θηροκτόνος: Difference between revisions

From LSJ

τύμβος, ὦ νυμφεῖον, ὦ κατασκαφὴς οἴκησις αἰείφρουρος, οἷ πορεύομαι πρὸς τοὺς ἐμαυτῆς, ὧν ἀριθμὸν ἐν νεκροῖς πλεῖστον δέδεκται Φερσέφασσ' ὀλωλότων. → Tomb, bridal chamber, eternal prison in the caverned rock, whither I go to find mine own, those many who have perished, and whom Persephone hath received among the dead. | Tomb, bridal-chamber, deep-dug eternal prison where I go to find my own, whom in the greatest numbers destruction has seized and Persephone has welcomed among the dead.

Source
(eksahir)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(17 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=thiroktonos
|Transliteration C=thiroktonos
|Beta Code=qhrokto/nos
|Beta Code=qhrokto/nos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">killing wild beasts</b>, epith. of Heracles, <span class="title">IG</span>5(2).91 (Tegea); of Artemis, <span class="bibl">E.<span class="title">IA</span>1570</span>, <span class="bibl">Corn.<span class="title">ND</span>3</span>, <span class="bibl">Porph.<span class="title">Abst.</span>1.22</span>; <b class="b3">ἐν φοναῖς θ</b>. in the chase, <span class="bibl">E.<span class="title">Hel.</span>154</span>.</span>
|Definition=θηροκτόνον, [[killing wild beasts]], [[epithet]] of Heracles, ''IG''5(2).91 (Tegea); of Artemis, E.''IA''1570, Corn.''ND''3, Porph.''Abst.''1.22; <b class="b3">ἐν φοναῖς θ.</b> in the chase, E.''Hel.''154.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1210.png Seite 1210]] Wild tödtend, κύνες Eur. Hel. 153, Artemis I. A. 157.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1210.png Seite 1210]] Wild tödtend, κύνες Eur. Hel. 153, Artemis I. A. 157.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[qui tue les bêtes sauvages]].<br />'''Étymologie:''' [[θήρ]], [[κτείνω]].
}}
{{elru
|elrutext='''θηροκτόνος:''' [[убивающий диких животных]]: [[φοναί]] θηροκτόνοι Eur. истребительная, т. е. обильная охота.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''θηροκτόνος''': -ον, ὁ φονεύων ἄγρια θηρία· ἐπίθετον τοῦ Ἡρακλέους, Συλλ. Ἐπιγρ. 1531· ἐν φοναῖς θηροκτόνοις, δηλ. ἐν κυνηγίῳ, Εὐρ. Ἑλ. 154.
|lstext='''θηροκτόνος''': -ον, ὁ φονεύων ἄγρια θηρία· ἐπίθετον τοῦ Ἡρακλέους, Συλλ. Ἐπιγρ. 1531· ἐν φοναῖς θηροκτόνοις, δηλ. ἐν κυνηγίῳ, Εὐρ. Ἑλ. 154.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui tue les bêtes sauvages.<br />'''Étymologie:''' [[θήρ]], [[κτείνω]].
}}
}}
{{eles
{{eles
|esgtx=[[matador de fieras]]
|esgtx=[[matador de fieras]]
}}
{{grml
|mltxt=[[θηροκτόνος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> (ως επίθ. του Ηρακλέους και της Αρτέμιδος) αυτός που σκοτώνει άγρια ζώα<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «ἐν φοναῖς θηροκτόνοις» — στο [[κυνήγι]], Ευριπ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>θηρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>κτονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κτείνω]]), [[πρβλ]]. [[αλληλοκτόνος]], [[τυραννοκτόνος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''θηροκτόνος:''' -ον ([[κτείνω]]), αυτός που σκοτώνει άγρια ζώα· <i>ἐν φοναῖς θηροκτόνοις</i>, δηλ. στο [[κυνήγι]], σε Ευρ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[θηρο]]-[[κτόνος]], ον [[κτείνω]]<br />[[killing]] [[wild]] beasts, ἐν φοναῖς θηροκτόνοις, i. e. in the [[chase]], Eur.
}}
{{elmes
|esmgtx=-ον [[matador de fieras]] de Hécate-Selene-Ártemis δεῦρ' ἴθι μοι, νυχία, θηροκτόνε, δεῦρ' ἐπ' ἀγωγῆς <b class="b3">ven aquí, junto a mí, nocturna, matadora de fieras, ven con esta evocación</b> P IV 2543
}}
}}

Latest revision as of 14:29, 6 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θηροκτόνος Medium diacritics: θηροκτόνος Low diacritics: θηροκτόνος Capitals: ΘΗΡΟΚΤΟΝΟΣ
Transliteration A: thēroktónos Transliteration B: thēroktonos Transliteration C: thiroktonos Beta Code: qhrokto/nos

English (LSJ)

θηροκτόνον, killing wild beasts, epithet of Heracles, IG5(2).91 (Tegea); of Artemis, E.IA1570, Corn.ND3, Porph.Abst.1.22; ἐν φοναῖς θ. in the chase, E.Hel.154.

German (Pape)

[Seite 1210] Wild tödtend, κύνες Eur. Hel. 153, Artemis I. A. 157.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui tue les bêtes sauvages.
Étymologie: θήρ, κτείνω.

Russian (Dvoretsky)

θηροκτόνος: убивающий диких животных: φοναί θηροκτόνοι Eur. истребительная, т. е. обильная охота.

Greek (Liddell-Scott)

θηροκτόνος: -ον, ὁ φονεύων ἄγρια θηρία· ἐπίθετον τοῦ Ἡρακλέους, Συλλ. Ἐπιγρ. 1531· ἐν φοναῖς θηροκτόνοις, δηλ. ἐν κυνηγίῳ, Εὐρ. Ἑλ. 154.

Spanish

matador de fieras

Greek Monolingual

θηροκτόνος, -ον (Α)
1. (ως επίθ. του Ηρακλέους και της Αρτέμιδος) αυτός που σκοτώνει άγρια ζώα
2. φρ. «ἐν φοναῖς θηροκτόνοις» — στο κυνήγι, Ευριπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θηρ(ο)- + -κτονος (< κτείνω), πρβλ. αλληλοκτόνος, τυραννοκτόνος.

Greek Monotonic

θηροκτόνος: -ον (κτείνω), αυτός που σκοτώνει άγρια ζώα· ἐν φοναῖς θηροκτόνοις, δηλ. στο κυνήγι, σε Ευρ.

Middle Liddell

θηρο-κτόνος, ον κτείνω
killing wild beasts, ἐν φοναῖς θηροκτόνοις, i. e. in the chase, Eur.

Léxico de magia

-ον matador de fieras de Hécate-Selene-Ártemis δεῦρ' ἴθι μοι, νυχία, θηροκτόνε, δεῦρ' ἐπ' ἀγωγῆς ven aquí, junto a mí, nocturna, matadora de fieras, ven con esta evocación P IV 2543