διάκοσμος: Difference between revisions
Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht
(CSV import) |
(CSV import) Tags: Reverted Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 36: | Line 36: | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[διάκοσμος]], ὁ, = [[διακόσμησις]],]<br />[[battle]]-[[order]], Thuc. | |mdlsjtxt=[[διάκοσμος]], ὁ, = [[διακόσμησις]],]<br />[[battle]]-[[order]], Thuc. | ||
}} | |||
{{lxth | |||
|lthtxt=''[[instructio]]'', [[arrangement]], [[disposition]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.93.5/ 4.93.5]. | |||
}} | }} | ||
{{lxth | {{lxth | ||
|lthtxt=''[[instructio]]'', [[arrangement]], [[disposition]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.93.5/ 4.93.5]. | |lthtxt=''[[instructio]]'', [[arrangement]], [[disposition]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.93.5/ 4.93.5]. | ||
}} | }} |
Revision as of 14:00, 16 November 2024
English (LSJ)
ὁ,
A = διακόσμησις, Parm.8.60; ὁ τοῦ βίου δ. Arist.Mu.399b16; δ. οὐρανοῦ καὶ γῆς ib.400b32; ὁ λογικὸς δ. εἰκὼν ὅλου τοῦ δημιουργοῦ Hierocl.in CA1p.419M., cf. Orph.H.34.18; θεῶν, νοεροί δ., Procl.Inst.145, Dam.Pr.81; μέγας, μικρὸς Διάκοσμος, titles of works by Leucippus and Democritus, D.L. 9.13; ὁ Ἀναξαγόρειος δ. Satyr.Vit.Eur.Fr.37iii18.
2 battle-order, Th.4.93.
II the Catalogue of ships in Il.2, Str.12.3.5, Sch.Il. Oxy.221 vi 22.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ I 1milit. orden, disposición de combate αὕτη μὲν Βοιωτῶν παρασκευὴ καὶ δ. ἦν Th.4.93, cf. Plu.Tim.27, Cat.Ma.13
•ref. a los contingentes troyanos en exégesis de la Ilíada ὁ Τρωικὸς δ. Porph.ad Il.48.16, Sch.Er.Il.17.73a, tít. de un comentario de Demetrio Escepsio, Ath.80d, Str.13.1.55, tít. de una sección de la obra de Apolodoro Περὶ νεῶν καταλόγου Str.12.3.24, ὁ Παφλαγονικὸς δ. ref. al catálogo de las tropas paflagonias (de Il.2.851-5), Str.12.3.10, simpl. ὁ Δ. el contingente troyano y sus aliados D.T.Fr.33, Str.12.3.5, Sch.Er.Il.21.155-6 (p.89), 11.422b, 14.511.
2 ordenamiento, ordenación cosmológica τόν σοι ἐγὼ διάκοσμον φατίζω Parm.B 8.60, en los atomistas Μέγας δ. tít. de una obra de Leucipo o, según otros, de Demócrito, Ath.168b, D.L.9.46, Anon.Herc.1788 (p.147), Ach.Tat.Intr.Arat.13, Μικρὸς δ. tít. de una obra de Demócrito, D.L.9.41, 46, Anon.Herc.1788 (p.147), ὁ Ἀναξαγόρειος δ. Satyr.Vit.Eur.37.3.18, cf. Plu.2.1114b, Eus.PE 7.10.3, Gr.Nyss.Pss.32.16, del que el hombre o la divinidad son representaciones μικρός δ. en una comparación ref. al hombre, Basil.M.31.216A, ὁ λογικὸς δ. ... εἰκὼν ὅλου τοῦ δημιουργοῦ θεοῦ Hierocl.in CA 1.9.
3 en aspectos concr. organización, estructuración ὁ τοῦ βίου δ. ὑπὸ ταύτης (ψυχῆς) ... διατέτακται (p.ej. la labranza, las técnicas, etc.), Arist.Mu.399b16
•ordenación cósmica οὐρανοῦ καὶ γῆς Arist.Mu.400b32, τῶν ἀπλανῶν ... ἄστρων Clem.Al.Strom.6.4.35
•c. gen. subjet. Διός δ. Aristid.Or.43.24.
4 mús. modo, estructura de una escala Δώριον εἰς διάκοσμον al modo dorio Orph.H.34.18.
II en la fil. neoplatónica orden, clase τῶν κρειττόνων Iambl.Myst.5.22, οἱ θεῖοι διάκοσμοι los órdenes establecidos por la divinidad Procl.Inst.147, τῶν ψυχῶν Syrian.in Metaph.4.18, οἱ νοεροὶ διάκοσμοι los órdenes intelectivos Dam.Pr.81, cf. Simp.in Ph.404.23.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
1 disposition d'un corps de troupes, ordre de bataille;
2 disposition, ordonnance, arrangement (de l'univers).
Étymologie: διά, κόσμος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
διάκοσμος -ου, ὁ [διά, κόσμος] ordening:; τόν σοι ἐγὼ διάκοσμον φατίζω ik vertel u deze ordening (van het al) Parm. B 8.60; milit. slagorde.
German (Pape)
ὁ, = διακόσμησις; βίου Arist. mund. 6 und Sp.; Schlachtordnung, Thuc. 4.93; Plut. Timol. 27.
Bei Strab. XII p. 542 und Gramm. der Schiffskatalog im 2. Buch der Il.
Russian (Dvoretsky)
διάκοσμος: ὁ
1 воен. строй, построение, боевой порядок (Βοιωτῶν παρασκευὴ καὶ δ. Thuc.; συνταράξαι τὸν τῶν πολεμίων διάκοσμον Plut.);
2 устроение, организация (τοῦ βίου Arst.);
3 устройство, строение (οὐρανοῦ Arst.);
4 «Мироздание», или «Мир» (название двух сочинений Демокрита: ὁ μέγας Δ. и ὁ μικρὸς Δ.) Diog. L.
Greek Monolingual
ο (Α διάκοσμος) κόσμος
μσν.- νεοελλ.
1. όλα όσα χρησιμεύουν στη διακόσμηση, τα στολίδια
νεοελλ.
1. η διακοσμητική σύνθεση ως σύνολο
2. ο ρυθμός μιας διακοσμητικής σύνθεσης
3. φρ. «σκηνικός διάκοσμος» — τα σκηνικά, ο φωτισμός, και όλα τα τεχνικά μέσα που χρησιμοποιούνται σε θεατρική παράσταση
αρχ.
1. διαρρύθμιση, διάταξη, τακτοποίηση
2. τάξη ή παράταξη μάχης
3. ο κατάλογος τών πλοίων στο Β της Ιλιάδος.
Greek Monotonic
διάκοσμος: ὁ, = διακόσμησις, παράταξη μάχης, σε Θουκ.
Greek (Liddell-Scott)
διάκοσμος: ὁ, = διακόσμησις, ὁ τοῦ βίου δ. Ἀριστ. π. Κόσμ. 6, 25· δ. οὐρανοῦ καὶ γῆς αὐτόθι 37. Ὁ Δημόκριτος ἔγραψε πραγματείας, ἃς ἐκάλεσε μέγας καὶ μικρὸς Διάκοσμος, Διογ. Λ. 9. 13. 2) τάξις ἢ παράταξις μάχης, Θουκ. 4. 93. ΙΙ. ὁ τῶν νεῶν κατάλογος ἐν τῷ Β. τῆς Ἰλιάδος, Στράβων 542.
Middle Liddell
διάκοσμος, ὁ, = διακόσμησις,]
battle-order, Thuc.
Lexicon Thucydideum
instructio, arrangement, disposition, 4.93.5.