άλλως: Difference between revisions
Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)
(3) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>επίρρ.</b> (Α [[ἄλλως]])<br />με [[άλλο]] τρόπο, διαφορετικά, [[αλλιώς]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> σε αντίθετη [[περίπτωση]], [[ειδεμή]]<br /><b>2.</b> (σε [[σύνθεση]] με το τε) [[άλλωστε]]<br />[[εκτός]] τούτου, εξάλλου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (σε συνδυασμό με άλλα επιρρ.) «[[ἄλλως]] πως» ή «πως [[ἄλλως]]», με κάποιο [[άλλο]] τρόπο, [[κάπως]] [[αλλιώς]]<br />«[[ἄλλως]] [[οὐδαμῶς]]», με κανένα [[άλλο]] τρόπο<br /><b>2.</b> «καὶ [[ἄλλως]]» ή «[[ἄλλως]] δέ» <br />α) και [[εκτός]] τούτου, [[επίσης]], επί [[πλέον]] β) σε [[κάθε]] [[περίπτωση]], [[οπωσδήποτε]]<br /><b>3.</b> <b>περίφρ.</b> «[[ἄλλως]] τε καὶ», και για άλλους λόγους και..., [[κυρίως]], κατεξοχήν, [[προπάντων]], και [[μάλιστα]]<br /><b>4.</b> με καλύτερο τρόπο, καλύτερα<br /><b>5.</b> δωρεάν<br /><b>6.</b> (με ουσιαστικά) [[τίποτε]] [[άλλο]] από, [[απλώς]]<br /><b>7.</b> [[αλλιώς]] από ό,τι θα έπρεπε να [[είναι]], τυχαία, άσκοπα<br /><b>8.</b> [[μάταια]], του [[κάκου]]<br /><b>9.</b> [[αλλιώς]] από ό,τι [[είναι]] [[ορθό]], άτοπα, [[κακώς]]<br /><b>10.</b> (ελλειπτική [[περίφραση]]) «τὴν [[ἄλλως]]» (ενν. ἄγουσαν ὁδόν)<br />α) [[μάταια]]<br />β) γενικά, αδιάφορα.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=<b>επίρρ.</b> (Α [[ἄλλως]])<br />με [[άλλο]] τρόπο, διαφορετικά, [[αλλιώς]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> σε αντίθετη [[περίπτωση]], [[ειδεμή]]<br /><b>2.</b> (σε [[σύνθεση]] με το τε) [[άλλωστε]]<br />[[εκτός]] τούτου, εξάλλου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (σε συνδυασμό με άλλα επιρρ.) «[[ἄλλως]] πως» ή «πως [[ἄλλως]]», με κάποιο [[άλλο]] τρόπο, [[κάπως]] [[αλλιώς]]<br />«[[ἄλλως]] [[οὐδαμῶς]]», με κανένα [[άλλο]] τρόπο<br /><b>2.</b> «καὶ [[ἄλλως]]» ή «[[ἄλλως]] δέ» <br />α) και [[εκτός]] τούτου, [[επίσης]], επί [[πλέον]] β) σε [[κάθε]] [[περίπτωση]], [[οπωσδήποτε]]<br /><b>3.</b> <b>περίφρ.</b> «[[ἄλλως]] τε καὶ», και για άλλους λόγους και..., [[κυρίως]], κατεξοχήν, [[προπάντων]], και [[μάλιστα]]<br /><b>4.</b> με καλύτερο τρόπο, καλύτερα<br /><b>5.</b> δωρεάν<br /><b>6.</b> (με ουσιαστικά) [[τίποτε]] [[άλλο]] από, [[απλώς]]<br /><b>7.</b> [[αλλιώς]] από ό,τι θα έπρεπε να [[είναι]], τυχαία, άσκοπα<br /><b>8.</b> [[μάταια]], του [[κάκου]]<br /><b>9.</b> [[αλλιώς]] από ό,τι [[είναι]] [[ορθό]], άτοπα, [[κακώς]]<br /><b>10.</b> (ελλειπτική [[περίφραση]]) «τὴν [[ἄλλως]]» (ενν. ἄγουσαν ὁδόν)<br />α) [[μάταια]]<br />β) γενικά, αδιάφορα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἄλλος]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> <b>μσν.</b> [[ἀλληνάλλως]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 21:55, 29 December 2020
Greek Monolingual
επίρρ. (Α ἄλλως)
με άλλο τρόπο, διαφορετικά, αλλιώς
νεοελλ.
1. σε αντίθετη περίπτωση, ειδεμή
2. (σε σύνθεση με το τε) άλλωστε
εκτός τούτου, εξάλλου
αρχ.
1. (σε συνδυασμό με άλλα επιρρ.) «ἄλλως πως» ή «πως ἄλλως», με κάποιο άλλο τρόπο, κάπως αλλιώς
«ἄλλως οὐδαμῶς», με κανένα άλλο τρόπο
2. «καὶ ἄλλως» ή «ἄλλως δέ»
α) και εκτός τούτου, επίσης, επί πλέον β) σε κάθε περίπτωση, οπωσδήποτε
3. περίφρ. «ἄλλως τε καὶ», και για άλλους λόγους και..., κυρίως, κατεξοχήν, προπάντων, και μάλιστα
4. με καλύτερο τρόπο, καλύτερα
5. δωρεάν
6. (με ουσιαστικά) τίποτε άλλο από, απλώς
7. αλλιώς από ό,τι θα έπρεπε να είναι, τυχαία, άσκοπα
8. μάταια, του κάκου
9. αλλιώς από ό,τι είναι ορθό, άτοπα, κακώς
10. (ελλειπτική περίφραση) «τὴν ἄλλως» (ενν. ἄγουσαν ὁδόν)
α) μάταια
β) γενικά, αδιάφορα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἄλλος.
ΣΥΝΘ. μσν. ἀλληνάλλως].