ἀντεπιτάσσω
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
English (LSJ)
A order in turn, τινὶ ποιεῖν τι Th.1.135; τινί τι Pl.Ti.20b.
German (Pape)
[Seite 247] dagegen auftragen, τινί, Plat. Tim. 20 b; Thuc. 1, 135.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντεπιτάσσω: ἐπιτάσσω καὶ ἐγώ, τινὶ ποιεῖν τι Θουκ. 1. 135· τινί τι Πλάτ. Τίμ. 20Β.
French (Bailly abrégé)
donner ordre à son tour.
Étymologie: ἀντί, ἐπιτάσσω.
Spanish (DGE)
mandar, ordenar a su vez ἀντεπέταξαν τοῖς Λακεδαιμονίοις ἐλαύνειν αὐτό Th.1.135, ὑμῖν ἃ καὶ νῦν λέγω Pl.Ti.20b, en v. pas. αὐτὸς ἀντεπιταχθῆναι δύναμαι D.C.53.9.1.
Greek Monolingual
ἀντεπιτάσσω (Α)
διατάζω, προστάζω και εγώ.
Greek Monotonic
ἀντεπιτάσσω: μέλ. -ξω, διατάζω με τη σειρά μου, τινὶ ποιεῖν τι, σε Θουκ.
Russian (Dvoretsky)
ἀντεπιτάσσω: атт. ἀντεπιτάττω в свою очередь приказывать (τινὶ ποιεῖν τι Thuc. и τινί τι Plat.).