Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τετράδιον: Difference between revisions

From LSJ

Κακὸν φυτὸν πέφυκεν ἐν βίῳ γυνή, καὶ κτώμεθ' αὐτὰς ὡς ἀναγκαῖον κακόν → In vita occrevit nobis ut gramen mulier, malumque hoc opus est servemus domi → Ein schlimm Gewächs erwuchs im Leben uns die Frau, und wir besitzen sie als unumgänglich Leid

Menander, Monostichoi, 304-305
(CSV import)
m (pape replacement)
Line 27: Line 27:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=Ἀπό τό [[τετράς]] πού παράγεται ἀπό τό τέτταρα ἤ [[τέσσαρα]], οὐδ. τοῦ [[τέσσαρες]]. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα τοῦ [[τέσσαρες]]: [[τεσσαράκοντα]], [[τεταρταῖος]], [[τέταρτος]], [[τέθριππον]], [[τετράγωνος]], [[τετραγωνίζω]], [[τετραετής]], [[τετράκις]], [[τετρακόσιοι]], [[τετρακτύς]] -ύος (=τετράδα), [[τετραλογία]] (=3 τραγωδίες καί ἕνα σατυρικό), [[τετράμηνος]], [[τετραπλάσιος]], [[τετράπους]], [[τράπεζα]] (τετράπεζα).
|mantxt=Ἀπό τό [[τετράς]] πού παράγεται ἀπό τό τέτταρα ἤ [[τέσσαρα]], οὐδ. τοῦ [[τέσσαρες]]. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα τοῦ [[τέσσαρες]]: [[τεσσαράκοντα]], [[τεταρταῖος]], [[τέταρτος]], [[τέθριππον]], [[τετράγωνος]], [[τετραγωνίζω]], [[τετραετής]], [[τετράκις]], [[τετρακόσιοι]], [[τετρακτύς]] -ύος (=τετράδα), [[τετραλογία]] (=3 τραγωδίες καί ἕνα σατυρικό), [[τετράμηνος]], [[τετραπλάσιος]], [[τετράπους]], [[τράπεζα]] (τετράπεζα).
}}
{{pape
|ptext=τό, = [[τετραδεῖον]].
}}
}}

Revision as of 16:55, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰδιον Medium diacritics: τετράδιον Low diacritics: τετράδιον Capitals: ΤΕΤΡΑΔΙΟΝ
Transliteration A: tetrádion Transliteration B: tetradion Transliteration C: tetradion Beta Code: tetra/dion

English (LSJ)

τό, a A guard of soldiers (normally consisting of four men), Ph.2.533, Act.Ap.12.4. II quaternion of parchment, POxy.2156.10 (iv/v A.D.), Tz.H.9.290; cf. τετράδειον.

French (Bailly abrégé)

οῦ (τό) :
nombre de quatre, réunion de quatre personnes ou de quatre choses ; spécial. escouade.
Étymologie: τετράς.

English (Strong)

neuter of a presumed derivative of tetras (a tetrad; from τέσσαρες); a quaternion or squad (picket) of four Roman soldiers: quaternion.

English (Thayer)

τετραδιου, τό (τετράς, the number four), a quarternion (τό ἐκ τεσσάρων συνεστος, Suidas): τῶν στρατιωτῶν, a guard consisting of four soldiers (for among the Romans this was the usual number of the guard to which the custody of captives and prisons was intrusted; two soldiers were confined with the prisoner and two kept guard outside), Philo in Flacc. § 13i. e. Mang. edition vol. ii, p. 533,25.)

Russian (Dvoretsky)

τετράδιον: τό четверка (солдат) NT.

Chinese

原文音譯:tetr£dion 帖特拉笛按
詞類次數:名詞(1)
原文字根:四(縮小的)
字義溯源:四人一班,每斑四人,班,四個士兵,四方;源自(τετράρχης)X*=四個一組),而 (τετράρχης)X*出自(τέσσαρες)*=四)
出現次數:總共(1);徒(1)
譯字彙編
1) 四人一班的(1) 徒12:4

Mantoulidis Etymological

Ἀπό τό τετράς πού παράγεται ἀπό τό τέτταρα ἤ τέσσαρα, οὐδ. τοῦ τέσσαρες. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα τοῦ τέσσαρες: τεσσαράκοντα, τεταρταῖος, τέταρτος, τέθριππον, τετράγωνος, τετραγωνίζω, τετραετής, τετράκις, τετρακόσιοι, τετρακτύς -ύος (=τετράδα), τετραλογία (=3 τραγωδίες καί ἕνα σατυρικό), τετράμηνος, τετραπλάσιος, τετράπους, τράπεζα (τετράπεζα).

German (Pape)

τό, = τετραδεῖον.