θαλαμίτης: Difference between revisions

From LSJ

τούτων γάρ ὄνομα μόνον κοινόν, ὁ δέ κατά τοὔνομα λόγος τῆς οὐσίας ἕτεροςthough they have a common name, the definition corresponding with the name differs for each (Aristotle, Categoriae 1a3-4)

Source
(4)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=θᾰλᾰμίτης
|Full diacritics=θᾰλᾰμῑ́της
|Medium diacritics=θαλαμίτης
|Medium diacritics=θαλαμίτης
|Low diacritics=θαλαμίτης
|Low diacritics=θαλαμίτης
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=thalamitis
|Transliteration C=thalamitis
|Beta Code=qalami/ths
|Beta Code=qalami/ths
|Definition=[<b class="b3">ῑ], ου, ὁ,</b> (<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> θάλαμος 111) <b class="b2">one of the rowers on the lowest bench</b> of a trireme, who had the shortest oars and the least pay, Sch.<span class="bibl">Ar.<span class="title">Ra.</span>1106</span>.</span>
|Definition=[ῑ], ου, ὁ, ([[θάλαμος]] ''III'') one of the [[rower]]s on the [[low]]est [[bench]] of a [[trireme]], who had the [[short]]est [[oar]]s and the [[least]] [[pay]], Sch.Ar.Ra.1106.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1182.png Seite 1182]] ὁ, der in den mit drei Reihen Ruderbänken versehenen Trieren auf der untersten Ruderbank sitzende Ruderer, der das kürzeste Ruder führt u. wegen der leichtern Arbeit den geringsten Sold erhält, Schol. Ar. Ach. 161 Ran. 1072. Vgl. [[ζυγίτης]] u. [[θρανίτης]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1182.png Seite 1182]] ὁ, der in den mit drei Reihen Ruderbänken versehenen Trieren auf der untersten Ruderbank sitzende Ruderer, der das kürzeste Ruder führt u. wegen der leichtern Arbeit den geringsten Sold erhält, Schol. Ar. Ach. 161 Ran. 1072. Vgl. [[ζυγίτης]] u. [[θρανίτης]].
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />[[rameur du rang inférieur]].<br />'''Étymologie:''' [[θάλαμος]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''θᾰλᾰμίτης''': ῑ, ου, ὁ, ([[θάλαμος]] ΙΙΙ) ὁ [[κωπηλάτης]] ὁ καθήμενος ἐπὶ τῆς κατωτάτης σειρᾶς τῶν ἑδωλίων, ἔχων τὴν βραχυτάτην κώπην, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐλάχιστον μισθόν, Ἀππ. Ἐμφύλ. 5.107 (κοινῶς θαλαμίαι), Σχόλ. Ἀριστοφ. Βατρ. 1074· πρβλ. [[ζυγίτης]], [[θρανίτης]], [[θαλάμαξ]], [[θαλάμιος]]. ΙΙ. ὡς ἐπίθ. ἐκ τοῦ [[θάλαμος]], Τζέτζ.
|lstext='''θᾰλᾰμίτης''': ῑ, ου, ὁ, ([[θάλαμος]] ΙΙΙ) ὁ [[κωπηλάτης]] ὁ καθήμενος ἐπὶ τῆς κατωτάτης σειρᾶς τῶν ἑδωλίων, ἔχων τὴν βραχυτάτην κώπην, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐλάχιστον μισθόν, Ἀππ. Ἐμφύλ. 5.107 (κοινῶς θαλαμίαι), Σχόλ. Ἀριστοφ. Βατρ. 1074· πρβλ. [[ζυγίτης]], [[θρανίτης]], [[θαλάμαξ]], [[θαλάμιος]]. ΙΙ. ὡς ἐπίθ. ἐκ τοῦ [[θάλαμος]], Τζέτζ.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />rameur du rang inférieur.<br />'''Étymologie:''' [[θάλαμος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θαλαμίτης]], ό (Α)<br />[[κωπηλάτης]] της κατώτατης [[σειράς]] εδωλίων της αρχαίας τριήρους ο [[οποίος]] είχε τα πιο [[κοντά]] [[κουπιά]] και τη μικρότερη [[αμοιβή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θάλαμος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιτης</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>λοχ</i>-[[ίτης]], <i>οπλ</i>-[[ίτης]])].
|mltxt=[[θαλαμίτης]], ό (Α)<br />[[κωπηλάτης]] της κατώτατης [[σειράς]] εδωλίων της αρχαίας τριήρους ο [[οποίος]] είχε τα πιο [[κοντά]] [[κουπιά]] και τη μικρότερη [[αμοιβή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θάλαμος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιτης</i> ([[πρβλ]]. [[λοχίτης]], [[οπλίτης]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''θᾰλᾰμίτης:''' [ῑ], -ον, ὁ ([[θάλαμος]] III), ο [[κωπηλάτης]], αυτός που κάθεται στην κατώτατη [[σειρά]] εδωλίων μιας τριήρους, ο [[οποίος]] είχε τα πιο μικρά [[κουπιά]] και το χαμηλότερο [[μισθό]]· πρβλ. [[ζυγίτης]], [[θρανίτης]].
|lsmtext='''θᾰλᾰμίτης:''' [ῑ], -ον, ὁ ([[θάλαμος]] III), ο [[κωπηλάτης]], αυτός που κάθεται στην κατώτατη [[σειρά]] εδωλίων μιας τριήρους, ο [[οποίος]] είχε τα πιο μικρά [[κουπιά]] και το χαμηλότερο [[μισθό]]· πρβλ. [[ζυγίτης]], [[θρανίτης]].
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=θᾰλᾰμῑ́της, ου, [[θάλαμος]] III]<br />one of the rowers on the lowest [[bench]] of a [[trireme]], who had the shortest oars and the [[least]] pay; cf. [[ζυγίτης]], [[θρανίτης]].
}}
}}

Latest revision as of 13:25, 8 January 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θᾰλᾰμῑ́της Medium diacritics: θαλαμίτης Low diacritics: θαλαμίτης Capitals: ΘΑΛΑΜΙΤΗΣ
Transliteration A: thalamítēs Transliteration B: thalamitēs Transliteration C: thalamitis Beta Code: qalami/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ, (θάλαμος III) one of the rowers on the lowest bench of a trireme, who had the shortest oars and the least pay, Sch.Ar.Ra.1106.

German (Pape)

[Seite 1182] ὁ, der in den mit drei Reihen Ruderbänken versehenen Trieren auf der untersten Ruderbank sitzende Ruderer, der das kürzeste Ruder führt u. wegen der leichtern Arbeit den geringsten Sold erhält, Schol. Ar. Ach. 161 Ran. 1072. Vgl. ζυγίτης u. θρανίτης.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
rameur du rang inférieur.
Étymologie: θάλαμος.

Greek (Liddell-Scott)

θᾰλᾰμίτης: ῑ, ου, ὁ, (θάλαμος ΙΙΙ) ὁ κωπηλάτης ὁ καθήμενος ἐπὶ τῆς κατωτάτης σειρᾶς τῶν ἑδωλίων, ἔχων τὴν βραχυτάτην κώπην, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐλάχιστον μισθόν, Ἀππ. Ἐμφύλ. 5.107 (κοινῶς θαλαμίαι), Σχόλ. Ἀριστοφ. Βατρ. 1074· πρβλ. ζυγίτης, θρανίτης, θαλάμαξ, θαλάμιος. ΙΙ. ὡς ἐπίθ. ἐκ τοῦ θάλαμος, Τζέτζ.

Greek Monolingual

θαλαμίτης, ό (Α)
κωπηλάτης της κατώτατης σειράς εδωλίων της αρχαίας τριήρους ο οποίος είχε τα πιο κοντά κουπιά και τη μικρότερη αμοιβή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θάλαμος + κατάλ. -ιτης (πρβλ. λοχίτης, οπλίτης)].

Greek Monotonic

θᾰλᾰμίτης: [ῑ], -ον, ὁ (θάλαμος III), ο κωπηλάτης, αυτός που κάθεται στην κατώτατη σειρά εδωλίων μιας τριήρους, ο οποίος είχε τα πιο μικρά κουπιά και το χαμηλότερο μισθό· πρβλ. ζυγίτης, θρανίτης.

Middle Liddell

θᾰλᾰμῑ́της, ου, θάλαμος III]
one of the rowers on the lowest bench of a trireme, who had the shortest oars and the least pay; cf. ζυγίτης, θρανίτης.