μηνυτής: Difference between revisions

From LSJ

τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒœ ]+);" to "$1 $2;")
m (LSJ1 replacement)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=minytis
|Transliteration C=minytis
|Beta Code=mhnuth/s
|Beta Code=mhnuth/s
|Definition=οῦ, Dor. μᾱνῡτάς, ᾶ, ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[bringing to light]], μ. χρόνος <span class="bibl">E.<span class="title">Hipp.</span>1051</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> Subst., [[one who brings information]], τοῖς μέλλουσιν ἀποθανεῖσθαι μ. γενέσθαι <span class="bibl">Lys.12.32</span>, cf. <span class="bibl">Jul.<span class="title">Or.</span>5.167b</span>: mostly in legal sense, [[informer]], <span class="bibl">Th.1.132</span>, etc.; as [[epithet]] of Heracles, <span class="title">Vit.Soph</span>; ἀδικήματος <span class="bibl">Antipho 2.2.5</span>; μ. κατά τινος <span class="bibl">Id.5.24</span>, <span class="bibl">And.1.19</span>, <span class="bibl">Lys.13.2</span>; κατὰ σαυτοῦ μ. ἐπὶ τοῖς συμβᾶσι γεγονώς <span class="bibl">D.18.284</span>; τῶν ἀποκτεινάντων <span class="bibl">Antipho 2.4.3</span>; of a woman, <span class="bibl">Cratin.428</span>.</span>
|Definition=μηνυτοῦ, Dor. μᾱνῡτάς, ᾶ, ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[bringing to light]], μ. χρόνος E.''Hipp.''1051.<br><span class="bld">II</span> Subst., [[one who brings information]], τοῖς μέλλουσιν ἀποθανεῖσθαι μ. γενέσθαι Lys.12.32, cf. Jul.''Or.''5.167b: mostly in legal sense, [[informer]], Th.1.132, etc.; as [[epithet]] of Heracles, ''Vit.Soph''; ἀδικήματος Antipho 2.2.5; μ. κατά τινος Id.5.24, And.1.19, Lys.13.2; κατὰ σαυτοῦ μ. ἐπὶ τοῖς συμβᾶσι γεγονώς D.18.284; τῶν ἀποκτεινάντων Antipho 2.4.3; of a woman, Cratin.428.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 10:24, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηνῡτής Medium diacritics: μηνυτής Low diacritics: μηνυτής Capitals: ΜΗΝΥΤΗΣ
Transliteration A: mēnytḗs Transliteration B: mēnytēs Transliteration C: minytis Beta Code: mhnuth/s

English (LSJ)

μηνυτοῦ, Dor. μᾱνῡτάς, ᾶ, ὁ,
A bringing to light, μ. χρόνος E.Hipp.1051.
II Subst., one who brings information, τοῖς μέλλουσιν ἀποθανεῖσθαι μ. γενέσθαι Lys.12.32, cf. Jul.Or.5.167b: mostly in legal sense, informer, Th.1.132, etc.; as epithet of Heracles, Vit.Soph; ἀδικήματος Antipho 2.2.5; μ. κατά τινος Id.5.24, And.1.19, Lys.13.2; κατὰ σαυτοῦ μ. ἐπὶ τοῖς συμβᾶσι γεγονώς D.18.284; τῶν ἀποκτεινάντων Antipho 2.4.3; of a woman, Cratin.428.

German (Pape)

[Seite 175] ὁ, der Anzeiger, Angeber; μηνυτὴν χρόνον, die verrathende Zeit, Eur. Hipp. 1051; Thuc. 1, 132 u. öfter; Plat. Polit. 272 d; αἰσχρῶν ἔργων, Legg. IX, 872 c, öfter; Antiph. 2 δ 3. 5, 24; γίγνεσθαί τινι, Lys. 12, 32; κατά τινος γίγνεσθαι, 13, 2; Folgde. Auch von einer Frau, Cratin. fr. inc. 77.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
1 révélateur;
2 en mauv. part dénonciateur.
Étymologie: μηνύω.

Russian (Dvoretsky)

μηνῡτής: дор. μᾱνῡτάς, οῦ ὁ
1 обличитель (μ. χρόνος Eur.; τῶν τἀναντία φρονούντων Plut.);
2 предостерегающий: μηνυτήν τινι γενέσθαι Lys. предостеречь кого-л.;
3 осведомитель, доносчик (αἰσχρῶν ἔργων Plat.).

Greek (Liddell-Scott)

μηνῡτής: -οῦ, Δωρ. μᾱνῡτάς, ᾶ, ὁ, ὁ φέρων εἰς φῶς, ἀποκαλύπτων, καταμηνύων, μ. χρόνος Εὐρ. Ἱππ. 1051. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., ὁ μηνύων, ἀναγγέλλων, τοῖς μέλλουσιν ἀποθανεῖσθαι Λυσ. 123. 5· ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον ἐπὶ νομικῆς σημασίας, ὡς τὸ Λατ. delator, ἀδικήματος Ἀντιφῶν 117. 6, Θουκ. 1. 132, κτλ., Ἀνδοκ. 3. 40· μ. κατά τινος Ἀντιφῶν 132. 17, Λυσ. 130. 3· κατὰ σαυτοῦ μηνυτὴς ἐπὶ τοῖς συμβᾶσι γεγονὼς Δημ. 302 20· τῶν ἀποκτεινάντων Ἀντιφῶν 119. 31· ― ἐπὶ γυναικός, Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 77, πρβλ. Λοβ. Παραλ. 271. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «Μηνυτής· Ἡρακλῆς ἐν Ἀθήναις».

Greek Monolingual

ο,θηλ. και μηνύτρια (ΑΜ μηνυτής και δωρ. τ. μανυτάς, θηλ. μηνύτρια) μηνύω
αυτός που καταγγέλλει αξιόποινη πράξη ή αυτός που υποβάλλει μήνυση
νεοελλ.-μσν.
1. αυτός που φέρνει μήνυμα, αγγελιαφόρος, απεσταλμένος
2. αυτός που δίνει πληροφορίες
αρχ.
1. αυτός που αποκαλύπτει
2. αυτός που αναγγέλλει
3. ως κύριο όν. Μηνυτής
προσωνυμία του Ηρακλέους στην Αθήνα.

Greek Monotonic

μηνῡτής: -οῦ, Δωρ. μᾱνῡτάς, -α, ὁ (μηνύω),·
I. φέρνω στο φως, μηνυτὴς χρόνος, σε Ευρ.
II. ως ουσ., πληροφοριοδότης, Λατ. delator, σε Θουκ.· κατά τινος, εναντίον ενός προσώπου, σε Δημ.

Middle Liddell

μηνῡτής, οῦ, μηνύω
I. bringing to light, μ. χρόνος Eur.
II. Subst. an informer, Lat. delator, Thuc.; κατά τινος against a person, Dem.

English (Woodhouse)

informer, betrayer

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)