Μηλίς: Difference between revisions

From LSJ

οἵ γε καὶ ἐν τῷ παρόντι ἀντιπάλως μᾶλλον ἢ ὑποδεεστέρως τῷ ναυτικῷ ἀνθώρμουν → whose navy, even as it was, faced the Athenian more as an equal than as an inferior

Source
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext=)(.*)(\n}}\n{{elru\n\|elrutext=)(.*)}}" to "$1$2<br />$4}}")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Μηλίς:''' ίδος adj. f малийская: Μ. [[λίμνη]] Soph. = Μηλιεὺς [[κόλπος]].
|elrutext='''Μηλίς:''' ίδος adj. f малийская: Μ. [[λίμνη]] Soph. = Μηλιεὺς [[κόλπος]].<br />'''Μηλίς:''' ίδος ἡ Мелида<br /><b class="num">1</b> тж. Μ. γῆ Her., область в южн. Фессалии Her. etc.;<br /><b class="num">2</b> Plut. = [[Μῆλος]].
}}
{{elru
|elrutext='''Μηλίς:''' ίδος ἡ Мелида<br /><b class="num">1</b> тж. Μ. γῆ Her., область в южн. Фессалии Her. etc.;<br /><b class="num">2</b> Plut. = [[Μῆλος]].
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Μηλίς]], ίδος, ἡ, [ionic for Μᾱλίς, with or without γῆ]<br />[[Malis]] in [[Trachis]], Hdt.; cf. [[Μηλιεύς]].
|mdlsjtxt=[[Μηλίς]], ίδος, ἡ, [ionic for Μᾱλίς, with or without γῆ]<br />[[Malis]] in [[Trachis]], Hdt.; cf. [[Μηλιεύς]].
}}
}}

Revision as of 22:42, 23 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Μηλίς Medium diacritics: Μηλίς Low diacritics: Μηλίς Capitals: ΜΗΛΙΣ
Transliteration A: Mēlís Transliteration B: Mēlis Transliteration C: Milis Beta Code: *mhli/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ,
A v. Μηλιεύς.

French (Bailly abrégé)

1ίδος
adj. f.
Μηλὶς γῆ, ou simpl.Μηλίς le territoire de Mèlis, la Mélide, contrée de Thessalie ; Mηλὶς λίμνη SOPH c. Μηλιεὺς κόλπος.
Étymologie:.
2ίδος
adj. f.
de Mèlos.
Étymologie: Μῆλος.

Greek Monolingual

(I)
Μηλίς, ἡ (Α)
βλ. μηλιακός και Μηλιεύς.
(II)
Μηλίς, -ίδος (Α)
νύμφη προστάτιδα τών ποιμνίων.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < μῆλον (II) «ποίμνιο» + κατάλ. -ίς (πρβλ. Δαυλίς)].

Greek Monotonic

Μηλίς: -ίδος, ἡ, Ιων. αντί Μᾱλίς, με ή χωρίς το γῆ, η Μηλίδα, στην Τραχίνα, σε Ηρόδ.· πρβλ. Μηλιεύς.

Russian (Dvoretsky)

Μηλίς: ίδος adj. f малийская: Μ. λίμνη Soph. = Μηλιεὺς κόλπος.
Μηλίς: ίδος ἡ Мелида
1 тж. Μ. γῆ Her., область в южн. Фессалии Her. etc.;
2 Plut. = Μῆλος.

Middle Liddell

Μηλίς, ίδος, ἡ, [ionic for Μᾱλίς, with or without γῆ]
Malis in Trachis, Hdt.; cf. Μηλιεύς.