόφισμα του μη σωρού, είναι ένα λογικό παράδοξο που ασχολείται με την ασάφεια των κατηγορημάτων σε μία λογική πρόταση δείχνοντας ότι είναι πιθανό να μην υπάρχει ένα σαφές όριο ανάμεσα σε ένα κατηγόρημα και την άρνησή του. | |||
}} | |||
{{wkpde | |||
|wkdetx=Die Paradoxie des Haufens, auch Sorites-Paradoxie (von griechisch sorós: Haufen), ist ein Phänomen, das bei vagen Begriffen auftritt. Die Paradoxie zeigt sich, wenn versucht wird, etwas als Haufen zu bestimmen: Es lässt sich keine konkrete, nicht willkürlich beschlossene Anzahl von Elementen angeben, aus denen ein Haufen mindestens bestehen müsste, denn der Begriff des Haufens beinhaltet, dass etwas, das ein Haufen ist, auch ein Haufen bleibt, wenn ein Teil seiner Elemente entfernt wird. Kehrt man diesen Gedanken um, so wird es schwierig zu sagen, ab wann eine Ansammlung von Elementen als Haufen gelten kann. Der Begriff „Haufen“, verstanden als Anhäufung gleichartiger Teile, lässt sich anscheinend nicht klar definieren. Auch bei anderen ähnlich gelagerten vagen Prädikaten wird von Sorites-Fällen gesprochen, so z. B. beim Paradox vom Kahlköpfigen. | |||
}} | |||
{{wkpfr | |||
|wkfrtx=Le paradoxe sorite aussi connu comme le paradoxe du tas est un paradoxe dû à une terminologie vague (par exemple, un tas de sable). Il décrit un raisonnement qui conclut à l'impossibilité de constituer un tas (par ex. de sable) en accumulant un grain après l'autre. Ce paradoxe met en jeu un raisonnement par récurrence tout en exploitant dans ses prédicats, le flou sémantique qui entoure les mots du langage courant. Ce paradoxe fut formulé au ive siècle av. J.-C. par Eubulide, qui fut dirigeant de l'École mégarique. La version symétrique du paradoxe conclut au fait qu'en éliminant un à un les grains d'un tas, on aboutit à un tas constitué d'un seul grain. | |||
}} | |||
==Wikipedia IT== | |||
Il paradosso del sorite (dal greco antico σωρίτης sōritēs aggettivo di σωρός sōros, che significa "mucchio") è un paradosso generalmente attribuito al filosofo greco Eubulide di Mileto, noto anche per una formulazione del paradosso del mentitore. |
Latest revision as of 15:05, 8 May 2023
English (LSJ)
σωρειτικός, v. σωρίτης = sorites (the fallacy of the heap), σωριτικός.
German (Pape)
[Seite 1060] ὁ, gehäuft, haufenweise; bes. hieß ein Trugschluß in der Dialektik συλλογισμὸς σωρείτης, der Häufelschluß, sorites, Luc. Conv. 23.
French (Bailly abrégé)
ου;
adj.
mis en monceau, formé par accumulation : σωρείτης συλλογισμός sorite, genre de raisonnement fondé sur une accumulation de prémisses.
Étymologie: σωρεύω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
σωρείτης -ου, [σωρός] ὁ σωρείτης λόγος de redenering over de hoop (tot hoever kun je zandkorrels wegnemen van een hoop zand voordat het geen hoop meer is?). Luc. 17.23.
Russian (Dvoretsky)
σωρείτης: ου adj. m нагроможденный: σ. (sc. συλλογισμός или λόγος) лог. сорит
1 софизм о «куче», основанный на неопределимости того количества, которое необходимо для образования «кучи» Sext.;
2 слитный или цепной силлогизм Diog. L.
Greek Monolingual
ο, ΝΑ, και σωρίτης Α
(λογ.)
1. είδος σύνθετου συλλογισμού ο οποίος μπορεί να αναλυθεί σε τόσους απλούς συλλογισμούς όσες είναι και οι προτάσεις, εκτός από την πρώτη και την τελευταία
2. το επιχείρημα του σωρού, κατά το οποίο εξακολουθούμε να αποκαλούμε σωρό ένα σημαντικό αριθμό σπόρων, όταν αφαιρούμε διαδοχικά σπόρους απ' αυτόν, αλλά είναι αδύνατο να πούμε πότε παύει να είναι σωρός
νεοελλ.
(μετεωρ.) κύριος τύπος νεφών, ο οποίος αναπτύσσεται, γενικά, κατά την κατακόρυφη διεύθυνση έχοντας τη μορφή θόλων πλαισιωμένων με στρογγυλές προεξοχές σε σχήμα πύργων ή λόφων, ενώ η ανώτερη επιφάνειά του θυμίζει κουνουπίδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σωρός + κατάλ. -ίτης (πρβλ. στνλίτης). Ο τ. σωρ-είτης κατ' επίδραση τών σωρεία, σωρεύω].
Greek Monotonic
σωρείτης: -ου, ὁ (σωρός), αρσ. επίθ., αυτός που έχει επισωρευθεί, συσσωρευμένος, συναγμένος· ὁ σωρείτης (συλλογισμός), Λατ. sorites, σωρός συλλογισμών, όπου το συμπέρασμα του προηγούμενου, αποτελεί την υπόθεση, δηλ. την ηγουμένη ή μείζονα πρόταση του επομένου, σε Λουκ.
Greek (Liddell-Scott)
σωρείτης: -ου, ὁ ἐπισωρευθείς· ἐν τῇ Λογικῇ, ὁ σωρείτης (συλλογισμός), sorites, σωρὸς συλλογισμῶν καθ’ ὃν τὸ συμπέρασμα τοῦ ἡγουμένου συλλογισμοῦ λαμβάνεται ὡς μείζων τοῦ ἑπομένου, Κικ. Acad. 5. 16, Λουκ. Συμπ. 23, κλπ.· ἐκαλεῖτο δὲ ἐν τῇ δημώδει Λατ. acervus, Ὁρατ. Ἐπ. 2. 1, 47, πρβλ. Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 9. 182. - Ὁ τύπος σωρίτης εἶναι κοινὸς ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις· ἀλλὰ παρ’ ἅπασι τοῖς δοκιμωτέροις συγγραφεῦσι διορθωτέον τὸν ὀρθὸν τύπον σωρείτης, ὡς καὶ τὰ σωρειτικός, σωρεῖτις.
Middle Liddell
σωρείτης, ου, ὁ, σωρός
masc. adj. heaped up: ὁ σωρείτης συλλογισμός a sorites or heap of syllogisms, the conclusion of one forming the premiss of the next, Luc.
Wikipedia EN
The sorites paradox (/soʊˈraɪtiːz/; sometimes known as the paradox of the heap) is a paradox that arises from vague predicates. A typical formulation involves a heap of sand, from which grains are individually removed. Under the assumption that removing a single grain does not turn a heap into a non-heap, the paradox is to consider what happens when the process is repeated enough times: is a single remaining grain still a heap? If not, when did it change from a heap to a non-heap?
Wikipedia EL
Το Σόφισμα του σωρείτη, ή σόφισμα του σωρού ή σόφισμα του μη σωρού, είναι ένα λογικό παράδοξο που ασχολείται με την ασάφεια των κατηγορημάτων σε μία λογική πρόταση δείχνοντας ότι είναι πιθανό να μην υπάρχει ένα σαφές όριο ανάμεσα σε ένα κατηγόρημα και την άρνησή του.
Wikipedia DE
Die Paradoxie des Haufens, auch Sorites-Paradoxie (von griechisch sorós: Haufen), ist ein Phänomen, das bei vagen Begriffen auftritt. Die Paradoxie zeigt sich, wenn versucht wird, etwas als Haufen zu bestimmen: Es lässt sich keine konkrete, nicht willkürlich beschlossene Anzahl von Elementen angeben, aus denen ein Haufen mindestens bestehen müsste, denn der Begriff des Haufens beinhaltet, dass etwas, das ein Haufen ist, auch ein Haufen bleibt, wenn ein Teil seiner Elemente entfernt wird. Kehrt man diesen Gedanken um, so wird es schwierig zu sagen, ab wann eine Ansammlung von Elementen als Haufen gelten kann. Der Begriff „Haufen“, verstanden als Anhäufung gleichartiger Teile, lässt sich anscheinend nicht klar definieren. Auch bei anderen ähnlich gelagerten vagen Prädikaten wird von Sorites-Fällen gesprochen, so z. B. beim Paradox vom Kahlköpfigen.
Wikipedia FR
Le paradoxe sorite aussi connu comme le paradoxe du tas est un paradoxe dû à une terminologie vague (par exemple, un tas de sable). Il décrit un raisonnement qui conclut à l'impossibilité de constituer un tas (par ex. de sable) en accumulant un grain après l'autre. Ce paradoxe met en jeu un raisonnement par récurrence tout en exploitant dans ses prédicats, le flou sémantique qui entoure les mots du langage courant. Ce paradoxe fut formulé au ive siècle av. J.-C. par Eubulide, qui fut dirigeant de l'École mégarique. La version symétrique du paradoxe conclut au fait qu'en éliminant un à un les grains d'un tas, on aboutit à un tas constitué d'un seul grain.
Wikipedia IT
Il paradosso del sorite (dal greco antico σωρίτης sōritēs aggettivo di σωρός sōros, che significa "mucchio") è un paradosso generalmente attribuito al filosofo greco Eubulide di Mileto, noto anche per una formulazione del paradosso del mentitore.