δορυφορία
Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Anaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
English (LSJ)
ἡ,
A guard kept over, τῆς ἐπιστολῆς X. Cyr.2.2.10: abs., Iamb.Myst.2.7; concrete, body-guard, LXX 2 Ma.3.28. II Astron., κατὰ δορυφορίαν τῶν τροπικῶν κύκλων Placit.2.23.6.
German (Pape)
[Seite 660] ἡ, dasselbe; Xen. Cyr. 2, 2, 10; von den Sternen, Plut. plac. phil. 2, 23.
Greek (Liddell-Scott)
δορῠφορία: ἡ, ἡ ἐπί τινος ἐπαγρύπνησις, φρούρησις, τινὸς Ξεν. Κύρ. 2. 2, 10· ἐπὶ τῶν ἀστέρων ὡς δορυφόρων τοῦ ἡλίου, παρὰ Πλουτ. 2. 890Ε.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
1 service des gardes du corps;
2 astres satellites (du soleil).
Étymologie: δορυφόρος.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
1 cuerpo de guardia, escolta militar μετὰ πάσης δορυφορίας LXX 2Ma.3.28, cf. Hld.7.19.4, σὺν πολλῇ δορυφορίᾳ Hld.8.9.16, cf. Iul.Mis.358b, Eun.VS 474, c. gen. obj. δ. τῆς ἐπιστολῆς la escolta militar de la carta X.Cyr.2.2.10
•fig. de un parásito, Luc.Par.59, de ángeles, Iambl.Myst.2.7, ταῖς ἐκ πλούτου δορυφορίαις ἤρμενοι provistos de la escolta de la riqueza Cyr.Al.M.70.1172B.
2 astr. escolta, cortejo de los planetas, una de las relaciones de posición de los planetas entre sí Placit.2.23.6, Vett.Val.5.14, 422.6.
Greek Monolingual
η (AM δορυφορία)
φρουρά, σωματοφυλακή
μσν.
1. τιμή
2. επίσημη κηδεία, ταφή
αρχ.
(για τα αστέρια) το να είναι δορυφόροι του ηλίου.
Greek Monotonic
δορῠφορία: ἡ, περιφρούρηση από σωματοφύλακες, τινός, σε Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
δορυφορία: ἡ
1) Xen. = δορυφόρημα;
2) астр. спутники (τῶν τροπικῶν κύκλων Plut.).