ἀπᾴδω: Difference between revisions

From LSJ

Ὥσπερ οἱ ἐρωτικοὶ ἀπὸ τῶν ἐν αἰσθήσει καλῶν ὁδῷ προϊόντες ἐπ' αὐτὴν καταντῶσι τὴν μίαν τῶν καλῶν πάντων καὶ νοητῶν ἀρχήν → Just as lovers systematically leave behind what is fair to sensation and attain the one true source of all that is fair and intelligible

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "Pl.''Lg.''" to "Pl.''Lg.''")
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=apado
|Transliteration C=apado
|Beta Code=a)pa/|dw
|Beta Code=a)pa/|dw
|Definition=fut. <span class="sense"><span class="bld">A</span> -ᾴσομαι <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ti.</span>26d</span>:—[[sing out of tune]], ὅλῃ ἁρμονίᾳ <span class="bibl">Id.<span class="title">Lg.</span>802e</span>; ἐπὶ τὸ ὀξύ <span class="bibl">Arist.<span class="title">Pr.</span>919b23</span>: abs., <span class="bibl">Pl.<span class="title">Hp.Mi.</span>374c</span>, <span class="bibl">D.Chr. 13.20</span>, etc. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> metaph., [[dissent]], ἀπ' ἀλλήλων <span class="bibl">Pl.<span class="title">Lg.</span>662b</span>; πρὸς τὴν καθεστῶσαν πολιτείαν <span class="bibl">Plu.<span class="title">Lyc.</span>27</span>: c. gen., ἐθῶν <span class="bibl">Luc.<span class="title">Anach.</span>6</span>; to [[be at variance with]], τῆς ἀληθείας <span class="bibl">Ph.1.235</span>; [[fall short of]], τῆς διὰ τῶν νεύρων ἰσχύος <span class="bibl">Hero <span class="title">Bel.</span>112.16</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> [[wander away]], πολὺ ἀπῇσας ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος <span class="bibl">Pl.<span class="title">Hp.Ma.</span>292c</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> in part., [[unbefitting]], ἀπᾴδοντα τῷ θεῷ ἐγκώμια <span class="bibl">Jul.<span class="title">Or.</span>4.132b</span>; τῷ πράγματι <span class="bibl">Lib.<span class="title">Or.</span>10.34</span>; ξένον καὶ ἀπᾷδον τὸ ῥῆμα <span class="bibl">Porph.<span class="title">Chr.</span>69</span>.</span>
|Definition=<span class="bld">A</span> fut. -ᾴσομαι Pl.''Ti.''26d:—[[sing out of tune]], ὅλῃ ἁρμονίᾳ Id.''Lg.''802e; ἐπὶ τὸ ὀξύ Arist.''Pr.''919b23: abs., Pl.''Hp.Mi.''374c, D.Chr. 13.20, etc.<br><span class="bld">II</span> metaph., [[dissent]], ἀπ' ἀλλήλων [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''662b; πρὸς τὴν καθεστῶσαν πολιτείαν Plu.''Lyc.''27: c. gen., ἐθῶν Luc.''Anach.''6; to [[be at variance with]], τῆς ἀληθείας Ph.1.235; [[fall short of]], τῆς διὰ τῶν νεύρων ἰσχύος Hero ''Bel.''112.16.<br><span class="bld">2</span> [[wander away]], πολὺ ἀπῇσας ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Pl.''Hp.Ma.''292c.<br><span class="bld">3</span> in part., [[unbefitting]], ἀπᾴδοντα τῷ θεῷ ἐγκώμια Jul.''Or.''4.132b; τῷ πράγματι Lib.''Or.''10.34; ξένον καὶ ἀπᾷδον τὸ ῥῆμα Porph.''Chr.''69.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0274.png Seite 274]] im Gesang abweichen, τῇ ἁρμονίᾳ, nicht zusammenklingen, Plat. Legg. VII, 802 e; mißhellig sein, abweichen, ἀπ' [[ἀλλήλων]] II, 662 b; ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Hipp. mai. 292 c; [[πρός]] τι Plut. Lyc. 27; ὡς μὴ ἀπᾴδειν [[θάτερον]] θατέρου Luc. Pisc. 6; Plut. reip. ger. praec. p. 165 τοὺς [[ἄλλως]] ἀπᾴδοντας ἐς τὸ ἐμμελὲς ἄγειν.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0274.png Seite 274]] im Gesang abweichen, τῇ ἁρμονίᾳ, nicht zusammenklingen, Plat. Legg. VII, 802 e; mißhellig sein, abweichen, ἀπ' [[ἀλλήλων]] II, 662 b; ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Hipp. mai. 292 c; [[πρός]] τι Plut. Lyc. 27; ὡς μὴ ἀπᾴδειν [[θάτερον]] θατέρου Luc. Pisc. 6; Plut. reip. ger. praec. p. 165 τοὺς [[ἄλλως]] ἀπᾴδοντας ἐς τὸ ἐμμελὲς ἄγειν.
}}
{{bailly
|btext=chanter faux ; <i>fig.</i> être en désaccord : πρός τι PLUT avec qch.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[ᾄδω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπᾴδω:'''<br /><b class="num">1</b> [[петь или звучать не в тон]], [[фальшивить]] Plat., Arst., Plut.;<br /><b class="num">2</b> [[отступать]], [[отклоняться]] ([[ἀπό]] τινος Plat., πρός τι Plut. и τινός Luc.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπᾴδω''': μέλλ. - ᾄσομαι, Πλάτ. Τίμ. 26D: - ᾄδω παραφώνως, διατελῶ ἐν παραφωνίᾳ, δεινόν γὰρ ὅλῃ τῇ ἀρμονίᾳ ἀπᾴδειν ὁ αὐτ. Νόμ. 802Ε, πρβλ. Ἀριστ. Προβλ. 19. 21· ἀπολ., Πλάτ. Ἱππ. Ἐλ. 374C. ΙΙ. μεταφ. διαφωνῶ, [[διαφέρω]], ἀπ’ [[ἀλλήλων]] ὁ αὐτ. Νόμ. 662Β· [[πρός]] τι Πλουτ. Λυκοῦργ. 27· μετὰ γεν., ἐθῶν Λουκ. Ἀνάχ. 6. 2) [[ἀπομακρύνομαι]], ἀποπλανῶμαι, ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Πλάτ. Ἱππ. Μείζ. 292C. - Ἐντεῦθεν ἐπίρρ. ἀπᾳδόντως, ἀκαταλλήλως, ἀσυμφώνως, Πλωτῖν. 3. 4, 5.
|lstext='''ἀπᾴδω''': μέλλ. - ᾄσομαι, Πλάτ. Τίμ. 26D: - ᾄδω παραφώνως, διατελῶ ἐν παραφωνίᾳ, δεινόν γὰρ ὅλῃ τῇ ἀρμονίᾳ ἀπᾴδειν ὁ αὐτ. Νόμ. 802Ε, πρβλ. Ἀριστ. Προβλ. 19. 21· ἀπολ., Πλάτ. Ἱππ. Ἐλ. 374C. ΙΙ. μεταφ. διαφωνῶ, [[διαφέρω]], ἀπ’ [[ἀλλήλων]] ὁ αὐτ. Νόμ. 662Β· [[πρός]] τι Πλουτ. Λυκοῦργ. 27· μετὰ γεν., ἐθῶν Λουκ. Ἀνάχ. 6. 2) [[ἀπομακρύνομαι]], ἀποπλανῶμαι, ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Πλάτ. Ἱππ. Μείζ. 292C. - Ἐντεῦθεν ἐπίρρ. ἀπᾳδόντως, ἀκαταλλήλως, ἀσυμφώνως, Πλωτῖν. 3. 4, 5.
}}
{{bailly
|btext=chanter faux ; <i>fig.</i> être en désaccord : [[πρός]] [[τι]] PLUT avec qch.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[ᾄδω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 27: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπᾴδω:''' μέλ. <i>-ᾴσομαι</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[τραγουδώ]] παράφωνα, είμαι [[εκτός]] μουσικού τόνου, της κλίμακας, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> μεταφ.,<br /><b class="num">1.</b> [[διαφωνώ]], [[διαφέρω]], ἀπ' [[ἀλλήλων]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> απομακρύνομαι, αποπλανώμαι, παροδηγούμαι, <i>ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος</i>, στον ίδ.
|lsmtext='''ἀπᾴδω:''' μέλ. <i>-ᾴσομαι</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[τραγουδώ]] παράφωνα, είμαι [[εκτός]] μουσικού τόνου, της κλίμακας, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> μεταφ.,<br /><b class="num">1.</b> [[διαφωνώ]], [[διαφέρω]], ἀπ' [[ἀλλήλων]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> απομακρύνομαι, αποπλανώμαι, παροδηγούμαι, <i>ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος</i>, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπᾴδω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[петь или звучать не в тон]], [[фальшивить]] Plat., Arst., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> [[отступать]], [[отклоняться]] ([[ἀπό]] τινος Plat., πρός τι Plut. и τινός Luc.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br /><b class="num">I.</b> to [[sing]] out of [[tune]], be out of [[tune]], Plat.<br /><b class="num">II.</b> metaph. to [[dissent]], ἀπ' [[ἀλλήλων]] Plat.<br /><b class="num">2.</b> to [[wander]] [[away]], ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Plat.
|mdlsjtxt=<b class="num">I.</b> to [[sing]] out of [[tune]], be out of [[tune]], Plat.<br /><b class="num">II.</b> metaph. to [[dissent]], ἀπ' [[ἀλλήλων]] Plat.<br /><b class="num">2.</b> to [[wander]] [[away]], ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Plat.
}}
}}

Latest revision as of 13:39, 23 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπᾴδω Medium diacritics: ἀπᾴδω Low diacritics: απάδω Capitals: ΑΠΑΔΩ
Transliteration A: apā́idō Transliteration B: apadō Transliteration C: apado Beta Code: a)pa/|dw

English (LSJ)

A fut. -ᾴσομαι Pl.Ti.26d:—sing out of tune, ὅλῃ ἁρμονίᾳ Id.Lg.802e; ἐπὶ τὸ ὀξύ Arist.Pr.919b23: abs., Pl.Hp.Mi.374c, D.Chr. 13.20, etc.
II metaph., dissent, ἀπ' ἀλλήλων Pl.Lg.662b; πρὸς τὴν καθεστῶσαν πολιτείαν Plu.Lyc.27: c. gen., ἐθῶν Luc.Anach.6; to be at variance with, τῆς ἀληθείας Ph.1.235; fall short of, τῆς διὰ τῶν νεύρων ἰσχύος Hero Bel.112.16.
2 wander away, πολὺ ἀπῇσας ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Pl.Hp.Ma.292c.
3 in part., unbefitting, ἀπᾴδοντα τῷ θεῷ ἐγκώμια Jul.Or.4.132b; τῷ πράγματι Lib.Or.10.34; ξένον καὶ ἀπᾷδον τὸ ῥῆμα Porph.Chr.69.

Spanish (DGE)

I desafinar ref. al canto, Pl.Lg.802e, ἐπὶ τὸ ὀξύ Arist.Pr.919b23
abs. del sonido, Pl.Hp.Mi.374c, de cantores, D.Chr.13.20, de una cantante, Aristaenet.1.10.100.
II usos fig.
1 disentir, estar en desacuerdo ἀπ' ἀλλήλων Pl.Lg.662b, οὐκ ἀπᾳσόμεθα λέγοντες Pl.Ti.26d, πρὸς τὴν καθεστῶσαν πολιτείαν Plu.Lyc.27
c. gen. ἐθῶν Luc.Anach.6, τῆς ἀληθείας Ph.1.235, Clem.Al.Prot.10.98.3.
2 desviarse de ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Pl.Hp.Ma.292c.
3 ser insuficiente, quedarse corto con respecto a τῆς διὰ τῶν νεύρων ἰσχύος Hero Bel.112.6
ser inadecuado τῷ θεῷ τὰ ἐγκώμια Iul.Or.11.132b, τῷ πράγματι Lib.Or.10.34, ξένον καὶ ἀπᾷδον ῥῆμα Porph.Chr.69.

German (Pape)

[Seite 274] im Gesang abweichen, τῇ ἁρμονίᾳ, nicht zusammenklingen, Plat. Legg. VII, 802 e; mißhellig sein, abweichen, ἀπ' ἀλλήλων II, 662 b; ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Hipp. mai. 292 c; πρός τι Plut. Lyc. 27; ὡς μὴ ἀπᾴδειν θάτερον θατέρου Luc. Pisc. 6; Plut. reip. ger. praec. p. 165 τοὺς ἄλλως ἀπᾴδοντας ἐς τὸ ἐμμελὲς ἄγειν.

French (Bailly abrégé)

chanter faux ; fig. être en désaccord : πρός τι PLUT avec qch.
Étymologie: ἀπό, ᾄδω.

Russian (Dvoretsky)

ἀπᾴδω:
1 петь или звучать не в тон, фальшивить Plat., Arst., Plut.;
2 отступать, отклоняться (ἀπό τινος Plat., πρός τι Plut. и τινός Luc.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀπᾴδω: μέλλ. - ᾄσομαι, Πλάτ. Τίμ. 26D: - ᾄδω παραφώνως, διατελῶ ἐν παραφωνίᾳ, δεινόν γὰρ ὅλῃ τῇ ἀρμονίᾳ ἀπᾴδειν ὁ αὐτ. Νόμ. 802Ε, πρβλ. Ἀριστ. Προβλ. 19. 21· ἀπολ., Πλάτ. Ἱππ. Ἐλ. 374C. ΙΙ. μεταφ. διαφωνῶ, διαφέρω, ἀπ’ ἀλλήλων ὁ αὐτ. Νόμ. 662Β· πρός τι Πλουτ. Λυκοῦργ. 27· μετὰ γεν., ἐθῶν Λουκ. Ἀνάχ. 6. 2) ἀπομακρύνομαι, ἀποπλανῶμαι, ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Πλάτ. Ἱππ. Μείζ. 292C. - Ἐντεῦθεν ἐπίρρ. ἀπᾳδόντως, ἀκαταλλήλως, ἀσυμφώνως, Πλωτῖν. 3. 4, 5.

Greek Monolingual

ἀπᾴδω)
νεοελλ.
δεν ταιριάζω, δεν αρμόζω («η συμπεριφορά του απάδει προς το αξίωμα του»
αρχ.
1. τραγουδώ παράφωνα
2. μτφ. α) διαφωνώ
β) απομακρύνομαι, ξεφεύγω από το θέμα.

Greek Monotonic

ἀπᾴδω: μέλ. -ᾴσομαι,
I. τραγουδώ παράφωνα, είμαι εκτός μουσικού τόνου, της κλίμακας, σε Πλάτ.
II. μεταφ.,
1. διαφωνώ, διαφέρω, ἀπ' ἀλλήλων, στον ίδ.
2. απομακρύνομαι, αποπλανώμαι, παροδηγούμαι, ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος, στον ίδ.

Middle Liddell

I. to sing out of tune, be out of tune, Plat.
II. metaph. to dissent, ἀπ' ἀλλήλων Plat.
2. to wander away, ἀπὸ τοῦ ἐρωτήματος Plat.