κατόπισθεν: Difference between revisions
κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → death is better than a life of misery, it is better not to live at all than to live in misery
m (Text replacement - " ’" to "’") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=kato/pisqen | |Beta Code=kato/pisqen | ||
|Definition=in Poets also κάτ-θε, Adv. of [[place]], <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[behind]], [[after]], <span class="bibl">Il.23.505</span>, <span class="bibl">Od.22.92</span>: c.gen., <span class="bibl">12.148</span>, <span class="bibl">Pancrat.<span class="title">Oxy.</span>1085.14</span>: metaph., of rank, ἁ δ' Ἀρετὰ κ. θνατοῖς ἀμελεῖται <span class="bibl">E.<span class="title">IA</span>1093</span> (lyr.). </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> of [[time]], [[hereafter]], [[afterwards]], [[henceforth]], <span class="bibl">Od.22.40</span>, <span class="bibl">24.546</span>; ὁ κ. λογισμός <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ti.</span>57e</span>, cf. <span class="bibl">Thgn.280</span>; also κ. λιποίμην <span class="bibl">Od.21.116</span>, cf. <span class="bibl">Pl.<span class="title">R.</span> 363d</span>.</span> | |Definition=in Poets also κάτ-θε, Adv. of [[place]], <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[behind]], [[after]], <span class="bibl">Il.23.505</span>, <span class="bibl">Od.22.92</span>: c.gen., <span class="bibl">12.148</span>, <span class="bibl">Pancrat.<span class="title">Oxy.</span>1085.14</span>: metaph., of rank, ἁ δ' Ἀρετὰ κ. θνατοῖς ἀμελεῖται <span class="bibl">E.<span class="title">IA</span>1093</span> (lyr.). </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> of [[time]], [[hereafter]], [[afterwards]], [[henceforth]], <span class="bibl">Od.22.40</span>, <span class="bibl">24.546</span>; ὁ κ. λογισμός <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ti.</span>57e</span>, cf. <span class="bibl">Thgn.280</span>; also κ. λιποίμην <span class="bibl">Od.21.116</span>, cf. <span class="bibl">Pl.<span class="title">R.</span> 363d</span>.</span> | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>poét.</i> [[κατόπισθε]];<br /><i>adv. et prép.</i><br /><b>1</b> <i>avec idée de lieu</i> derrière ; <i>fig.</i> (être laissé) en arrière, être négligé, dédaigné ; en arrière de, gén.;<br /><b>2</b> <i>avec idée de temps</i> après, ensuite : [[κατόπισθεν]] λιπέσθαι OD être laissé <i>ou</i> rester ensuite.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ὄπισθεν]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατόπισθεν''': παρὰ ποιηταῖς [[ὡσαύτως]] -θε, ἐπίρρ. τόπου, [[ὀπίσω]], [[ὄπισθεν]], τοπικῶς ἐκ τῶν νώτων, Ἰλ. Ψ. 505, Ὀδ. Χ. 92· μετὰ γεν., Ὀδ. Μ. 148·- μεταφ., ἐπὶ τάξεως, ἁ δ’ ἀρετὰ κατ. θνατοῖς ἀμελεῖται, ὑποτιμωμένη, ἐν ὑστέρᾳ μοίρᾳ τιθεμένη, Εὐρ. Ι. Α. 1093, πρβλ. [[μετόπισθε]]. II. ἐπὶ χρόνου, μετὰ [[ταῦτα]], ἀκολούθως, τοῦ λοιποῦ, Ὀδ. Χ. 40., Ω. 546· ὁ κ. [[λογισμός]] Πλάτ. Τίμ. 57D, πρβλ. Θέογν. 280·- [[ὡσαύτως]], κ. λιπέσθαι, = καταλιπέσθαι, νὰ καταλίπῃ τις [[ὀπίσω]] του, μετὰ τὸν θάνατόν του, Ὀδ. Φ. 116, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 363D. | |lstext='''κατόπισθεν''': παρὰ ποιηταῖς [[ὡσαύτως]] -θε, ἐπίρρ. τόπου, [[ὀπίσω]], [[ὄπισθεν]], τοπικῶς ἐκ τῶν νώτων, Ἰλ. Ψ. 505, Ὀδ. Χ. 92· μετὰ γεν., Ὀδ. Μ. 148·- μεταφ., ἐπὶ τάξεως, ἁ δ’ ἀρετὰ κατ. θνατοῖς ἀμελεῖται, ὑποτιμωμένη, ἐν ὑστέρᾳ μοίρᾳ τιθεμένη, Εὐρ. Ι. Α. 1093, πρβλ. [[μετόπισθε]]. II. ἐπὶ χρόνου, μετὰ [[ταῦτα]], ἀκολούθως, τοῦ λοιποῦ, Ὀδ. Χ. 40., Ω. 546· ὁ κ. [[λογισμός]] Πλάτ. Τίμ. 57D, πρβλ. Θέογν. 280·- [[ὡσαύτως]], κ. λιπέσθαι, = καταλιπέσθαι, νὰ καταλίπῃ τις [[ὀπίσω]] του, μετὰ τὸν θάνατόν του, Ὀδ. Φ. 116, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 363D. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |
Revision as of 22:23, 1 October 2022
English (LSJ)
in Poets also κάτ-θε, Adv. of place, A behind, after, Il.23.505, Od.22.92: c.gen., 12.148, Pancrat.Oxy.1085.14: metaph., of rank, ἁ δ' Ἀρετὰ κ. θνατοῖς ἀμελεῖται E.IA1093 (lyr.). II of time, hereafter, afterwards, henceforth, Od.22.40, 24.546; ὁ κ. λογισμός Pl.Ti.57e, cf. Thgn.280; also κ. λιποίμην Od.21.116, cf. Pl.R. 363d.
French (Bailly abrégé)
poét. κατόπισθε;
adv. et prép.
1 avec idée de lieu derrière ; fig. (être laissé) en arrière, être négligé, dédaigné ; en arrière de, gén.;
2 avec idée de temps après, ensuite : κατόπισθεν λιπέσθαι OD être laissé ou rester ensuite.
Étymologie: κατά, ὄπισθεν.
Greek (Liddell-Scott)
κατόπισθεν: παρὰ ποιηταῖς ὡσαύτως -θε, ἐπίρρ. τόπου, ὀπίσω, ὄπισθεν, τοπικῶς ἐκ τῶν νώτων, Ἰλ. Ψ. 505, Ὀδ. Χ. 92· μετὰ γεν., Ὀδ. Μ. 148·- μεταφ., ἐπὶ τάξεως, ἁ δ’ ἀρετὰ κατ. θνατοῖς ἀμελεῖται, ὑποτιμωμένη, ἐν ὑστέρᾳ μοίρᾳ τιθεμένη, Εὐρ. Ι. Α. 1093, πρβλ. μετόπισθε. II. ἐπὶ χρόνου, μετὰ ταῦτα, ἀκολούθως, τοῦ λοιποῦ, Ὀδ. Χ. 40., Ω. 546· ὁ κ. λογισμός Πλάτ. Τίμ. 57D, πρβλ. Θέογν. 280·- ὡσαύτως, κ. λιπέσθαι, = καταλιπέσθαι, νὰ καταλίπῃ τις ὀπίσω του, μετὰ τὸν θάνατόν του, Ὀδ. Φ. 116, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 363D.
English (Autenrieth)
in the rear, behind; w. gen., Od. 12.148; of time, in the future, afterwards.
Greek Monolingual
κατόπισθεν (ΑΜ, Α και κατόπισθε και κατόπιθεν)
επίρρ. τοπ. κατόπιν, από πίσω, έπειτα από κάποιον (α. «κατόπισθεν ἐπήγαινα καὶ ἐκεῖνος ἔμπροσθέν μου», Λίβ. Ρόδ.
β. «κατόπισθε βαλών... δουρί», Ομ. Οδ.)
αρχ.
1. χρον. μετά ταύτα, ακολούθως
2. σε δεύτερη μοίρα («ἁ δ' ἀρετὰ κατόπισθεν θνατοῖς ἀμελεῑται», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + ὄπισθεν.
Greek Monotonic
κατόπισθεν: στους Ποιητές, επίσης -θε, επίρρ.,
I. όπισθεν, στο πίσω μέρος, σε Όμηρ.· με γεν., σε Ομήρ. Οδ.
II. λέγεται για το χρόνο, από δω κι εμπρος, εφεξής, έκτοτε, στο ίδ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κατ-όπισθεν ep. ook -όπισθε, adv. van plaats achter, van achteren; overdr.. ἁ δ’ Ἀρετὰ κατόπισθεν θνατοῖς ἀμελεῖται deugd wordt door stervelingen genegeerd en achtergesteld Eur. IA 1093. van tijd voortaan, in het vervolg.
Middle Liddell
I. behind, after, in the rear, Hom.; c. gen., Od.
II. of time, hereafter, afterwards, henceforth, Od.