μεσήρης: Difference between revisions
Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Anaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
(5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μεσήρης:''' (*ἄρω), ποιητ. μεσσ-, <i>- ες</i>, στο [[μέσον]], αυτός που βρίσκεται στη [[μέση]], σε Ευρ.· [[Σείριος]] [[ἔτι]] [[μεσήρης]], ο [[Σείριος]] βρίσκεται [[ακόμη]] στο [[μέσο]] του ουρανού, στον ίδ. | |lsmtext='''μεσήρης:''' (*ἄρω), ποιητ. μεσσ-, <i>- ες</i>, στο [[μέσον]], αυτός που βρίσκεται στη [[μέση]], σε Ευρ.· [[Σείριος]] [[ἔτι]] [[μεσήρης]], ο [[Σείριος]] βρίσκεται [[ακόμη]] στο [[μέσο]] του ουρανού, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μεσήρης:''' поэт. [[μεσσήρης]] 2 находящийся в середине (γαίας ἕδραι Eur.): [[Σείριος]] [[ἔτι]] μ. Eur. Сириус находится еще в середине своего пути. | |||
}} | }} |
Revision as of 23:56, 31 December 2018
English (LSJ)
poet. μεσσ-, ες,
A in the middle, midmost, γαίας ἕδρα E.Ion910 (lyr.); Σείριος ἔτι μ. is still in mid-heaven, Id.IA8 (anap.); μ. παντὸς Ὀλύμπου Eratosth.16.1.
German (Pape)
[Seite 137] ες, poet. μεσσήρης, in der Mitte stehend, mitten, Σείριος ἔτι μεσσήρης Eur. I. A. 8, γαίας μεσσήρεις ἕδρας Ion 910, sp. D.
Greek (Liddell-Scott)
μεσήρης: ποιητ. μεσσ-, ες, ὁ ἐν τῷ μέσῳ, μέσος, Εὐρ. Ἴων 910· Σείριος ἔτι μ., εἶναι εἰσέτι ἐν τῷ μεσουρανήματι, ὁ αὐτ. ἐν Ι. Α. 8.
French (Bailly abrégé)
poét. μεσσήρης;
ης, ες :
placé litt. ajusté au milieu.
Étymologie: μέσος, ἄρω.
Greek Monolingual
μεσήρης και ποιητ. τ. μεσσήρης, -ῆρες (Α)
αυτός που βρίσκεται στο μέσο, ο μέσος ή μεσαίος («πρός... γαίας μεσσήρεις ἕδρας», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέσος + κατάλ. -ήρης (πρβλ. ποδ-ήρης). Για τον τ. με δύο -σ- βλ. λ. μέσος.
Greek Monotonic
μεσήρης: (*ἄρω), ποιητ. μεσσ-, - ες, στο μέσον, αυτός που βρίσκεται στη μέση, σε Ευρ.· Σείριος ἔτι μεσήρης, ο Σείριος βρίσκεται ακόμη στο μέσο του ουρανού, στον ίδ.
Russian (Dvoretsky)
μεσήρης: поэт. μεσσήρης 2 находящийся в середине (γαίας ἕδραι Eur.): Σείριος ἔτι μ. Eur. Сириус находится еще в середине своего пути.