κατεφίσταμαι: Difference between revisions

From LSJ

Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)

Source
(1ba)
(c1)
Line 30: Line 30:
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />Pass., with aor2 act. to [[rise]] up [[against]], NTest.
|mdlsjtxt=<br />Pass., with aor2 act. to [[rise]] up [[against]], NTest.
}}
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':katef⋯sthmi 卡特-誒弗-衣士帖米<p>'''詞類次數''':動詞(1)<p>'''原文字根''':向下-在上-站<p>'''字義溯源''':起來攻擊,攻擊,急進攻擊;由([[κατά]] / [[καθεῖς]] / [[καθημέραν]] / [[κατακύπτω]])*=下,按照)與([[ἐφίστημι]])=在側)組成;而 ([[ἐφίστημι]])又由([[ἐπί]])*=在⋯上)與([[ἵστημι]])*=站)組成<p/>'''出現次數''':總共(1);徒(1)<p/>'''譯字彙編''':<p>1) 攻擊(1) 徒18:12
}}
}}

Revision as of 20:45, 2 October 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατεφίσταμαι Medium diacritics: κατεφίσταμαι Low diacritics: κατεφίσταμαι Capitals: ΚΑΤΕΦΙΣΤΑΜΑΙ
Transliteration A: katephístamai Transliteration B: katephistamai Transliteration C: katefistamai Beta Code: katefi/stamai

English (LSJ)

   A rise up against, in aor.Act., κατεπέστησαν τῷ Παύλῳ Act.Ap.18.12.

Greek (Liddell-Scott)

κατεφίσταμαι: μέσ. μετ’ ἀορ. β΄ κατεπέστην, ἐγείρομαι ἐναντίον τινός, Πράξ. Ἀποστ. ιη΄, 12.

French (Bailly abrégé)

se soulever contre, τινι.
Étymologie: κατά, ἐφίσταμαι.

Greek Monolingual

κατεφίσταμαι (Α)
εξεγείρομαι εναντίον κάποιου («κατεπέστησαν... οἱ Ἰουδαῑοι τῷ Παύλῳ», ΚΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + ἐφίσταμαι «επέρχομαι, αντίκειμαι»].

Greek Monotonic

κατεφίσταμαι: Παθ., με Ενεργ. αορ. βʹ, σηκώνομαι εναντίον κάποιου, σε Καινή Διαθήκη

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατ-εφίσταμαι in opstand komen:. κατεπέστησαν ὁμοθυμαδὸν οἱ Ιουδαῖοι τῷ Παύλῳ eensgezind keerden de Joden zich tegen Paulus NT Act. Ap. 18.12.

Russian (Dvoretsky)

κατεφίσταμαι: (aor. 2 κατεπέστην) восставать, нападать (τινι NT).

Middle Liddell


Pass., with aor2 act. to rise up against, NTest.

Chinese

原文音譯:katef⋯sthmi 卡特-誒弗-衣士帖米

詞類次數:動詞(1)

原文字根:向下-在上-站

字義溯源:起來攻擊,攻擊,急進攻擊;由(κατά / καθεῖς / καθημέραν / κατακύπτω)*=下,按照)與(ἐφίστημι)=在側)組成;而 (ἐφίστημι)又由(ἐπί)*=在⋯上)與(ἵστημι)*=站)組成

出現次數:總共(1);徒(1)

譯字彙編

1) 攻擊(1) 徒18:12