σπύραθος: Difference between revisions
κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν → bend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps
(13_3) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(12 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=spyrathos | |Transliteration C=spyrathos | ||
|Beta Code=spu/raqos | |Beta Code=spu/raqos | ||
|Definition=[ | |Definition=[ῠ], ὁ or ἡ, = [[σπυράς]], only in plural, Hp.''Nat.Mul.''32, 34, Dsc.2.80; so σπυρᾰθ-ιον, τό, prob. cj. for [[σπυρίθιον]] in Id.''Ther.''19 (pl.); σφυραθία, ἡ, Poll.5.91: also [[σπύρδαρα]] ibid. ([[varia lectio|v.l.]] -δανα). | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0926.png Seite 926]] ὁ od. ἡ, runder Mist, bes. der Ziegen u. Schaafe, Schaaflorbeer, Sp. – Hängt wohl mit [[σπεῖρα]] zusammen u. bedeutet jeden rund gedrehten Körper. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0926.png Seite 926]] ὁ od. ἡ, runder Mist, bes. der Ziegen u. Schaafe, Schaaflorbeer, Sp. – Hängt wohl mit [[σπεῖρα]] zusammen u. bedeutet jeden rund gedrehten Körper. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''σπύρᾰθος''': [ῠ], ὁ ἢ ἡ, = [[σπυράς]], μόνον ἐν τῷ πληθ., Ἱππ. 571. 18., 575. 48, Διοσκ. 2. 98˙ οὕτω σπυράθιον, τό, Διοσκ. 6. 55˙ σπυραθία, ἡ, Πολυδ. Ε΄, 91. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και [[πύραθος]], ὁ, ἡ, Α<br />στρογγυλή, [[σπειροειδής]] [[κοπριά]], [[ιδίως]] τών αιγοπροβάτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Εκφραστικός τ. της καθημερινής γλώσσας τών Αρχαίων με [[επίθημα]] -<i>θος</i> (<b>πρβλ.</b> [[ὄνθος]], [[σπέλεθος]]), που μαρτυρείται και [[χωρίς]] αρκτικό <i>σ</i>- (<b>πρβλ.</b> [[πύραθος]]), [[αλλά]] και με δασύ [[σύμφωνο]] -<i>φ</i>-: <i>σφυρ</i>-<i>άς</i> (<b>πρβλ.</b> [[σπόγγος]] / [[σφόγγος]]). Ο τ. έχει παραχθεί από ένα προσηγορικό σε -<i>ο</i> ή -<i>ᾱ</i>- που μαρτυρείται στη Βαλτική: λιθουαν. <i>spira</i>, <i>spiros</i> «[[περίττωμα]] μικρού ζώου», λεττον. <i>spiras</i>- και εμφανίζει, όπως και οι τ. της Βαλτικής, τη συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] της ρίζας με φωνηεντισμό -<i>υ</i>- (<b>πρβλ.</b> [[σπυρίς]], [[ἄγυρις]], [[λύκος]]). Στη συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] της ρίζας ανάγεται και ο [[παράλληλος]] τ. <i>σπυρ</i>-<i>άς</i> σχηματισμένος με [[επίθημα]] -<i>άς</i>, -[[άδος]] ([[πρβλ]]. [[λιθάς]], [[ισχάς]]). Αντίθετα, με φωνηεντισμό -<i>ο</i>-, [[δασεία]] οδοντική [[παρέκταση]] -<i>θ</i>- ([[πρβλ]]. [[σπυρθίζω]]) και εκφραστικό [[επίθημα]] -<i>υγγες</i> ([[πρβλ]]. [[στόρθυγξ]]) μαρτυρείται ο τ. <i>σπόρθ</i>-<i>υγγες</i> (<span style="color: red;"><</span> IE <i>spor</i>-<i>dh</i>-), που συνδέεται με τα ισλδ. <i>spard</i> «[[κόπρος]] προβάτου» και <i>sperdill</i> «[[κόπρος]] αίγας». Οι τ., [[τέλος]], συνδέονται πιθ. με την [[οικογένεια]] του ρ. [[σπαίρω]] και της λ. [[σφαίρα]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:50, 25 August 2023
English (LSJ)
[ῠ], ὁ or ἡ, = σπυράς, only in plural, Hp.Nat.Mul.32, 34, Dsc.2.80; so σπυρᾰθ-ιον, τό, prob. cj. for σπυρίθιον in Id.Ther.19 (pl.); σφυραθία, ἡ, Poll.5.91: also σπύρδαρα ibid. (v.l. -δανα).
German (Pape)
[Seite 926] ὁ od. ἡ, runder Mist, bes. der Ziegen u. Schaafe, Schaaflorbeer, Sp. – Hängt wohl mit σπεῖρα zusammen u. bedeutet jeden rund gedrehten Körper.
Greek (Liddell-Scott)
σπύρᾰθος: [ῠ], ὁ ἢ ἡ, = σπυράς, μόνον ἐν τῷ πληθ., Ἱππ. 571. 18., 575. 48, Διοσκ. 2. 98˙ οὕτω σπυράθιον, τό, Διοσκ. 6. 55˙ σπυραθία, ἡ, Πολυδ. Ε΄, 91.
Greek Monolingual
και πύραθος, ὁ, ἡ, Α
στρογγυλή, σπειροειδής κοπριά, ιδίως τών αιγοπροβάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Εκφραστικός τ. της καθημερινής γλώσσας τών Αρχαίων με επίθημα -θος (πρβλ. ὄνθος, σπέλεθος), που μαρτυρείται και χωρίς αρκτικό σ- (πρβλ. πύραθος), αλλά και με δασύ σύμφωνο -φ-: σφυρ-άς (πρβλ. σπόγγος / σφόγγος). Ο τ. έχει παραχθεί από ένα προσηγορικό σε -ο ή -ᾱ- που μαρτυρείται στη Βαλτική: λιθουαν. spira, spiros «περίττωμα μικρού ζώου», λεττον. spiras- και εμφανίζει, όπως και οι τ. της Βαλτικής, τη συνεσταλμένη βαθμίδα της ρίζας με φωνηεντισμό -υ- (πρβλ. σπυρίς, ἄγυρις, λύκος). Στη συνεσταλμένη βαθμίδα της ρίζας ανάγεται και ο παράλληλος τ. σπυρ-άς σχηματισμένος με επίθημα -άς, -άδος (πρβλ. λιθάς, ισχάς). Αντίθετα, με φωνηεντισμό -ο-, δασεία οδοντική παρέκταση -θ- (πρβλ. σπυρθίζω) και εκφραστικό επίθημα -υγγες (πρβλ. στόρθυγξ) μαρτυρείται ο τ. σπόρθ-υγγες (< IE spor-dh-), που συνδέεται με τα ισλδ. spard «κόπρος προβάτου» και sperdill «κόπρος αίγας». Οι τ., τέλος, συνδέονται πιθ. με την οικογένεια του ρ. σπαίρω και της λ. σφαίρα].