Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κιθαριστής: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιονὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking

Plutarch, Advice about Keeping Well, section 24
(5)
mNo edit summary
 
(19 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=κῐθαριστής
|Full diacritics=κῐθᾰρῐστής
|Medium diacritics=κιθαριστής
|Medium diacritics=κιθαριστής
|Low diacritics=κιθαριστής
|Low diacritics=κιθαριστής
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kitharistis
|Transliteration C=kitharistis
|Beta Code=kiqaristh/s
|Beta Code=kiqaristh/s
|Definition=οῦ, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">player on the cithara</b>, h.Hom.25.3, <span class="bibl">Hes.<span class="title">Th.</span>95</span>, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Eq.</span>992</span> (lyr.), <span class="bibl"><span class="title">Nu.</span>964</span>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">Po.</span> 1455a3</span>, <span class="title">OGI</span>51.43, etc. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b3">κ. λίθος</b> stone at Megara <b class="b2">which rang</b> on being struck, <span class="title">APl.</span>4.279 tit.</span>
|Definition=κιθαριστοῦ, ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[player]] on the [[cithara]], [[citharist]], h.Hom.25.3, Hes.''Th.''95, [[Aristophanes|Ar.]]''[[The Knights|Eq.]]''992 (lyr.), ''Nu.''964, Arist.''Po.'' 1455a3, ''OGI''51.43, etc.<br><span class="bld">II</span> <b class="b3">κιθαριστής λίθος</b> stone at Megara which rang on being struck, ''APl.''4.279 tit.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1437.png Seite 1437]] ὁ, der Citherspieler; H. h. 24, 3; Hes. Th. 95; Plat. Prot. 312 d u. öfter, wie bei den Folgdn, die es von [[κιθαρῳδός]] so unterscheiden, daß dieser auch zur Cither singt, der [[κιθαριστής]] aber bloß spielt, ψιλοὶ κιθαρισταί, Ath. XIV, 638 a. Andere erklärten es = [[λυρῳδός]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1437.png Seite 1437]] ὁ, der [[Citherspieler]]; H. h. 24, 3; Hes. Th. 95; Plat. Prot. 312 d u. öfter, wie bei den Folgdn, die es von [[κιθαρῳδός]] so unterscheiden, daß dieser auch zur Cither singt, der [[κιθαριστής]] aber bloß spielt, ψιλοὶ κιθαρισταί, Ath. XIV, 638 a. Andere erklärten es = [[λυρῳδός]].
}}
}}
{{ls
{{bailly
|lstext='''κῐθᾰριστής''': -οῦ, ὁ, ([[κιθαρίζω]]), ὁ κρούων τὴν κιθάραν, Ὁμ. Ὕμν. 24. 3, Ἡσ. Θ. 95, Ἀριστοφ. Ἱππ. 992, Νεφ. 964, Πλάτ. κτλ. ― Κυρίως ὁ κιθαριστὴς ἔπαιζε μόνον, ἐνῷ κιθαρῳδὸς συνώδευε τὸ [[μέλος]] διὰ τοῦ ᾄσματός του· ἀλλὰ ὁ πρῶτος [[ἐνίοτε]] καλεῖται [[ψιλοκιθαριστής]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />[[joueur de cithare]].<br />'''Étymologie:''' [[κιθαρίζω]].
}}
{{elnl
|elnltext=κιθαριστής -οῦ, ὁ [κιθαρίζω] [[citerspeler]].
}}
}}
{{bailly
{{elru
|btext=οῦ (ὁ) :<br />joueur de cithare.<br />'''Étymologie:''' [[κιθαρίζω]].
|elrutext='''κῐθᾰριστής:''' οῦ ὁ [[кифарист]] HH, Hes., Plat. etc.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και κιθαρίστας, ὁ, θηλ. [[κιθαρίστρια]] (ΑΜ [[κιθαριστής]], -οῡ, θηλ. [[κιθαρίστρια]], Α και [[κιθαριστρίς]]) [[κιθαρίζω]]<br />αυτός που παίζει [[κιθάρα]] (α. «ἄνδρες ἀοιδοὶ ἔασιν ἐπὶ χθόνα καὶ κιθαρισταί», <b>Ησίοδ.</b><br />β. «αὐλητρίδων, ψαλτριῶν, κιθαριστριῶν», <b>[[Πολυδ]].</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «κιθαριστὴς [[λίθος]]» — [[λίθος]] που βρισκόταν στα [[Μέγαρα]] και που ηχούσε, όταν τον έπληττε [[κάποιος]] (<b>Ανθ. Παλ.</b>).
|mltxt=και κιθαρίστας, ὁ, θηλ. [[κιθαρίστρια]] (ΑΜ [[κιθαριστής]], -οῦ, θηλ. [[κιθαρίστρια]], Α και [[κιθαριστρίς]]) [[κιθαρίζω]]<br />αυτός που παίζει [[κιθάρα]] (α. «ἄνδρες ἀοιδοὶ ἔασιν ἐπὶ χθόνα καὶ κιθαρισταί», <b>Ησίοδ.</b><br />β. «αὐλητρίδων, ψαλτριῶν, κιθαριστριῶν», <b>Πολυδ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «κιθαριστὴς [[λίθος]]» — [[λίθος]] που βρισκόταν στα [[Μέγαρα]] και που ηχούσε, όταν τον έπληττε [[κάποιος]] (<b>Ανθ. Παλ.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κῐθᾰριστής:''' -οῦ, ὁ ([[κιθαρίζω]]), [[οργανοπαίκτης]] κιθάρας, σε Ησίοδ., Αττ.
|lsmtext='''κῐθᾰριστής:''' -οῦ, ὁ ([[κιθαρίζω]]), [[οργανοπαίκτης]] κιθάρας, σε Ησίοδ., Αττ.
}}
{{ls
|lstext='''κῐθᾰριστής''': -οῦ, ὁ, ([[κιθαρίζω]]), ὁ κρούων τὴν κιθάραν, Ὁμ. Ὕμν. 24. 3, Ἡσ. Θ. 95, Ἀριστοφ. Ἱππ. 992, Νεφ. 964, Πλάτ. κτλ. ― Κυρίως ὁ κιθαριστὴς ἔπαιζε μόνον, ἐνῷ ὁ κιθαρῳδὸς συνώδευε τὸ [[μέλος]] διὰ τοῦ ᾄσματός του· ἀλλὰ ὁ πρῶτος [[ἐνίοτε]] καλεῖται [[ψιλοκιθαριστής]].
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=κῐθᾰριστής, οῦ, [[κιθαρίζω]]<br />a [[player]] on the [[cithara]], Hes., Attic
}}
}}

Latest revision as of 19:35, 13 December 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῐθᾰρῐστής Medium diacritics: κιθαριστής Low diacritics: κιθαριστής Capitals: ΚΙΘΑΡΙΣΤΗΣ
Transliteration A: kitharistḗs Transliteration B: kitharistēs Transliteration C: kitharistis Beta Code: kiqaristh/s

English (LSJ)

κιθαριστοῦ, ὁ,
A player on the cithara, citharist, h.Hom.25.3, Hes.Th.95, Ar.Eq.992 (lyr.), Nu.964, Arist.Po. 1455a3, OGI51.43, etc.
II κιθαριστής λίθος stone at Megara which rang on being struck, APl.4.279 tit.

German (Pape)

[Seite 1437] ὁ, der Citherspieler; H. h. 24, 3; Hes. Th. 95; Plat. Prot. 312 d u. öfter, wie bei den Folgdn, die es von κιθαρῳδός so unterscheiden, daß dieser auch zur Cither singt, der κιθαριστής aber bloß spielt, ψιλοὶ κιθαρισταί, Ath. XIV, 638 a. Andere erklärten es = λυρῳδός.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
joueur de cithare.
Étymologie: κιθαρίζω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κιθαριστής -οῦ, ὁ [κιθαρίζω] citerspeler.

Russian (Dvoretsky)

κῐθᾰριστής: οῦ ὁ кифарист HH, Hes., Plat. etc.

Greek Monolingual

και κιθαρίστας, ὁ, θηλ. κιθαρίστρια (ΑΜ κιθαριστής, -οῦ, θηλ. κιθαρίστρια, Α και κιθαριστρίς) κιθαρίζω
αυτός που παίζει κιθάρα (α. «ἄνδρες ἀοιδοὶ ἔασιν ἐπὶ χθόνα καὶ κιθαρισταί», Ησίοδ.
β. «αὐλητρίδων, ψαλτριῶν, κιθαριστριῶν», Πολυδ.)
αρχ.
φρ. «κιθαριστὴς λίθος» — λίθος που βρισκόταν στα Μέγαρα και που ηχούσε, όταν τον έπληττε κάποιος (Ανθ. Παλ.).

Greek Monotonic

κῐθᾰριστής: -οῦ, ὁ (κιθαρίζω), οργανοπαίκτης κιθάρας, σε Ησίοδ., Αττ.

Greek (Liddell-Scott)

κῐθᾰριστής: -οῦ, ὁ, (κιθαρίζω), ὁ κρούων τὴν κιθάραν, Ὁμ. Ὕμν. 24. 3, Ἡσ. Θ. 95, Ἀριστοφ. Ἱππ. 992, Νεφ. 964, Πλάτ. κτλ. ― Κυρίως ὁ κιθαριστὴς ἔπαιζε μόνον, ἐνῷ ὁ κιθαρῳδὸς συνώδευε τὸ μέλος διὰ τοῦ ᾄσματός του· ἀλλὰ ὁ πρῶτος ἐνίοτε καλεῖται ψιλοκιθαριστής.

Middle Liddell

κῐθᾰριστής, οῦ, κιθαρίζω
a player on the cithara, Hes., Attic