περιπολάρχης: Difference between revisions

From LSJ

ξεῖν’, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι. → Go tell the Spartans, stranger passing by, that here, obedient to their laws, we lie.

Simonides of Kea
(3b)
(1ba)
Line 27: Line 27:
{{elru
{{elru
|elrutext='''περιπολάρχης:''' ου ὁ = [[περιπόλαρχος]].
|elrutext='''περιπολάρχης:''' ου ὁ = [[περιπόλαρχος]].
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=περιπολ-άρχης, ορ -αρχος, ου, [[περίπολος]], [[ἄρχω]]<br />a [[superintendent]] of [[police]], Thuc.
}}
}}

Revision as of 13:30, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιπολάρχης Medium diacritics: περιπολάρχης Low diacritics: περιπολάρχης Capitals: ΠΕΡΙΠΟΛΑΡΧΗΣ
Transliteration A: peripolárchēs Transliteration B: peripolarchēs Transliteration C: peripolarchis Beta Code: peripola/rxhs

English (LSJ)

(Hsch.

   A s.v. κωδωνοφορῶν) or περιπόλ-αρχος (IG22.204.20, 1193, 2.1219, 1219b), ου, ὁ, (περίπολος) commander of military patrol, Th.8.92, IG and Hsch.ll.cc.

German (Pape)

[Seite 588] ὁ, Aufseher der Tag- und Nachtwache, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

περιπολάρχης: ἢ -αρχος, ου, ὁ, (περίπολος) ὁ ἐπόπτης ἢ ἐπιθεωρητὴς τῶν περιπόλων, Θουκ. 8. 92.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
chef de patrouille.
Étymologie: περίπολος, ἄρχω.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
νεοελλ.
στρ. ο επικεφαλής περιπόλου αξιωματικός ή υπαξιωματικός
αρχ.
επόπτης, επιτηρητής τών στρατιωτικών περιπόλων, περιπόλαρχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περίπολος + -άρχης (< ἄρχω)].

Greek Monotonic

περιπολάρχης: ή -αρχος, -ου, ὁ (περίπολος, ἄρχω), αρχηγός των περιπόλων, σε Θουκ.

Russian (Dvoretsky)

περιπολάρχης: ου ὁ = περιπόλαρχος.

Middle Liddell

περιπολ-άρχης, ορ -αρχος, ου, περίπολος, ἄρχω
a superintendent of police, Thuc.