бросаться: Difference between revisions
From LSJ
To χάρις ὑμῖν οὕτω τίθησιν κτλ. → Thus he writes joy to you all, etc. (Cramer's Catena on 1 Thessalonians 1.1)
(1) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἐπιθέω]], [[θύνω]], [[ἐπόρνυμι]], [[ἐπορνύω]], [[ἐνεπάγομαι]], [[ἐπενθρῴσκω]], [[ἐνθρῴσκω]], [[ἐμπηδάω]], [[ἀναπηδάω]], [[ἀμπηδάω]], [[ἐκπηδάω]], [[μετοίχομαι]], [[ἐπεμπίπτω]], [[ἐπιχράω]], [[ἐπισεύω]], [[ἐπισσεύω]], [[ἐπικαταπίπτω]], [[περιπίπτω]], [[δύνω]], [[ἀναθρῴσκω]], [[ἀνθρῴσκω]], [[προσαΐσσω]], [[προσᾴσσω]], [[σεύω]], [[διαρριπτέω]], [[συντρέχω]], [[μεθορμάομαι]], [[οἰμάω]], [[ἐπορούω]], [[ἐνορούω]], [[ἐνάλλομαι]], [[ἀΐσσω]], [[ᾄσσω]], [[ᾄττω]], [[διαΐσσω]], [[διᾷσσω]], [[διᾷττω]], [[διάττω]], [[ἐνορμάω]], [[ἐπαΐσσω]], [[ἐπᾴσσω]], [[ἐπᾴττω]], [[καθορμάω]], [[ὑπελαύνω]], [[μετασεύομαι]], [[μετασσεύομαι]] | |rueltext=[[βακχιόω]], [[ῥίπτω]], [[ἐπιθέω]], [[θύνω]], [[ἐπόρνυμι]], [[ἐπορνύω]], [[ἐνεπάγομαι]], [[ἐπενθρῴσκω]], [[ἐνθρῴσκω]], [[ἐμπηδάω]], [[ἀναπηδάω]], [[ἀμπηδάω]], [[ἐκπηδάω]], [[μετοίχομαι]], [[ἐπεμπίπτω]], [[ἐπιχράω]], [[ἐπισεύω]], [[ἐπισσεύω]], [[ἐπικαταπίπτω]], [[περιπίπτω]], [[δύνω]], [[ἀναθρῴσκω]], [[ἀνθρῴσκω]], [[προσαΐσσω]], [[προσᾴσσω]], [[σεύω]], [[διαρριπτέω]], [[συντρέχω]], [[μεθορμάομαι]], [[οἰμάω]], [[ἐπορούω]], [[ἐνορούω]], [[ἐνάλλομαι]], [[ἀΐσσω]], [[ᾄσσω]], [[ᾄττω]], [[διαΐσσω]], [[διᾷσσω]], [[διᾷττω]], [[διάττω]], [[ἐνορμάω]], [[ἐπαΐσσω]], [[ἐπᾴσσω]], [[ἐπᾴττω]], [[καθορμάω]], [[ὑπελαύνω]], [[μετασεύομαι]], [[μετασσεύομαι]], [[καταπίπτω]], [[ἐπισείω]], [[ἐξελαύνω]], [[ἀφίημι]], [[ἐνσείω]], [[ἐκχέω]], [[πίπτω]], [[βάλλω]], [[προσπίπτω]], [[ἐπιχειρέω]], [[ὑποκρούω]], [[ἐρείπω]], [[ἐφάλλομαι]], [[ἐκθρῴσκω]], [[ἐκνεύω]], [[ἐνίημι]], [[ἔπειμι]], [[διώκω]], [[ἐποίχομαι]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:10, 15 October 2019
Russian > Greek
βακχιόω, ῥίπτω, ἐπιθέω, θύνω, ἐπόρνυμι, ἐπορνύω, ἐνεπάγομαι, ἐπενθρῴσκω, ἐνθρῴσκω, ἐμπηδάω, ἀναπηδάω, ἀμπηδάω, ἐκπηδάω, μετοίχομαι, ἐπεμπίπτω, ἐπιχράω, ἐπισεύω, ἐπισσεύω, ἐπικαταπίπτω, περιπίπτω, δύνω, ἀναθρῴσκω, ἀνθρῴσκω, προσαΐσσω, προσᾴσσω, σεύω, διαρριπτέω, συντρέχω, μεθορμάομαι, οἰμάω, ἐπορούω, ἐνορούω, ἐνάλλομαι, ἀΐσσω, ᾄσσω, ᾄττω, διαΐσσω, διᾷσσω, διᾷττω, διάττω, ἐνορμάω, ἐπαΐσσω, ἐπᾴσσω, ἐπᾴττω, καθορμάω, ὑπελαύνω, μετασεύομαι, μετασσεύομαι, καταπίπτω, ἐπισείω, ἐξελαύνω, ἀφίημι, ἐνσείω, ἐκχέω, πίπτω, βάλλω, προσπίπτω, ἐπιχειρέω, ὑποκρούω, ἐρείπω, ἐφάλλομαι, ἐκθρῴσκω, ἐκνεύω, ἐνίημι, ἔπειμι, διώκω, ἐποίχομαι