Προκύων

From LSJ
Revision as of 19:35, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   " to "")

οὐκ ἐπιλογιζόμενος ὅτι ἅμα μὲν ὀδύρῃ τὴν ἀναισθησίαν, ἅμα δὲ ἀλγεῖς ἐπὶ σήψεσι καὶ στερήσει τῶν ἡδέων, ὥσπερ εἰς ἕτερον ζῆν ἀποθανούμενος, ἀλλ᾿ οὐκ εἰς παντελῆ μεταβαλῶν ἀναισθησίαν καὶ τὴν αὐτὴν τῇ πρὸ τῆς γενέσεως → you do not consider that you are at one and the same time lamenting your want of sensation, and pained at the idea of your rotting away, and of being deprived of what is pleasant, as if you are to die and live in another state, and not to pass into insensibility complete, and the same as that before you were born

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Προκύων Medium diacritics: Προκύων Low diacritics: Προκύων Capitals: ΠΡΟΚΥΩΝ
Transliteration A: Prokýōn Transliteration B: Prokyōn Transliteration C: Prokyon Beta Code: *proku/wn

English (LSJ)

[ῠ], κῠνός, ὁ, the star A Procyon, Arat.450, Hipparch.2.2.13, etc.; but of Sirius, Gal.17(1).17. 2 πρόκυνες, οἱ, winds which precede the rising of Sirius, Adam.Vent.41. II spaniel-like flatterer, 'lap-dog', Phld.Rh.1.242 S., prob. l. for πρόσκυνες in Hippias Erythr. I: but πικροὶ Καλλιμάχου πρόκυνες, a description of the Grammarians, snappers and snarlers, AP11.322 (Antiphan.).

Greek (Liddell-Scott)

Προκύων: -κυνός, ὁ, ἀστερισμὸς ἢ ἀστὴρ ἀνατέλλων (περὶ τὰς ἀρχὰς Ἰουλίου, Ἰουλιαν. ἡμερολ.) πρὸ τοῦ ἀστερισμοῦ τοῦ κυνὸς ἢ κυνάστρου (τοῦ Σειρίου), Ἄρατ. 450, Κικ. Ν. D. 2. 44, Ὁρατ. 1. ᾨδ. 29. 18· περιγράφεται δὲ καὶ αὐτὸς ὑπὸ τῶν μεταγενεστ. ὡς κύων καὶ καλεῖται canicula παρὰ τῷ Πλιν. 18. 68, 2. ΙΙ. πικροὶ Καλλιμάχου πρόκυνες, σκωπτικὸν ὄνομα τῶν γραμματικῶν, κυνάρια δηκτικὰ καὶ γρυλλίζοντα, Ἀνθ. Π. 11. 322· ― ἀλλ’ ἐν Ἀθην. 259Α, π. καὶ κόλακες (ἀντὶ προσκ-), κόλακες ὅμοιοι πρὸς κυνάρια.

Greek Monotonic

Προκύων: κυνός, ὁ,
I. αστέρι που ανατέλλει (περίπου στα μέσα Ιουλίου) πριν από το άστρο του Σείριου, σε Ρήτ.
II. πικροὶ Καλλιμάχου πρόκυνες, παρατσούκλι των Γραμματικών, στριμμένοι και δύστροποι, σε Ανθ.

Middle Liddell


I. Procyon, a star which rises (about the middle of July) before the dog-star, Hor.
II. πικροὶ Καλλιμάχου πρόκυνες, a nickname of the Grammarians, snappers and snarlers, Anth.